Ανοδικά κινήθηκαν οι αφίξεις ξένων τουριστών στην Ελλάδα και τον φετεινό Αύγουστο, αφού σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία από τα κυριότερα αεροδρόμια της χώρας, που δημοσιοποίησε ο ΣΕΤΕ, οι διεθνείς αφίξεις κατέγραψαν αύξηση +4,6%, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2014, φθάνοντας σχεδόν τα 3 εκατομμύρια αφίξεις. Σε επίπεδο οκταμήνου, σημειώθηκε αύξηση +6,3%, με συνολικά 11,7 εκατ. αφίξεις. Η Αθήνα, όπως σημειώνει ο ΣΕΤΕ, συνεχίζει την εντυπωσιακή της πορεία και τον Αύγουστο, καταγράφοντας αύξηση +23% σε σχέση με τον Αύγουστο του 2014 και +26% σε επίπεδο οκταμήνου. Με θετικό πρόσημο κινείται και το σύνολο σχεδόν όλων των προορισμών στο οκτάμηνο Ιανουάριος - Αύγουστος 2015, με μόνες εξαιρέσεις τη Ρόδο, την Κω και το Ηράκλειο Κρήτης, όπου καταγράφονται μειώσεις -2,3%, -2,1% και -1,7% αντίστοιχα.
Παρά τη δύσκολη οικονομική συγκυρία και τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετώπισε ο κλάδος εν μέσω της φετινής τουριστικής περιόδου, η εντατική, επίμονη και συστηματική δουλειά όλων των εμπλεκόμενων φορέων, των επιχειρηματιών και των εργαζομένων στον ελληνικό τουρισμό αποδίδει καρπούς πετυχαίνοντας ένα ακόμα ρεκόρ, τονίζει ο ΣΕΤΕ. Υπό την προϋπόθεση της σταθερότητας των συνθηκών της αγοράς, το 2015, αναφέρει ο ΣΕΤΕ, αναμένεται να κλείσει στο σύνολό του με περίπου 26 εκατ. διεθνών αφίξεων και άνω των 14,5 δισ. ευρώ άμεσα έσοδα, προσθέτοντας επιπλέον μια μονάδα στο ΑΕΠ της χώρας και ενισχύοντας έμπρακτα και ουσιαστικά τις τοπικές κοινωνίες. Με την πορεία του τουρισμού να έχει εκπλήξει θετικά τους Έλληνες ξενοδόχους την φετινή περίοδο, αισιοδοξία επικρατεί και την πορεία του το 2016, βάσει των μέχρι τώρα δεδομένων. Η μέχρι τώρα πορεία της Αθήνας ως τουριστικού προορισμού, αλλά και η διαγραφόμενη έντονη ζήτηση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος και για τα επόμενα χρόνια, κάνει τους ξενοδόχους να αισιοδοξούν και για τη νέα χρονιά.
Σε χθεσινή εκδήλωση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, ο πρόεδρος της, Γιάννης Ρέτσος, στάθηκε στην ανθεκτικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, που όπως είπε, μέσα στις αντιξοότητες, ελέω capital controls, όχι μόνο άντεξε αλλά και ξεπέρασε κάθε προσδοκία. «Ο ελληνικός τουρισμός βαδίζει και φέτος ολοταχώς για νέο ρεκόρ σε αφίξεις και έσοδα». Πρώτες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για έσοδα περίπου 14,5 δισ. ευρώ και αφίξεις 26 εκατομμύρια. Μάλιστα η παρούσα αυτή εξέλιξη οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό, όπως ανάφερε ο κ. Ρέτσος, στην άνθιση του οδικού τουρισμού, που φέτος πάτησε γκάζι και τροφοδότησε την Ελλάδα με 10 περίπου εκατομμύρια τουρίστες, με τις τουριστικές ροές ακόμα να συνεχίζονται. Αφού τόνισε πως πρέπει να γίνει συνείδηση ότι ο τουρισμός είναι βασικός πυλώνας ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, ο κ. Ρέτσος στάθηκε στις προκλήσεις της νέας χρονιάς. Το μεγάλο στοίχημα για τη νέα τουριστική χρονιά, είναι πώς θα διαμορφωθεί η εικόνα του ελληνικού τουριστικού πακέτου μετά την αύξηση του ΦΠΑ, από το 6,5% στο 13% (διαμονή) και 23% (στην εστίαση). Ο κ. Ρέτσος σημείωσε ότι ένα μέρος της αύξησης θα το απορροφήσουν οι επιχειρήσεις, ενώ το υπόλοιπο θα περάσει στο τουριστικό πακέτο. Στο σημείο αυτό υπογραμμίστηκε ο κίνδυνος το ελληνικό τουριστικό προϊόν να καταστεί λιγότερο ανταγωνιστικό με τις υπόλοιπες χώρες.
Στον αντίποδα, ο κ. Ρέτσος αναφέρθηκε στις οικονομικές πιέσεις που δέχονται οι ξενοδοχειακές μονάδες, με τον αυξημένο ΦΠΑ, τον μεγάλο δανεισμό και τις χαμηλές τιμές με τις οποίες προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, με ορατό -όπως είπε- τον κίνδυνο να πουληθούν μονάδες σε ξένους επενδυτές. Είναι χαρακτηριστικό ότι «τα 15 δισ. ευρώ επιπλέον τουριστικά έσοδα δεν θα αποτυπωθούν στις οικονομικές καταστάσεις των ξενοδοχείων, που κατά βάση είναι ζημιογόνα», ανάφερε. «Ανησυχώ πώς θα γίνει η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών και πώς αυτό θα επηρεάσει τις ξενοδοχειακές μονάδες» τόνισε ο κ. Ρέτσος. Παραμένοντας στα αγκάθια τη νέας χρονιάς, αναφορά έγινε στο μεταναστευτικό ζήτημα και πώς αυτό έχει επηρεάσει τους νησιωτικούς προορισμούς. Σύμφωνα πάντα με τον κ. Ρέτσο, θετικό είναι το γεγονός της αναγνώρισης του ως ευρωπαϊκό πρόβλημα. Σημάδια, ωστόσο, ανησυχίας προκύπτουν από τις πιέσεις των τουριστικών πρακτόρων για χαμηλές τιμές στα νησιά που έχουν δεχτεί το ρεύμα των προσφύγων.