«Έχω πολύ μεγάλη εκτίμηση στο Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών για την δουλειά που κάνει και στον Πρόεδρο του, κύριο Χατζηθεοδοσίου, για τη συνεργασία που έχουμε.
Και πράγματι, το είπα και χθες, το λέω και τώρα, η συνεργασία μου με τα επιμελητήρια, τη Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε. και γενικά όλους τους οργανωμένους φορείς της αγοράς κατά το διάστημα και πριν τον κορωνοϊό αλλά κυρίως κατά το διάστημα του κορωνοϊού, θεωρώ ότι ήταν υποδειγματική. Θέλω δημόσια να ευχαριστήσω τον κύριο Χατζηθεοδοσίου, με τον οποίο επιλύσαμε συγκεκριμένα θέματα.
Και το λέω διότι σε μία κρίση πρωτοφανών διαστάσεων, όπως αυτή που διανύουμε, αν δούμε την Ελλάδα σαν πεδίο για απέραντη γκρίνια που ο ένας να στρέφεται κατά του άλλου, αυτό δεν θα μας βγάλει πουθενά.
Μπορούμε όμως να την δούμε και ως πεδίο ευκαιρίας για συνέργειες ώστε να δούμε τι μπορεί να γίνει στα αλήθεια και ποιο πρόβλημα μπορεί να λυθεί και να πάμε παρακάτω.
Παραδείγματος χάριν, επειδή ξεκινήσατε, κύριε Πρόεδρε, με τη ρευστότητα στις επιχειρήσεις. Εγώ ήρθα από την εβδομαδιαία συνάντηση που έχω με τον κύριο Σταϊκούρα και τους CEO των τραπεζών και την Αναπτυξιακή Τράπεζα γιατί παρακολουθούμε σε εβδομαδιαία βάση τον ρυθμό εκταμιεύσεων, το ρυθμό συμβασιοποιήσεων, το ρυθμό αιτήσεων και την ανάγκη πρόσθετων χρηματοδοτήσεων στα διάφορα χρηματοδοτικά εργαλεία που έχουμε φτιάξει.
Μπορώ να σας πω ότι στο ΤΕΠΙΧ ΙΙ θα έχουμε την πλήρη εκταμίευση δανείων ύψους 2 δισεκατομμυρίων μέχρι το τέλος του Ιουλίου. Μέσα στον Ιούλιο θα έχουμε την εκταμίευση του επιπλέον ποσού ώστε να καλύψουμε πρόσθετα δάνεια ύψους 1 δις ευρώ για όλες τις επιχειρήσεις που πήραν έγκριση για το ΤΕΠΙΧ αλλά φτάνοντας στην τράπεζα τους είπαν ότι έχουν τελειώσει τα χρήματα.
Αυτό θα λυθεί και θα πάρουν δάνεια όλες οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις καθώς άλλωστε το ΤΕΠΙΧ εξ ορισμού απευθύνεται αποκλειστικά σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις με δάνεια έως 500.000 ευρώ.
Άρα, δεν θα μείνει καμία επιχείρηση από όσες έκαναν αίτηση και εγκρίθηκαν που δεν θα πάρει τελικά χρήματα.
Να πω ότι με τα έως σήμερα εγκεκριμένα δάνεια, από το ΤΕΠΙΧ έχουν δανειοδοτηθεί 13.500 επιχειρήσεις και με το επιπλέον δισεκατομμύριο ο αριθμός τους θα αυξηθεί κατά αρκετές χιλιάδες.
Όσον αφορά τώρα στο εγγυοδοτικό πρόγραμμα: όπως ξέρετε, είχαμε ξεκινήσει την πρώτη φάση με δάνεια συνολικού ύψους 3,5 δις ευρώ. Σε αυτά είχαμε υπολογίσει 2 δισεκατομμύρια για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και 1,5 δισεκατομμύριο για τις μεγάλες επιχειρήσεις.
