Σε απάντησή της η Ελληνική Αστυνομία σημειώνει πάντως ότι «ο σεβασμός των δικαιωμάτων και της προσωπικότητας των κρατουμένων στις αστυνομικές υπηρεσίες θεωρείται απόλυτη προτεραιότητα».
Η Επιτροπή CPT πραγματοποίησε επείγουσα επίσκεψη σε αστυνομικά τμήματα, κέντρα κράτησης και προαναχωρησιακά κέντρα στον Έβρο, τη Μαλακάσα και τη Σάμο τον Μάρτιο 2020, μετά το μονομερές άνοιγμα των συνόρων από την πλευρά της Τουρκίας. Στην έκθεση που δημοσιεύεται σήμερα η Επιτροπή προτρέπει τις ελληνικές αρχές να αλλάξουν την προσέγγισή τους απέναντι στην κράτηση μεταναστών και να διασφαλίσουν ότι οι μετανάστες αντιμετωπίζονται με αξιοπρέπεια και ανθρωπιά.
Όπως αναφέρει η Επιτροπή, σε ορισμένες εγκαταστάσεις στην περιοχή του Έβρου και στη Σάμο οι συνθήκες κράτησης «ισοδυναμούν με απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση». Συνωστισμός, κελιά γεμάτα με κρεβάτια, με κακό φωτισμό και αερισμό, τουαλέτες και ντουζιέρες σπασμένες, ανεπαρκή προϊόντα προσωπικής υγιεινής, ανεπαρκές φαγητό, ασαφής πληροφόρηση των μεταναστών για την κατάστασή τους και καμία πρόσβαση σε υπαίθρια καθημερινή άσκηση ήταν ανάμεσα σε όσα εντόπισαν τα μέλη της Επιτροπής.
Σε αυτές τις συνθήκες, σημειώνουν, κρατούνται ακόμα και οικογένειες με παιδιά, ασυνόδευτα ανήλικα και άλλα ευάλωτα άτομα, όπως έγκυες. Η Επιτροπή ζητά να μην κρατούνται γυναίκες και παιδιά και να μεταφέρονται οι ευάλωτοι σε κατάλληλες εγκαταστάσεις υποδοχής που ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους. Ειδικότερα, ζητά από τις ελληνικές αρχές να κλείσουν ή να ανακαινίσουν πλήρως το προαναχωρησιακό κέντρο στο Φυλάκιο του Έβρου.
Εξάλλου, στην έκθεσή της η Επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης αναφέρει ότι έλαβε «συνεπείς και αξιόπιστους ισχυρισμούς» για παράνομες επαναπροωθήσεις από την Ελλάδα προς την Τουρκία μέσω του Έβρου παρουσιάζοντας και την περίπτωση ενός νεαρού 21χρονου αγοριού με την αδελφή του ηλικίας δυόμιση ετών που χωρίστηκαν από τους γονείς τους και τα άλλα πέντε αδέλφια τους, όταν επαναπροώθησαν τους τελευταίους στην Τουρκία. Η Επιτροπή ζητά από τις ελληνικές αρχές να ενεργήσουν κατάλληλα, ώστε να αποτρέψουν τέτοια φαινόμενα. Επίσης, εγείρει ανησυχίες για πράξεις της Ελληνικής Ακτοφυλακής που εμποδίζουν τα πλοία που μεταφέρουν μετανάστες να προσεγγίσουν οποιοδήποτε ελληνικό νησί και ζητά να λάβει περισσότερες λεπτομέρειες από τις ελληνικές αρχές σχετικά με τον τρόπο παρακολούθησης της τήρησης των διατάξεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων της Frontex.
Τέλος, η Επιτροπή καλεί τις ελληνικές αρχές να λάβουν σθεναρά μέτρα για την εξάλειψη της κακομεταχείρισης των κρατουμένων μεταναστών από την αστυνομία, καθώς στην έκθεση αναφέρονται ισχυρισμοί μεταναστών για κακομεταχείριση από μέλη της αστυνομίας ή της ακτοφυλακής, μεταξύ άλλων χαστούκια στο κεφάλι και χτυπήματα στο σώμα, είτε κατά τη σύλληψη είτε κατά τη μεταφορά τους σε τόπο κράτησης. Διευκρινίζει πάντως ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μεταναστών δήλωσαν ότι δεν είχαν υποστεί σωματική κακομεταχείριση από την αστυνομία ή την ακτοφυλακή.
Στην έκθεσή της, η Επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης σημειώνει ότι αναγνωρίζει τις σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές αρχές στη διαχείριση μεγάλου αριθμού μεταναστών που εισέρχονται στη χώρα, κάτι που απαιτεί συντονισμένη ευρωπαϊκή προσέγγιση. Ωστόσο, καταλήγει ότι «η συστηματική κράτηση δεν μπορεί να είναι η άμεση απάντηση στην πρόκληση αυτή».
