Ο Υπουργός με παρέμβασή του ανέδειξε τη σημασία των έκτακτων μέτρων που ελήφθησαν για την ανακούφιση των κλάδων που επλήγησαν από τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού. Παράλληλα, επεσήμανε ότι η συνεχής παρακολούθηση της αγοράς αγροτικών προϊόντων στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά την κρίσιμη περίοδο της πανδημίας εξακολουθεί να είναι το καλύτερο όπλο για την αντιμετώπιση τυχόν διαταραχών στους διάφορους τομείς, προκειμένου να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη λειτουργία του πρωτογενούς τομέα.
«Θα ήθελα να επισημάνω ότι το τελευταίο τετράμηνο οι προσπάθειές μας έχουν ιδιαίτερα επικεντρωθεί σε σημαντικούς για τη χώρα τομείς όπως η αλιεία, τα οπωροκηπευτικά και το αιγοπρόβειο κρέας παρεμβαίνοντας με κατάλληλες δράσεις ενίσχυσης εάν και εφόσον απαιτούνται» σημείωσε ο Υπουργός.
Επιπλέον, ο κ. Βορίδης εξέφρασε την αντίθεση της χώρας μας στην επιδίωξη να καταστεί υποχρεωτική η εφαρμογή των οικολογικών σχημάτων (Eco Schemes), κυρίως σε ό,τι αφορά το κομμάτι των δαπανών, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση θα περιοριζόταν σημαντικά οι επιλογές που παρέχει ο «Πυλώνας Ι» υπογραμμίζοντας ότι κάτι τέτοιο θέτει σε κίνδυνο το εισόδημα των αγροτών ενώ μπορεί να λειτουργήσει ως τροχοπέδη στην επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων. Εξάλλου, ο Υπουργός, στο πλαίσιο της συζήτησης που διεξάγεται γύρω από την πράσινη αρχιτεκτονική, ζήτησε εκ νέου την εξαίρεση των μικρών γεωργών από το σύστημα ελέγχου της αιρεσιμότητας και τη συμπερίληψη των δαπανών για τις περιοχές με φυσικούς περιορισμούς στο 30% των υποχρεωτικών δαπανών του «Πυλώνα ΙΙ».
Επιπροσθέτως, ο Υπουργός αναφερόμενος στην προωθούμενη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης «Από το αγρόκτημα στο πιάτο» εξέφρασε τις αμφιβολίες της χώρας μας ως προς την εφαρμογή και την αποτελεσματικότητα πολλών σημείων που περιλαμβάνονται σε αυτή. Τόνισε μάλιστα ότι η στοχοθεσία από πλευράς της Επιτροπής στο κομμάτι αυτό προκαλεί επιφυλάξεις και σημείωσε ότι οι όροι της συγκεκριμένης στρατηγικής δεν μπορούν να έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα για τα κράτη μέλη ούτε να αποτελέσουν κριτήριο για την έγκριση των Στρατηγικών Σχεδίων της ΚΑΠ.
«Τα στενά χρονικά περιθώρια, ειδικά μετά την πρόσφατη κρίση του κορωνοϊού, δεν δίνουν την πολυτέλεια για πειράματα στον αγροτικό τομέα» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βορίδης.
Ο Υπουργός επεσήμανε ότι τα προτεινόμενα μέτρα δεν αντιμετωπίζουν πλήρως τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αναφέροντας ως παράδειγμα τη διαχείριση των υδάτων ως μείζον ζήτημα για τη χώρα μας όπως και για άλλες νότιες χώρες και κάλεσε να δοθεί προτεραιότητα όχι μόνο στην ποιοτική αλλά και στην ποσοτική διάσταση της διαχείρισης του νερού, μέσω των κατάλληλων έργων υποδομών.
Τέλος, ο κ. Βορίδης τόνισε την ανάγκη διασφάλισης προσιτών τιμών για τον καταναλωτή σε βιώσιμα και ποιοτικά τρόφιμα γεγονός που όπως είπε μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την υποχρεωτική επισήμανση για την προέλευση του πρωταρχικού συστατικού των τροφίμων και υπογράμμισε ότι οι υψηλές προδιαγραφές της στρατηγικής «Από το αγρόκτημα στο πιάτο» δεν πρέπει να εκθέτουν τους παραγωγούς σε αθέμιτο ανταγωνισμό εντός της παγκόσμιας αγοράς. Στην κατεύθυνση αυτή δήλωσε την υποστήριξη της χώρας μας στην πρόταση της Βουλγαρίας για ενιαία ρύθμιση του μελισσοκομικού τομέα σε σχέση με την επισήμανση ως προς την προέλευση των μειγμάτων μελιού καθώς, όπως είπε, κάτι τέτοιο θα συνέβαλε σημαντικά στην ορθή ενημέρωση των καταναλωτών και την αποφυγή φαινομένων νοθείας.
Στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας στις Βρυξέλλες συμμετείχε και ο Γενικός Γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και Διαχείρισης Κοινοτικών Πόρων, Κωνσταντίνος Μπαγινέτας.