Μέχρι τώρα οι τράπεζες έχουν εγκρίνει και τα 2 δισεκατομμύρια του εγγυοδοτικού για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ είναι περίπου στο μισό η έγκριση για τις μεγάλες επιχειρήσεις.
Σήμερα, δώσαμε εντολή στην Αναπτυξιακή Τράπεζα και ξεκινάει άμεσα η μεταφορά του δεύτερου δισεκατομμυρίου, ώστε να ξεκινήσει το επόμενο 20ήμερο – νωρίτερα απ’ ό,τι είχαμε υπολογίσει - και η δεύτερη φάση του εγγυοδοτικού προγράμματος με δάνεια συνολικού ύψους 3,5 δις ευρώ. Αρχικά, το υπολογίζαμε για το Σεπτέμβριο, στόχος τώρα είναι να ξεκινήσει από τις αρχές Αυγούστου.
Και μπορώ να σας ανακοινώσω σήμερα ότι σκοπός μας είναι στη δεύτερη φάση να αυξήσουμε το ποσό για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις από τα 2 στα 3 δις ευρώ, μειώνοντάς το ισόποσα για τις μεγάλες, έτσι ώστε να πάρουν περισσότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις δάνεια εγγυημένα από την Αναπτυξιακή Τράπεζα. Αυτό συνεπάγεται αρκετές χιλιάδες δάνεια σε αρκετές χιλιάδες επιπλέον επιχειρήσεις, οι οποίες μπορούν φυσικά να χρηματοδοτηθούν.
Εδώ υπάρχει μεγάλη συζήτηση που άνοιξε ο κύριος Πρόεδρος και που ακούγεται γενικώς στην Ελλάδα για τα λεγόμενα τραπεζικά κριτήρια. Είναι μία συζήτηση που κάναμε και στην Βουλή με τον παριστάμενο κύριο Κατρίνη.
Όσον αφορά στην προκήρυξη και τις δεσμεύσεις του Ευρωπαϊκού Κανονισμού, εμείς κατ’ αρχάς ζητήσαμε και λάβαμε την άδεια από τις Ευρωπαϊκές Αρχές και εξαιρέθηκαν οι προβληματικές κατά τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιχειρήσεις έως 31/12/2019, όσες έχουν έως 50 εργαζομένους και έως 10 εκατομμύρια τζίρο.
Αυτές οι επιχειρήσεις, εξαιρούνται του ορισμού των προβληματικών επιχειρήσεων και μπορούν να πάρουν δάνειο εγγυημένο από την Αναπτυξιακή Τράπεζα. Δεν μπορούσαν στην αρχή. Αυτό έγινε στην πορεία, εφ’ όσον, φυσικά, η τράπεζα τις θεωρεί αξιόχρεες, εννοώ ότι δεν κόβονται εξ ορισμού.
Πάρα πολλές επιχειρήσεις πληρούσαν τα τραπεζικά κριτήρια αλλά δεν πληρούσαν τα κοινοτικά, τα οποία ήταν πιο αυστηρά των τραπεζικών.
Αυτό λύθηκε για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, άνω των 50 εργαζομένων δηλαδή και με άνω των 10 εκατομμυρίων τζίρο, καθώς πήραμε την άδεια από τις Ευρωπαϊκές Αρχές, πάλι κατόπιν αιτήματός μας, ώστε να μπορούν και αυτές να δανειοδοτηθούν στην περίπτωση που φτιάξουν τώρα τα βιβλία τους, δηλαδή φτιάξουν τα ίδια κεφάλαιά τους. Γιατί, όπως ξέρετε, δεν μπορεί να δανειοδοτηθεί, βάσει του Ευρωπαϊκού Κανονισμού, επιχείρηση που έχει αρνητικά ίδια κεφάλαια. Άρα και αυτές οι επιχειρήσεις ενώ αρχικά δεν είχαν, έχουν πλέον πρόσβαση στο πρόγραμμα.
