Στο Υπόμνημα της η ΕΣΕΕ τονίζει πως το σχέδιο νόμου ανταποκρίνεται στην ανάγκη ενοποίησης και απλοποίησης των ρυθμίσεων που ισχύουν έως σήμερα. Εντούτοις, περιέχει διατάξεις που ενδεχομένως εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους για τα πλέον ευάλωτα τμήματα της πολύπαθης – ελέω Μνημονίων και πανδημίας – μικροεπιχειρηματικότητας της χώρας. Ειδικότερα η ΕΣΕΕ υπογραμμίζει:
Ως προς τις διατάξεις για ρύθμιση οφειλών:
- Εξακολουθεί να απαιτείται η έμμεση συναίνεση των τραπεζών για κεφαλαιοποίηση του συνόλου των οφειλών, ενώ όταν τα πιστωτικά ιδρύματα αρνούνται την εξωδικαστική ρύθμιση, προκύπτει αδυναμία ρύθμισης και για τα υπόλοιπα χρέη του οφειλέτη σε Δημόσιο και Ασφαλιστικά Ταμεία.
- Δεν θα έπρεπε να υφίσταται κανένα πλαφόν για την ενεργοποίηση της συμμετοχής του Δημοσίου και των ασφαλιστικών ταμείων στην σχετική διαδικασία.
- Θα πρέπει να διπλασιασθεί από δύο σε τέσσερις μήνες η προθεσμία ολοκλήρωσης της διαδικασίας ρύθμισης οφειλών μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας.
Ως προς την πτωχευτική διαδικασία:
- Το κριτήριο της τεκμαιρόμενης παύσης πληρωμών του 40% των οφειλών σε διάστημα 6 μηνών, που είναι μεγαλύτερο των 30.000 ευρώ ενδέχεται να ανοίξει τον δρόμο για μαζική κήρυξη πτωχεύσεων, ακόμη και για εκείνους τους οφειλέτες που δεν έχουν στην πραγματικότητα υπεισέλθει σε πραγματική και ουσιαστική παύση πληρωμών.
- Σημαντικό τμήμα των εισοδημάτων του επιχειρηματία μετά την κήρυξη της πτώχευσης θα συνυπολογίζεται πλέον στην πτωχευτική περιουσία. Με αυτόν τον τρόπο η «δεύτερη ευκαιρία» μειώνεται ως προς το εύρος της και μοιάζει πιο πολύ με δεύτερη ευκαιρία της πτώχευσης, παρά του πτωχού.
- Προβλέπεται απαλλαγή του μη δόλιου πτωχού 3 χρόνια μετά την απόφαση πτώχευσης, ακόμα και γι αυτούς που έχουν παγιδευτεί επί πολλά χρόνια σε ατέρμονες παλιές πτωχεύσεις. Μετά από 10 χρόνια κρίσης και πανδημίας τα 3 χρόνια κρίνονται πολλά στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η ελληνική οικονομία. Θα πρέπει να ισχύσει το 1 έτος, που είναι και ο προβλεπόμενος χρόνος για τον οφειλέτη που εισφέρει περιουσία στην πτώχευση.
Ως προς την προστασία της πρώτης κατοικίας:
- Η ρητή αναφορά της διάταξης στο άρθρο 3 ν. 4472/2017 (η οποία προσδιορίζει τους δικαιούχους ευάλωτους ως «νοικοκυριά» με στεγαστικό δάνειο) δείχνει ότι θέτει εκτός προστατευτικού πλαισίου τους μικρούς επιχειρηματίες, που έχουν προσημειώσει τα σπίτια τους για να στηρίξουν τις επιχειρήσεις, τα οικογενειακά τους εισοδήματα και τις θέσεις εργασίας που προσφέρουν. Πρόκειται σαφώς για άνιση μεταχείριση και οπισθοδρόμηση καθώς η ένταξη των μικρών επιχειρηματιών στο προστατευτικό πλαίσιο επιτεύχθηκε μόλις πρόσφατα και μετά από πολλές προσπάθειες.
- Για την επαναγορά του ακινήτου, εφόσον ο οφειλέτης/ιδιοκτήτης υπαχθεί στο νέο καθεστώς προστασίας, θα πρέπει να συνυπολογίζονται τα ενοίκια που θα καταβάλει επί 12ετία, όπως επίσης και το αρχικό ποσό του δανείου που είχε ήδη πληρώσει. Τα εν λόγω μισθώματα είναι απαραίτητο να καθορίζονται σε εύλογα επίπεδα, που θα επιτρέπουν την ομαλή αποπληρωμή τους, ανάλογα με την εισοδηματική κατάσταση του οφειλέτη.