Κατά τη συνάντηση τέθηκαν τα μέτρα στήριξης που ζητά ο κλάδος της εστίασης από την κυβέρνηση, με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία να υπογραμμίζει ότι υπάρχει η δυνατότητα να υλοποιηθούν αυτά, σημειώνοντας ότι αυτό δεν είναι μικροπολιτική αλλά ένα δίκαιο αίτημα και απάντηση στις ανάγκες που έχει ένα μεγάλος κλάδος της ελληνικής οικονομίας.
Ειδικότερα ο κ. Τσίπρας είπε ότι με το νέο lockdown στην εστίαση «θα υπάρξει ένα πολύ μεγάλο μέρος επιχειρήσεων που δεν θα μπορέσουν να επιβιώσουν». Επισήμανε ότι από τον Μάρτιο και μετά έχει συζητήσει επανειλημμένα και μαζί τους, έχει επισκεφτεί πολλές επιχειρήσεις, έχει μιλήσει με επαγγελματίες στο χώρο της εστίασης μικρούς και μεγαλύτερους «και είναι αυτονοητό ότι όταν σε μια επιχείρηση επί 2,5 μήνες στερείς καθολικά τη δυνατότητα λειτουργίας, επαναλειτουργούν με πολύ μεγάλα προβλήματα και πολύ μεγάλη μείωση της ζήτησης και μετά ξανακλείνουν, αντιλαμβάνεται κανείς ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πολύ μεγάλο αδιέξοδο».
Είπε ότι σήμερα πάνω από 45.000 επιχειρήσεις σε όλη τη χώρα κλείνουν πολλές καθολικά, κάποιες άλλες μένουν στο delivery και το take away, για να τονίσει ότι «πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι βρισκόμαστε μπροστά στον κίνδυνο πολλών χιλιάδων λουκέτων στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας που θα χαθούν».
Ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι το πρώτο που θα έθετε ως κρίσιμο αυτή τη στιγμή είναι να υπάρξει η απόφαση για μη επιστρεπτέα προκαταβολή, δηλαδή επιδότηση-ενίσχυση όλων των επιχειρήσεων της εστίασης. «Εμείς λέμε με κριτήριο τις θέσεις εργασίας, ανάλογα με τον αριθμό των εργαζομένων που διατηρείς να έχεις τη δυνατότητα να επιδοτηθείς, εμείς προτείναμε από τον Μάρτιο τα 2.000 ευρώ ανά εργαζόμενο μη επιστρεπτέα επιδότηση για να μπορέσει να σταθεί ο επιχειρηματικός κόσμος», επισήμανε.
Σχολίασε ότι δεν ξέρουμε πόσης διάρκειας θα είναι το lockdown, «μακάρι να είναι ενός μηνός, τα επιδημιολογικά στοιχειά δεν είναι ιδιαίτερα αισιόδοξα, αλλά εμείς οφείλουμε να σχεδιάσουμε το οικονομικό σχέδιο παίρνοντας το δυσμενές σενάριο». Κατόπιν αυτού τόνισε ότι πέραν της επιδότησης που είναι αναγκαία, σήμερα είναι απαραίτητο να υπάρξει ουσιαστική στήριξη του κόστους εργασίας σε όσους έχουν κλείσει καθολικά, δηλαδή να καλυφθεί 100% το μισθολογικό και ασφαλιστικό κόστος, σε όσες λειτουργούν πληττόμενες στο 40% το μισθολογικό και στο 100% το ασφαλιστικό κόστος. Αναφορικά με το κρίσιμο θέμα των ενοικίων, η πρόταση είναι να ακολουθηθεί κι εδώ αυτό που γίνεται στην Ιταλία, όπως είπε, όπου το κράτος επιδοτεί ένα ποσοστό του ενοικίου, 40%. Σχολίασε ότι ακόμα και το 40% για τον επιχειρηματία που είναι καθολικά κλειστή η επιχείρηση του δεν είναι λύση.
«Αυτά πρέπει να γίνουν άμεσα», υπογράμμισε ο κ. Τσίπρας. Τόνισε ότι «υπάρχει η δυνατότητα να γίνουν, δεν βρισκόμαστε ούτε σε πλαίσιο δημοσιονομικών περιορισμών ούτε έχουμε στόχο πλεόνασμα -ίσα ίσα η ΕΕ λέει "δαπανήστε ό,τι χρειάζεται για να κρατηθεί η υγειονομική και οικονομική σταθερότητα"- υπάρχει η δυνατότητα αξιοποίησης χρημάτων και από το ΕΣΠΑ, η χώρα δανείζεται με χαμηλό επιτόκιο χάρη στην ΕΚΤ και το έκτακτο πρόγραμμα της, κι απ' ό,τι όλοι γνωρίζουμε υπάρχουν και 37 δισ. στα ταμεία, δηλαδή έλεος». Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επανέλαβε την πεποίθηση του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία ότι «πρέπει να υπάρξει άμεση στήριξη» και υπογράμμισε πως αυτό «είναι δίκαιο αίτημα, δεν είναι μικροπολιτική αυτό, είναι απάντηση στις ανάγκες που έχει ένας μεγάλος κλάδος της ελληνικής οικονομίας, και θα τα πω και στη Βουλή την Παρασκευή».