Είναι αυτά αρκετά; Θέλω να μείνω στα τραπεζικά εργαλεία. Εδώ, αγαπητέ κύριε Πρόεδρε, θέλω να είμαι απολύτως ειλικρινής για το ποια θέση υποστηρίζει η Κυβέρνηση.
Δάνεια άνευ τραπεζικών κριτηρίων οι τράπεζες ούτε μπορούν, ούτε και πρέπει να δίνουν γιατί σημαίνουν κατά βάση δύο πράγματα:
-Πρώτον, νέα μεγάλη γενιά κόκκινων δανείων, η οποία θα οδηγήσει σε κατάρρευση την οικονομία μας αναπόφευκτα εφόσον συμβεί. Γνωρίζουμε όλοι πόσο κόπο κάναμε για να θέσουμε υπό έλεγχο την προηγούμενη γενιά κόκκινων δανείων. Μια νέα γενιά κόκκινων δανείων θα μας οδηγούσε προφανώς στην ανάγκη νέας ανακεφαλαιοποίησης, χωρίς, όμως, να υπάρχει κανείς που να έχει λεφτά να μας δώσει. Άρα, μιλάμε για την απόλυτη καταστροφή. Αυτό πρέπει πάση δυνάμει να αποφευχθεί.
-Δεύτερον, όμως, και αυτό πρέπει να απασχολεί και εσάς. Θα ήταν μία τέτοια περίπτωση βασική νόθευση του ανταγωνισμού. Γιατί, αν μία επιχείρηση παίρνει το δάνειο και το επιστρέφει και μία άλλη επιχείρηση παίρνει το δάνειο και δεν το επιστρέφει, τότε αυτή που δεν το επιστρέφει αποκτά μεγάλο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι της πρώτης και δεν φαντάζομαι ούτε το Επιμελητήριό σας να θέλει να καταστρέψει τις υγιείς επιχειρήσεις, απλώς και μόνο για να υποστηρίξει τις άλλες.
Άρα, εμείς, το κράτος - εν τη ευρεία έννοια είστε και εσείς μέτοχοι του κράτους -, ενδιαφερόμαστε να τηρούνται οι κανόνες της αγοράς. Βασικός στόχος μας είναι να επιβιώσουν όσο περισσότερες επιχειρήσεις μπορούν να επιβιώσουν, αλλά δεύτερος κανόνας είναι να μην καταστρέψουμε και τις υγιείς επιχειρήσεις.
Συνεπώς, ναι, πρέπει να υπάρχουν τραπεζικά κριτήρια.
Εγώ το λέω ως εξής: Θέλουμε τραπεζικά κριτήρια, αλλά όχι τραπεζική τυραννία.
Τώρα είμαστε σε πολύ καλύτερο σημείο. Πρέπει να σας πω ότι ο ρυθμός εγκρίσεως δανείων στα δύο χρηματοδοτικά εργαλεία, ΤΕΠΙΧ ΙΙ και εγγυοδοτικό -τα μετράμε στατιστικά με βάση το παρελθόντα χρόνο - είναι ακριβώς 10 φορές ταχύτερος, απ’ ότι στην προηγούμενη περίοδο.
Άρα, δεν είναι αληθής η εικόνα ότι δεν δουλεύουν οι τράπεζες.
Θα θέλαμε να δουλέψουν γρηγορότερα; Προφανώς.
Να πω ότι πήραμε χθες στην Αναπτυξιακή Τράπεζα και άλλη μία απόφαση στην κατεύθυνση μείωσης της γραφειοκρατίας: αφαιρέσαμε από τη σύμβαση με την τράπεζα την υποχρέωση της επιχείρησης να προσκομίσει το πιστοποιητικό μη πτώχευσης, πριν την εκταμίευση του δανείου. Αυτό καθυστερούσε αρκετά, κυρίως λόγω της υπολειτουργίας των Πρωτοδικείων, και, άρα, πολλές επιχειρήσεις, για τυπικό λόγο, δεν μπορούσαν να πάρουν τα χρήματά τους.