Η απάντηση των ελληνικών αρχών
Στην απάντησή της η Ελληνική Αστυνομία παρέχει πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται για τη βελτίωση των συνθηκών κράτησης των μεταναστών, όπως η ανακαίνιση στους χώρους του προαναχωρησιακού κέντρου στο Φυλάκιο ή η υλοποίηση έργων κατασκευών νέων σύγχρονων κτιρίων στις αστυνομικές υπηρεσίες με κατάλληλους χώρους που καλύπτουν πλήρως τις ανάγκες του εργαζόμενου προσωπικού και των πολιτών και βελτιώνουν τις συνθήκες κράτησης.
Τονίζει εξάλλου ότι «ο σεβασμός των δικαιωμάτων και της προσωπικότητας των κρατουμένων στις αστυνομικές υπηρεσίες θεωρείται απόλυτη προτεραιότητα για το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας».
Για την προστασία της υγείας των κρατουμένων και του προσωπικού αναφέρεται ότι έχουν δοθεί συγκεκριμένες οδηγίες, μεταξύ των οποίων η διασφάλιση των απαραίτητων συνθηκών υγιεινής, η σχολαστική καθαριότητα και τακτική απολύμανση των χώρων κράτησης, η παροχή ζεστού νερού, κλιματισμού, εξαερισμού και φωτισμού των κέντρων κράτησης και η παροχή επαρκούς φαγητού.
Σχετικά με τα ασυνόδευτα παιδιά, γίνεται αναφορά σε μια νέα στρατηγική τερματισμού της κράτησής τους και μεταφοράς τους από τα κέντρα υποδοχής των νησιών σε ασφαλείς εγκαταστάσεις στην ηπειρωτική Ελλάδα. Από την πλευρά του το υπουργείο Μετανάστευσης υπογραμμίζει ότι η Ειδική Γραμματεία Ασυνόδευτων Ανηλίκων έχει ως προτεραιότητά της τη μεταφορά των παιδιών από τα αστυνομικά τμήματα σε κατάλληλες δομές, ενώ εργάζεται συστηματικά για την αναμόρφωση όλου του συστήματος υποδοχής και φιλοξενίας των ασυνόδευτων παιδιών στην Ελλάδα. Σημειώνεται ότι χτες ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου ανακοίνωσε κοινή νομοθετική πρωτοβουλία με το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη για τον τερματισμό της κράτησης ασυνόδευτων παιδιών σε αστυνομικά τμήματα.
Αναφορικά με τις καταγγελίες για παράνομες επαναπροωθήσεις, η Ελληνική Αστυνομία υπογραμμίζει ότι «η υποτιθέμενη πρακτική στρατιωτικών και αστυνομικών που επιχειρούν έξω από τις επίσημες διοικητικές εγκαταστάσεις και βοηθούν κρυφά στη διεξαγωγή υποτιθέμενων pushbacks προς τα σύνορα είναι αβάσιμη και εντελώς λανθασμένη». Επίσης, διαβεβαιώνει την Επιτροπή ότι όλοι οι αστυνομικοί που υπηρετούν στον Έβρο ενεργούν σύμφωνα με το νόμο και με τα πρότυπα για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Για τη Frontex διευκρινίζει ότι ο οργανισμός ανέλαβε την πρωτοβουλία μαζί με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τα Θεμελιώδη Δικαιώματα της ΕΕ (FRA) να πραγματοποιεί επιτόπιες επισκέψεις σε περιοχές όπου επιχειρεί, με στόχο την καλύτερη κατανόηση του επιχειρησιακού περιβάλλοντος, αναπτύσσοντας τα κατάλληλα εργαλεία για τη συνεχή παρακολούθηση του ζητήματος., ενώ κάνει αναφορά και στο μηχανισμό καταγγελιών της Frontex, που επιτρέπει σε υπηκόους τρίτων χωρών να υποβάλλουν καταγγελίες ανώνυμα εφόσον θεωρούν ότι έχουν παραβιαστεί τα δικαιώματά τους από την επιβολή του νόμου ή από τους συνοριοφύλακες που συμμετέχουν στις κοινές επιχειρήσεις της.
Τέλος, αναφορικά με τις καταγγελίες για κακομεταχείριση μεταναστών η Αστυνομία τονίζει μεταξύ άλλων ότι «η επιχειρησιακή πρακτική που ακολουθείται σε περιπτώσεις σύλληψης παράνομων προσφύγων/μεταναστών εφαρμόζεται υπό απόλυτη νομιμότητα και εφαρμόζονται πιστά οι εντολές που δίνονται σχετικά με τη συμπεριφορά των αξιωματικών της αστυνομίας προς τους μετανάστες και τους πρόσφυγες για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και τον πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειάς τους».