Προβλέπεται επίσης πως η ανάκαμψη θα αποδειχθεί λιγότερο έντονη από ό,τι αναμενόταν, με ρυθμό ανάπτυξης 6,2% το 2021. Στο τέλος του 2021, το ελληνικό ΑΕΠ θα παραμείνει 4% κάτω από το επίπεδο που βρισκόταν πριν από την κρίση. Η οικονομία προβλέπεται να ανακάμψει πλήρως όχι νωρίτερα από το πρώτο εξάμηνο του 2022, με την εγχώρια ζήτηση, κυρίως την οικιακή κατανάλωση, να λειτουργεί ως η κινητήρια δύναμη της ανάκαμψης. Παρόλο που οι προοπτικές αυτές συμβαδίζουν με τα στοιχεία της Ευρωζώνης, η ύφεση στην Ελλάδα θα αποδειχθεί λιγότερο έντονη από ό,τι σε άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης (Ιταλία -10,1%, Ισπανία -11,8%), χάρη στη συγκριτικά μικρότερης έντασης υγειονομική κρίση και τα έγκαιρα μέτρα περιορισμού.
Δημοσιονομικό πακέτο μέτρων και κίνδυνοι
Το δημοσιονομικό πακέτο μέτρων που ανακοίνωσε η ελληνική κυβέρνηση ως απάντηση στις επιπτώσεις της κρίσης του κορονοϊού, παραμένει σχετικά περιορισμένο. Συνδυάζοντας τα άμεσα δημοσιονομικά κίνητρα, τις αναβολές καταβολής φόρων και τις κρατικές εγγυήσεις, το πακέτο μέτρων ανέρχεται στο 6,4% του ΑΕΠ, ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 22,4%. Η κύρια διαφορά έγκειται στο σχετικά μικρό ποσό των δημόσιων εγγυήσεων (2,1% έναντι 12% του ΑΕΠ), το οποίο θεωρείται και ως κίνδυνος για την ανάκαμψη, καθώς η κατάσταση ρευστότητας των ελληνικών εταιρειών και ο τραπεζικός δανεισμός ήταν ήδη αδύναμα πριν από την πανδημία. Το πρώτο τρίμηνο του 2020 τα δάνεια προς τις εταιρείες μειώθηκαν κατά 5% σε ετήσια βάση. Συνολικά, διακρίνονται αυξανόμενες αδυναμίες στον ελληνικό εταιρικό τομέα, ιδίως στα μέταλλα και, μεταξύ άλλων, στους τομείς των αυτοκινήτων, των βιομηχανικών μηχανημάτων και μεταφορών.
Τουρισμός
Η ανάλυση δείχνει επίσης, πως οι οικονομικές προοπτικές για την Ελλάδα παραμένουν συνδεδεμένες με κάποιους κινδύνους. Πρώτον, η κατάσταση της Ιταλίας, του μεγαλύτερου εμπορικού εταίρου της Ελλάδας, παραμένει εύθραυστη. Δεύτερον, υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα σχετικά με την ικανότητα ανάκαμψης του τουριστικού τομέα. Το πρώτο τρίμηνο, οι ελληνικές τουριστικές εισπράξεις έχουν ήδη μειωθεί κατά 20% σε ετήσια βάση και η επιστροφή των τουριστών στην Ελλάδα παραμένει αβέβαιη.
Τα απόλυτα δεδομένα (π.χ. Google Trends για "Διακοπές στην Ελλάδα" σε κύριες χώρες προέλευσης όπως η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο) υποδηλώνουν μια χαλαρή ομαλοποίηση. Η μείωση των εισπράξεων από τον τουρισμό θα φτάσει τουλάχιστον το 50% φέτος. Τρίτον, ο ελληνικός τραπεζικός τομέας παραμένει ευάλωτος. Οι μετοχές της ελληνικών τράπεζων έχουν χάσει πάνω από το 50% της αξίας τους από τις αρχές του έτους. Ταυτόχρονα, το επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει αυξημένο. Από τη θετική πλευρά, η πρόσβασή τους στη ρευστότητα της κεντρικής τράπεζας έχει βελτιωθεί καθώς τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία είναι πλέον επιλέξιμα για πράξεις αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ.
Ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ
Η κρίση της πανδημίας θα αφήσει ισχυρό σημάδι στα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας. Μετά από χρόνια σταθεροποίησης, ο δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ θα αυξηθεί ξανά πάνω από 190% φέτος. Ωστόσο, το ήμισυ αυτού οφείλεται στη μείωση του ΑΕΠ. Ως εκ τούτου, ο δείκτης θα μειωθεί ξανά στο 183% το επόμενο έτος, όταν η ανάπτυξη θα συμβάλει στην μείωση του χρέους. Ωστόσο, ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ θα παραμείνει πάνω από 170% στο άμεσο μέλλον. Όμως, ούτε η βιωσιμότητα του χρέους ούτε η πρόσβαση στις αγορές διατρέχουν κίνδυνο, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον.
Ευκαιρία για την αξιοπιστία της χώρας
Με τη συμμέτοχη του ελληνικού κρατικού ομολόγου στο Έκτακτο Πρόγραμμα Αγοράς Ομολόγων για την Πανδημία της ΕΚΤ, η Ελλάδα προστατεύεται επί του παρόντος από την αύξηση του κόστους χρηματοδότησης. Το ασφάλιστρο κινδύνου για το ελληνικό κρατικό χρέος παραμένει παρόμοιο με την Ιταλία. Η Ελλάδα θα είναι πράγματι ο κύριος δικαιούχος του ταμείου ανάκαμψης της ΕΕ με 12% του ΑΕΠ σε επιχορηγήσεις και 5% δάνεια χαμηλού κόστους. Ωστόσο, αυτές οι εισροές θα πραγματοποιηθούν μόνο το 2021 και θα αναδείξουν τις θετικές τους επιπτώσεις στην ανάπτυξη μόνο μεσοπρόθεσμα. Τα κεφάλαια αυτά θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να μεταβάλουν το μοντέλο ανάπτυξης της Ελλάδας, καθώς η υπερβολική εξάρτηση της χώρας από τον τουρισμό και τον τομέα των μεταφορών έχει αποδειχθεί πηγή ευπάθειας.
Αυξάνονται οι χρόνοι πληρωμών στην Ελληνική αγορά
Ενώ προβλέπεται ότι η μείωση του ΑΕΠ το 2020 θα είναι λιγότερο δυσμενής από τις υπόλοιπες χώρες του Ευρωπαϊκού νότου, οι καθυστερήσεις πληρωμών που έχει στην διάθεσή της η Euler Hermes Ελλάδος το 9μηνο του 2020 είναι υπερδιπλάσιες σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2019. Η έλλειψη ρευστότητας επηρέασε την πλειονότητα των κλάδων δραστηριότητας, με τον υψηλότερο αριθμό καθυστερήσεων να προέρχεται από εταιρείες που δραστηριοποιούνται στους κλάδους των κατασκευών, μετάλλων και λιανικής αγοράς εκτός τροφίμων. Ωστόσο, παρατηρείται μια θετική προσπάθεια τήρησης των πλάνων αποπληρωμής οφειλών ώστε τα ληξιπρόθεσμα υπόλοιπα οφειλών να μειωθούν σταδιακά. Αυτά τα πλάνα ωστόσο, είναι κυρίως μακροπρόθεσμα πλάνα αποπληρωμής που συχνά υπερβαίνουν τους 12 μήνες. Περιπτώσεις οφειλών οι οποίες δεν μπορούσαν να διακανονιστούν και μετατράπηκαν σε αιτήσεις αποζημιώσεων από τους ασφαλισμένους πελάτες μας αυξήθηκαν κατά περίπου 30% σε σύγκριση με το 9μηνο του 2019 και προβλέπεται ότι αυτή η τάση θα συνεχιστεί για τους επόμενους 4-6 μήνες.