Δώσαμε, λοιπόν, το δικαίωμα στις τράπεζες, εφόσον φυσικά διαπιστώσουν από τον έλεγχο ότι η επιχείρηση δεν έχει πραγματικό πρόβλημα, να εκταμιεύουν το ποσό με τη δέσμευση του πελάτη τους ότι θα προσκομίσει στην πορεία το πιστοποιητικό μη πτώχευσης.
Άρα, έγινε ένα ακόμα βήμα για την επιτάχυνση της διαδικασίας.
Υπενθυμίζω ότι μειώσαμε σε 12 τα 23 πιστοποιητικά που προβλεπόταν στην αρχή της διαδικασίας. Εντάξαμε και τις προβληματικές επιχειρήσεις. Αφαιρέσαμε και το πιστοποιητικό μη πτώχευσης από πριν και γενικώς όποια πρότασή είναι λογική και μπορεί να κάνει τη ζωή των επιχειρήσεων ευκολότερη, την υιοθετούμε και την προχωράμε όσο μπορούμε πιο γρήγορα.
Έχουμε μόνο αυτά τα εργαλεία; Όχι.
Για τις μικρομεσαίες κατά βάση επιχειρήσεις, και αναφέρομαι κυρίως στις μικρομεσαίες με τα δικά μας δεδομένα ή μικρές επιχειρήσεις, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό ορισμό της μικρομεσαίας επιχείρησης, έχουμε ήδη δώσει την επιστρεπτέα προκαταβολή 1 και την επιστρεπτέα προκαταβολή 2 - σε περίπου 170.000 επιχειρήσεις.
Μάλιστα, στην επιστρεπτέα προκαταβολή 2 προσθέσαμε και τις ατομικές επιχειρήσεις χωρίς εργαζομένους με ταμειακή μηχανή και τις προβληματικές επιχειρήσεις που δεν εντάσσονταν στον πρώτο κύκλο. Δηλαδή, επιχειρήσεις με χρέη και προς το δημόσιο και προς τις τράπεζες έλαβαν επιστρεπτέα προκαταβολή 2. Ενώ στην επιστρεπτέα προκαταβολή 3, εντάσσουμε τις ατομικές επιχειρήσεις και χωρίς ταμειακή μηχανή και εντάσσουμε κυρίως τις εποχικές επιχειρήσεις, αυτές που ορίσαμε ως αυτές που έχουν μείωση τζίρου 50% στο τρίμηνο του θέρους, ακριβώς για να δώσουμε άμεση οικονομική ενίσχυση στις επιχειρήσεις που πλήττονται εξαιρετικά λόγω της κρίσης στον τουρισμό ως συνεπακόλουθο της κρίσης του κορωνοϊού.
Επιπροσθέτως, ψηφίσαμε και το νόμο για τις μικρομισθώσεις και ήδη έχουν ξεκινήσει τα πρώτα επενδυτικά σχήματα να εκδηλώνουν ενδιαφέρον στην Τράπεζα της Ελλάδος. Σίγουρα, εντός του 2020 θα έχουμε τα πρώτα σχήματα που θα λειτουργούν και θα δίνουν χωρίς εξασφαλίσεις δάνεια έως 25.000 ευρώ.
Εάν αθροίσετε αυτά τα εργαλεία, συν τις αναστολές πληρωμών που έχουμε ήδη κάνει, που κατά βάση ενδιαφέρουν μικρομεσαίες επιχειρήσεις, κύριε Πρόεδρε, δεν μπορεί να επικριθεί η κυβέρνηση ότι έμεινε αδιάφορη στο πρόβλημα ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Προφανώς, αν κάποιοι ονειρεύονταν μία εποχή που θα έβρεχε ευρώ από τον ουρανό, αυτή δεν νομίζω ότι θα έρθει.
