Σύμφωνα με όσα μεταδίδει το euro2day.gr, στο βασικό σενάριο, η παγκόσμια κοινότητα μπολιάζεται με προσδοκία στο τέλος του 2020 με αρχές του 2021, στη βάση καλών νέων από το μέτωπο των εμβολίων.
Το νέο δεύτερο χτύπημα της πανδημίας επί του παρόντος επιβάλλει αναθεωρήσεις. Το προσχέδιο προϋπολογισμού είχε από την κατάρτισή του στις αρχές Οκτωβρίου μικρές πιθανότητες «επιβίωσης» έως την κατάθεση του προϋπολογισμού 2021 στις 21 Νοεμβρίου στη Βουλή. Παρότι η ορατότητα παραμένει περιορισμένη, ορισμένες προβλέψεις έχουν δεδομένα ξεπεραστεί. Κανένας πλέον δεν περιμένει ότι η ύφεση θα συγκρατηθεί στο 8% φέτος, κανένας δεν ποντάρει στην επιστροφή σε ανάπτυξη από το πρώτο τρίμηνο του 2021.
Το ΙΟΒΕ, προ ημερών, στο δυσμενές σενάριό του, ανέφερε πιθανότητες συντήρησης της ύφεσης και το 2021 σε ένα εύρος από 2,5% έως 4%, εκτίμηση την οποία δεν συμμερίζονται πηγές του υπουργείου Οικονομικών. «Με επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, κεφάλαια από την Ε.Ε, τις καταθέσεις να αυξάνονται για μήνες και καλά νέα από το μέτωπο της πανδημίας, η οποία δεν μπορεί να διαρκέσει για… πάντα, δεν υπάρχει ύφεση για την ελληνική οικονομία το 2021», αναφέρει αρμόδια πηγή.
Με τα έως τώρα δεδομένα, το υπουργείο Οικονομικών ξαναγράφει τον προϋπολογισμό του 2021 με τις προβλέψεις για ανάκαμψη να περιορίζονται μεταξύ 3,5% και 5%, έναντι 7,5% που προέβλεπε το προσχέδιο με μια σειρά προϋποθέσεων (έλεγχος της πανδημίας, λεφτά από την Ε.Ε).
Τα κεφάλαια από την Ε.Ε. εξακολουθούν να αναμένονται παρά τις πανευρωπαϊκές καθυστερήσεις στην πρακτική ενεργοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης. Ακόμα δεν έχουν καν υποβληθεί τα προσχέδια από τα κράτη-μέλη και δεν έχει ολοκληρωθεί η «γραφειοκρατία» των Βρυξελλών. Εξακολουθεί όμως να υπάρχει η προσδοκία εισροής κεφαλαίων από την Ε.Ε εντός του πρώτου εξαμήνου του επόμενου έτους.
Για φέτος, τα δεδομένα του γενικού lockdown της περιόδου Μάρτιος-Απρίλιος αποτελούν τη δεξαμενή άντλησης προβλέψεων. Η βουτιά του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο ήταν 15,2%. Χονδρικά, σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, «μοιράζεται» σε μηνιαία βάση σε 22%, 15% και 10%-11% το τρίμηνο Απριλίου-Ιουνίου.
Συγκρίνοντας τον Απρίλιο με τον Νοέμβριο, σταθμίζοντας το γεγονός ότι τώρα το lockdown δεν είναι εθνικό, το λιανεμπόριο παραμένει σε λειτουργία, μέσα στον μήνα θα πέσουν στην αγορά 1,5 δισ. ευρώ τα οποία «έλειπαν» από την εξίσωση του Απριλίου και εκτιμώντας ότι η νέα αυτή «περιπέτεια» θα έχει ελεγχθεί έως τα μέσα Δεκεμβρίου, η ύφεση φέτος θα κυμανθεί κοντά ή οριακά κάτω από το 10%. Αυτά όμως, όπως έδειξαν οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών σε υγειονομικό επίπεδο, ανατρέπονται πολύ εύκολα.
Στο δημοσιονομικό μέτωπο, δεν υπάρχει αμφιβολία πως φέτος το πρωτογενές έλλειμμα θα είναι τεράστιο. Με δεδομένο ότι δεν υπάρχει η παραμικρή σκέψη στην ευρωζώνη για επαναφορά των δημοσιονομικών στόχων και κανόνων το επόμενο έτος, στο υπουργείο Οικονομικών η προσοχή στρέφεται κυρίως στα ταμειακά διαθέσιμα, τα οποία ανατροφοδοτούμενα από διαρκείς εξόδους στις αγορές παραμένουν ισχυρά.
Το πρωτογενές έλλειμμα θα επιβαρυνθεί περαιτέρω φέτος καθώς μόνο τα μέτρα τα οποία έχουν μέχρι σήμερα ανακοινωθεί στοιχίζουν 1,5 δισ. ευρώ τον Νοέμβριο και με την παραδοχή ότι θα έχουμε «καθαρίσει» από μερικά ή ολικά lockdown έως τις 15 Δεκεμβρίου, ο λογαριασμός αυξάνει σε 2,3 δισ. ευρώ. Στο ίδιο διάστημα, η παράλληλη απώλεια εσόδων υπολογίζεται σε 1,1-1,2 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με το προσχέδιο, το πρωτογενές έλλειμμα σε όρους ενισχυμένης εποπτείας φέτος θα έφτανε στο 6,23% του ΑΕΠ (10,6 δισ. ευρώ) και το 2021 θα περιοριζόταν σε 1,862 δισ. ευρώ ή στο 1% του ΑΕΠ. Όλες αυτές οι προβλέψεις τελούν υπό δραστική αναθεώρηση -αν και δημοσιονομικά, λόγω αλλαγών στους κανόνες της Eurostat, οι επιπτώσεις μπορεί να είναι μικρότερες των αναμενομένων- καθώς το προσχέδιο συντάχθηκε με δύο βασικές παραδοχές: δεν επαναλαμβάνεται lockdown στην ελληνική επικράτεια και το δεύτερο τρίμηνο του 2021 η κανονικότητα επανέρχεται, ώστε ο τουρισμός το ερχόμενο καλοκαίρι να «δουλέψει» στο 60% του 2019.
Οι λοιμωξιολόγοι, τις τελευταίες ώρες, κρούουν κώδωνα κινδύνου για ενδεχόμενο καθολικό lockdown στην Αττική ή ακόμα και πανελλαδικά, σενάριο το οποίο κάθε άλλο παρά μπορεί να αποκλείσει η κυβέρνηση. Σε αυτή την περίπτωση, το κόστος διπλασιάζεται και σε επίπεδο δαπανών, το 1,5 δισ. ευρώ τον μήνα γίνεται 3 δισ. ευρώ, η απώλεια εσόδων διευρύνεται και ο λογαριασμός της ύφεσης θα πρέπει απλά να ξαναγίνει.