Αναφορικά με το ζήτημα της ρευστότητας σχολίασε ότι περισσότερο θέλει να τους ακούσει και να τους ρωτήσει, καθώς, όπως σχολίασε, όλο το καλοκαίρι που επισκεπτόταν και νησιά και μιλούσε με μικρομεσαίους επιχειρηματίες ιδίως της εστίασης «δεν βρήκα έναν άνθρωπο να μου πει ότι έχει πάρει χρήματα και αναρωτιέμαι πού πήγαν». Πρόσθεσε ότι δεν θέλει να διαψεύδει. και να αμφισβητήσει όλο όσα ακούγονται ότι έχουν δοθεί, «αλλά αναρωτιέμαι πού πήγαν τα χρήματα αυτά». Είπε ότι βλέποντας μια ανάλυση της ΤτΕ είδε ότι από τα 56 δισ. ρευστότητας που έχουν αυτή τη στιγμή οι ελληνικές τράπεζες παραπάνω απ' ό,τι είχαν το 2019, έχουν δώσει 10 στις επιχειρήσεις και το 50% από αυτά έχουν πάει σε 5 επιχειρηματικούς ομίλους. Αυτό σημαίνει, τόνισε, ότι «τελικά δανειοδοτούνται αυτοί που μπορούν να αποδείξουν ότι δεν έχουν πρόβλημα, ενώ αυτοί που έχουν την ανάγκη δεν έχουν πρόσβαση στη ρευστότητα».
Ο Γιώργος Καββαθάς, με την ιδιότητα του προέδρου της ΠΟΕΣΕ, σημείωσε ότι «ο κλάδος της εστίασης έχει υποστεί τη βάσανο του πρώτου κύκλου 2,5 μηνών με τεράστιες επιπτώσεις» και ότι αναφορικά με τη συνέχεια της επανεκκίνησης, «σύμφωνα και με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο μ.ο. μείωσης του κύκλου εργασιών είναι 57%». Πρόσθεσε ότι «υπάρχουν τμήματα του κλάδου που έχουν μείωση που μπορεί να ξεπερνά και το 90%». Επισήμανε ότι «από τις 10 Αυγούστου βρισκόμαστε σε διαδικασία περιοριστικών μέτρων μεσούσης της "τουριστικής περιόδου" με τεράστιες επιπτώσεις στη λειτουργία των επιχειρήσεων. Το 60% και πάνω του κλάδου μπαίνει σήμερα στη διαδικασία του λοκντάουν, γιατί Αττική και Θεσσαλονίκη μόνο έχουν περίπου 40.000 και περισσότερες επιχειρήσεις».
Ο κ. Καββαθάς μίλησε για «τραγική συγκυρία» για τον κλάδο, τονίζοντας ότι «ο κίνδυνος των λουκέτων για εμάς είναι ορατός το επόμενο διάστημα». «Δεν ξέρω», είπε, «αν θα μπορέσουν πολλές επιχειρήσεις να επαναλειτουργήσουν μετά τη λήξη του λοκντάουν, αλλά σε κάθε περίπτωση ο κίνδυνος 3 στις 10 επιχειρήσεις να μην μπορέσουν να ανοίξουν ή να κλείσουν μετά το λοκντάουν, είναι ορατός πλέον». Χαρακτήρισε τα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση ως «υποδεέστερα ακόμα και των μέτρων που είχαμε τον Μάρτιο-Απρίλιο». Μίλησε για κατασπατάληση πόρων υπό την έννοια, όπως εξήγησε, ότι αν χαθεί το 30% του κλάδου, θα μιλάμε για τουλάχιστον 100.000-200.000 ανέργους κι ότι «αν μας είχε ακούσει η κυβέρνηση κι είχε επιδοτήσει το 100% του ασφαλιστικού κόστους, το κόστος θα ήταν μικρότερο από αυτό που δαπανά σήμερα». Δηλαδή, είπε, σε έναν μισθό των 1.000 ευρώ το ασφαλιστικό κόστος είναι 350 ευρώ και σήμερα δίνει 534 σε αναστολές συν τα ασφάλιστρα που πληρώνει η πολιτεία, «άρα είναι λάθος ο σχεδιασμός».
Ο πρόεδρος της ΠΟΕΣΕ τόνισε την αναγκαιότητα τουλάχιστον πέντε κεντρικών άμεσων μέτρων για τον κλάδο. Πρώτον, ειδικό πρόγραμμα μη επιστρεπτέας προκαταβολής με μια ελάχιστη καταβολή ανά επιχείρηση -στη μικρότερη επιχείρηση- 5.000 ευρώ. Δεύτερο, 100% των ασφαλιστικών εισφορών για το επόμενο εξάμηνο. Τρίτον, «τα ενοίκια που είναι τεράστιο κόστος για τις επιχειρήσεις, γιατί η μείωση 40% μπορεί να βοηθήσει τον κλάδο αν ισχύσει για ένα εξάμηνο». Τέταρτο, «οι ρυθμίσεις οφειλών. Θα πρέπει να γίνει για όλες τις οφειλές που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας». Πέμπτο, απαλλαγή από τέλη (καταλήψεις πεζοδρομίων και πλατειών) και δημοτικά τέλη προς τους ΟΤΑ. «Είναι 5 αιτήματα που ζητάμε από την κυβέρνηση να μας τα ικανοποιήσει, όχι για να μπορέσουμε να κερδίσουμε αλλά για να επιβιώσουμε», είπε.