Σημειώστε δε, πως ό,τι έχουμε κάνει μέχρι σήμερα, το έχουμε κάνει αποκλειστικά με δικούς μας πόρους.
Γιατί η Ευρώπη ακόμα συζητάει για το τι θα μας δώσει. Ακόμα, δεν ξέρουμε ούτε τι θα μας δώσει τελικά, ούτε με τι όρους θα μας τα δώσει. Ενδεχομένως θα το ξέρουμε, αν όλα πάνε καλά, μετά το Σαββατοκύριακο και τη Σύνοδο Κορυφής, όπου θα γίνει η επόμενη μεγάλη μάχη για να οριστικοποιηθεί το λεγόμενο Ταμείο Ανάκαμψης από την κρίση του Covid.
Πιστεύω ότι όλα θα πάνε καλά. Είμαι αισιόδοξος, αλλά να ξέρουμε ότι ως τώρα κινούμαστε με τα δικά μας λεφτά.
Και έχουμε το επιπλέον πρόβλημα, ότι πρέπει να κινούμεθα με τα δικά μας λεφτά, με έναν τρόπο που θα εκπέμπει νοικοκυροσύνη και σοβαρότητα στις αγορές, γιατί λόγω του ότι η Ελλάδα είναι η χώρα με το μεγαλύτερο λόγο χρέους προς το ΑΕΠ, εάν οι αγορές ανησυχούσαν ότι έχουμε στην εξουσία ανθρώπους που είναι έτοιμοι να κάνουν παλαβομάρες, το επιτόκιο από το 1% που είναι τώρα, θα εκτοξευόταν στο 15% και τότε θα ήμασταν πραγματικά έρμαιο της μοίρας μας.
Δεν θα μας έδινε και κανένας, άλλωστε, καθώς και οι άλλοι βρίσκονται σε πάρα πολύ μεγάλη δυσκολία. Δεν είμαστε στην εποχή του ’10 που οι άλλοι είχαν λεφτά.
Άρα, για όλους αυτούς τους λόγους θα πρέπει τα αιτήματα που εκφράζετε, να είναι πάντα μέσα στο πλαίσιο της λογικής. Κάθε αίτημα που εκφεύγει αυτού του πλαισίου είναι επικίνδυνο.
Παραδείγματος χάρη, μου λένε πολλοί, να χρηματοδοτήσουμε τις επιταγές. Δηλαδή, όταν κάποιος σου κόβει μια επιταγή, ασχέτως ποιος είναι και ποια είναι η πιστοληπτική του ικανότητα, να μπορείς να την εξοφλείς στην τράπεζα. Να μιλάμε σοβαρά, αυτά δεν γίνονται.
Τα αιτήματα να είναι λογικά. Στα λογικά αιτήματα είμαστε πολύ ανοιχτοί. Στα παράλογα αιτήματα θα λέμε όχι. Γιατί αλλιώς θα καταστραφούμε όλοι μαζί.
Μέχρι στιγμής, υπενθυμίζω ότι τα μέτρα που λαμβάνει η ελληνική Κυβέρνηση όχι μόνο τυγχάνουν της διεθνούς αποδοχής αλλά έχουν και αποτέλεσμα.
Υπενθυμίζω την πρόβλεψη της Commission για την Ελλάδα τον Απρίλιο ότι θα ήμαστε η χειρότερη σε ύφεση χώρα της ευρωζώνης, κυρίως λόγω της μεγάλης επίπτωσης στην οικονομία μας από τον τουρισμό. Θυμίζω τους διαξιφισμούς μου τότε με την Αντιπολίτευση, κυρίως με το ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ, όταν είχε προβλέψει η Commission ότι η Ελλάδα θα έχει τη μεγαλύτερη ύφεση, ήτοι -9,7%.
Όπως ξέρετε, την 1η Ιουνίου η Commission διόρθωσε επί το θετικότερον την πρόβλεψη για την Ελλάδα και το -9,7% έγινε -9%, όταν συνολικά για την ευρωζώνη η διόρθωση ήταν, δυστυχώς, επί το αρνητικότερον με αποτέλεσμα η Ελλάδα να είναι η μοναδική χώρα σε όλη την ευρωζώνη της οποίας η πρόβλεψη αναθεωρήθηκε επί το θετικότερον και όχι επί το αρνητικότερον. Και μάλιστα στην έκθεση της Commission επισημαίνεται ότι αυτή η μεταβολή οφείλεται στα έγκαιρα μέτρα που έλαβε η ελληνική Κυβέρνηση.
Χθες δε, η αρμόδια Επίτροπος Συνοχής και Μεταρρυθμίσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κυρία Φερέιρα έκανε δήλωση, με την οποία συγχαίρει την ελληνική Κυβέρνηση γιατί η Ελλάδα είναι η χώρα με τις ταχύτερες εγκρίσεις χρηματοδοτικών εργαλείων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε όλη την ευρωζώνη.
Άρα, δεν είναι ότι δεν εργαζόμαστε, ότι δεν τρέχουμε, ότι δεν είμαστε αποτελεσματικοί.
Θα μου πείτε: «ναι, αλλά είναι η κρίση πρωτοφανής». Συμφωνούμε. Μα, αν δεν ήταν η κρίση πρωτοφανής, δεν θα υπήρχαν και αυτά τα πρωτοφανή μέτρα.
Αρκούν αυτά τα πρωτοφανή μέτρα; Το πιθανότερο είναι ότι θα χρειαστούν και αρκετά ακόμα, κυρίως διότι η κρίση συνεχίζεται. Δυστυχώς, ένα δεύτερο κύμα κοροναϊού φαίνεται ότι εκδηλώνεται στον πλανήτη, ακόμα ευτυχώς όχι με την ίδια ένταση στην Ελλάδα αλλά όχι ότι αυτό μας αφήνει ανεπηρέαστους, οικονομικά εννοώ.
Φανταστείτε ότι πριν από 20 μέρες η εκτίμηση που είχαμε στο Υπουργείο Ανάπτυξης για τη φετινή τουριστική χρονιά ήταν ότι θα ήταν ευνοημένα τα ξενοδοχεία της βορείου Ελλάδος καθώς σ’ αυτά θα πήγαιναν Βαλκάνιοι πελάτες τους με τα αυτοκίνητά τους, οι οποίοι είχαν ήδη κάνει προκρατήσεις και φαινόντουσαν ότι θα ήταν γεμάτα. Και σκεφτόμαστε τότε πώς θα βρούμε τρόπο να γεμίσουμε και τα νησιά.
Μετά από 20 μέρες, τα νησιά μάς λένε: «κλείστε τα βόρεια σύνορα μη μας πάρουν στο λαιμό τους οι βόρειοι». Και τα ξενοδοχεία που άνοιξαν στην βόρεια Ελλάδα έχουν ακυρώσεις γιατί δεν μπορούν να φτάσουν οι τουρίστες με τα νέα μέτρα που λαμβάνουμε στα σύνορα και λόγω του μεγάλου κύματος της πανδημίας στη Σερβία, στα Σκόπια, στη Βουλγαρία και τις άλλες χώρες.
Άρα, είμαστε σε ένα εξαιρετικά ασταθές περιβάλλον, κανένας μας δεν ξέρει τι μας ξημερώνει αύριο, άρα, ένας λόγος παραπάνω τα αιτήματά μας να είναι λογικά διότι θα πρέπει να έχουμε δυνάμεις όχι για ένα αγώνα 100 μέτρων αλλά, όπως φαίνεται, για ένα αγώνα μαραθωνίου δρόμου που έχει πολλούς μήνες μπροστά ανηφόρα.
Για να κάνω μια de profundis συζήτηση μαζί σας, κι εγώ φανταζόμουν το 2020 ως μία πολύ ευχάριστη χρονιά για τον Υπουργό Ανάπτυξης της Ελλάδος. Η χρονιά ξεκινούσε με τους καλύτερους οιωνούς: το ΚΕΠΕ εκτιμούσε ότι ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ θα «έτρεχε» με σχεδόν 3% το 2020. Οι αυξήσεις στον τουρισμό υπολογίζαμε ότι θα έτρεχαν με 20%, το λιανικό εμπόριο με 15%. Πήγαιναν όλα καλά.
Δυστυχώς, συνέβη κάτι έξω από κάθε φαντασία, έξω από κάθε πρόβλεψη, μια κρίση πλανητικών διαστάσεων. Θα την αντιμετωπίσουμε. Τι να κάνουμε; Αυτό μας έτυχε. Αντί να καθόμαστε να κλαίμε στη γωνία, θα πάμε να βρούμε τις λύσεις.
Θα είναι μία δύσκολη χρονιά, κύριε Πρόεδρε, το 2020, την οποία όμως, -είναι κρίμα που έλειπε πριν ο κύριος Παππάς - με λίγο καλή θέληση από όλους μας μπορούμε να αξιοποιήσουμε, εφόσον και η Ευρώπη πάρει τις αποφάσεις που πρέπει σε κατάλληλο χρόνο και όχι στον αιώνα τον άπαντα ώστε να έχουμε πράγματι στη διάθεσή μας αυτά όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία που συζητάμε.
Εάν όλα αυτά συμβούν, πιστεύω ακράδαντα ότι μπορούμε αντί να θυμόμαστε το 2020 ως τη χρονιά της βαθιάς υφέσεως - που βαθιά ύφεση θα έχουμε οπωσδήποτε, το λέω για να μην παρεξηγούμαστε, θα είναι μια δύσκολη χρονιά - να την δούμε ως χρονιά που εάν δουλέψουμε σωστά, χρησιμοποιήσουμε αυτούς τους ευρωπαϊκούς πόρους όχι ως εργαλείο για να κάνουμε εμείς μικροπολιτική - κάτι που πάντα είναι ευχάριστο για αυτόν που έχει το τιμόνι, γιατί αυτό φέρνει και ψήφους - αλλά να δούμε το συμφέρον της χώρας μας μακροπρόθεσμα και δουλέψουμε για να κάνουμε το μετασχηματισμό της οικονομίας μας σε μία τέτοια βάση που θα οδηγεί σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, σε μία πιο πλουραλιστική οικονομία.
Συνεπώς, αυτή τη χρονιά, αυτό θα κάνουμε, αυτά μπορούμε να κάνουμε και σας διαβεβαιώ ότι η Κυβέρνηση θα παρουσιάσει - επειδή το είπατε, κύριε Παππά, και στη Βουλή θα παρουσιάσουμε το συνεκτικό μας σχέδιο - το πώς ονειρευόμαστε το μέλλον της Ελλάδας και το πώς σκοπεύουμε να αξιοποιήσουμε αυτούς τους ευρωπαϊκούς πόρους για να πετύχουμε μία οικονομία που θα είναι πιο πλουραλιστική, που δεν θα στηρίζεται μόνο στον τουρισμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θέλουμε τουρισμό και τουριστικές επενδύσεις αλλά δεν θέλουμε μόνο τουρισμό και μόνο τουριστικές επενδύσεις.
Και είμαι βέβαιος ότι το σχέδιο που θα σας παρουσιάσουμε, θα σας ικανοποιήσει και θα σας εμπνεύσει για να χτίσουμε τώρα μία Ελλάδα που θα είναι ικανή να στέκεται στα πόδια της για τα επόμενα 100 χρόνια.
Αυτό είναι το όραμα, αυτό θέλει να κάνει η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και αυτό θα κάνουμε».