H δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα κλείνει με δυσκολίες που πολλοί θεωρούσαν ξεχασμένες, καθώς μοιάζουν να επαναφέρουν ζητούμενα που είχαν προκύψει και στον Μεσοπόλεμο. Στις αρχές του η ισπανική γρίπη θέριζε τους λαβωμένους από τον πόλεμο ευρωπαϊκούς λαούς. Στο μέσο του, η παγκόσμια οικονομική κρίση σάρωνε δουλειές και κοινό πλούτο. Και στο τέλος του, οι πολιτικές αντιφάσεις τροφοδοτούσαν την πρώτη μεγάλη επέλαση του λαϊκισμού, που οδήγησε την ήπειρό μας στον ολοκληρωτισμό.
Όπως και τότε, έτσι και στις μέρες μας η πανδημία του κορωνοϊού συνδυάζεται με την οικονομική δυσπραγία που, αυτή τη φορά, πλήττει ολόκληρη την υφήλιο. Όμως, ανοίγει και πάλι την πόρτα στον ανορθολογισμό, εγκαθιστώντας στο κέντρο της κοινωνικής και πολιτικής ζωής τη δημαγωγία.
Η Ελλάδα έχει βιώσει την υποχώρηση του ορθού λόγου προς όφελος απλοϊκών και επικίνδυνων θεωρήσεων εδώ και μία δεκαετία. Η οικονομία μας έμεινε στάσιμη για πολλά χρόνια. Και η Δημοκρατία μας δέχθηκε αλλεπάλληλες επιθέσεις. Ωστόσο, τα θεσμικά θεμέλια και οι παραγωγικές βάσεις της χώρας άντεξαν. Και μετατράπηκαν σε βατήρα προς μια νέα εποχή προόδου, με αφετηρία το καλοκαίρι του 2019.
Ήταν ακριβώς αυτή η δυναμική που όπλισε την Ελλάδα ώστε να αντιμετωπίσει με επιτυχία την πρώτη επίθεση του Covid -και μάλιστα ταυτόχρονα με τα γεγονότα του Έβρου και την έξαρση του μεταναστευτικού. Αυτή που τη βοήθησε να εκκινήσει ξανά την οικονομία της, παρά τις δυσκολίες και παράλληλα με τις νέες προκλήσεις που εκδηλώνονταν στο εθνικό μέτωπο. Και είναι η ίδια δυναμική που την καθιστά σήμερα ικανή να αμύνεται στο δεύτερο κύμα της πανδημίας χωρίς να αναστέλλει το μεταρρυθμιστικό της σχέδιο.
Ο λαϊκισμός πάντα θα απειλεί να καρπίσει στο έδαφος των προβλημάτων. Και η Δημοκρατία είναι «καταδικασμένη» σε διαρκή πόλεμο μαζί του. Πρόκειται για μια αέναη αντιπαράθεση, όπου τα όπλα της προόδου είναι συγκεκριμένα: η αλήθεια, οι θεσμοί, η άμβλυνση των ανισοτήτων!
Ακολουθώντας αυτόν τον δρόμο, πρώτο μέλημα της κυβέρνησης που ανέδειξαν οι εκλογές του 2019, ήταν η αναστήλωση του κύρους των θεσμών και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης κράτους-πολίτη: Ο νόμος για το επιτελικό κράτος κατάργησε τους δυσκίνητους μηχανισμούς, εισάγοντας στη δημόσια δράση το δίπτυχο στοχοθεσίας και μετρήσιμου αποτελέσματος. Ενισχύθηκαν οι ανεξάρτητες αρχές. Νέες θεσμικές τομές έφερε η συνταγματική αναθεώρηση. Δικαίωμα ψήφου έχουν πλέον και οι εκτός συνόρων Έλληνες. Ενώ η εκτελεστική εξουσία λειτουργεί ανεξάρτητα από τη νομοθετική, που ήδη έχει να επιδείξει τεράστιο έργο: παρά τους περιορισμούς της πανδημίας, σε 16 μήνες η Βουλή συζήτησε και ψήφισε 130 νομοσχέδια.
Η άλλη όψη της απάντησης στον λαϊκισμό είναι η άμβλυνση των ανισοτήτων και ο πολλαπλασιασμός του εθνικού πλούτου προς όφελος όλων. Κάτι που εξ αρχής υπηρέτησαν οι αλλεπάλληλες φορολογικές ελαφρύνσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Πολιτική που μάλιστα είχε αρχίσει να αποδίδει με τη διόγκωση των μεγεθών της οικονομίας πριν από την έλευση της υγειονομικής λαίλαπας.
Προφανώς, σήμερα, η διαχείριση της οικονομίας γίνεται για όλους μία απαιτητική άσκηση ισορροπίας μεταξύ των παραμέτρων που θέτει η πανδημία. Γιατί η πολιτεία καλείται να προστατεύσει το ύψιστο αγαθό της δημόσιας υγείας και ταυτόχρονα να διαφυλάξει τις θέσεις εργασίας και το εισόδημα, παράλληλα με τη βιωσιμότητα του παραγωγικού ιστού της χώρας. Στοίχημα δύσκολο, καθώς η επίθεση του ιού αλλάζει μορφές, απαιτώντας και συνεχείς προσαρμογές των προγραμμάτων προστασίας.
Η πείρα αποδεικνύει, πάντως, ότι το περίφημο δίλημμα «υγεία ή οικονομία» είναι πλασματικό: Η επιτυχής διαχείριση στο υγειονομικό μέτωπο δεν περιορίζει, αλλά αντίθετα, μεσοπρόθεσμα αυξάνει τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας. Δίνει, ωστόσο, άλλη διάσταση σε παραμέτρους όπως είναι η ατομική πειθαρχία στην τήρηση των μέτρων, τόσο στην καθημερινότητα όσο και στους τόπους εργασίας.
Για την απορρόφηση των κραδασμών που προκαλεί η Covid-19 στην οικονομία ξεδιπλώνεται, εδώ και 9 μήνες, ένα πλέγμα ρυθμίσεων που, σε πλήρη ανάπτυξη, θα φτάσει τα 24 δισεκατομμύρια ευρώ, αναλογικά ανώτερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Και 3,3 δισ. από αυτά διατέθηκαν μόνο τον Νοέμβριο του 2020 για να ανακουφιστούν όσοι πλήττονται και να τονωθεί η ρευστότητα στην αγορά: Εκκινώντας από την ενίσχυση των 800 ευρώ σε εργαζόμενους σε αναστολή. Περνώντας στην παράταση των επιδομάτων ανεργίας και τις εκπτώσεις ενοικίου. Και φτάνοντας στα πολλαπλά χρηματοδοτικά εργαλεία για μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Οι πρωτοβουλίες αυτές επιχειρούν να συγκρατήσουν την ύφεση για να φέρουν πιο κοντά την ανάκαμψη. Αυτός, άλλωστε, είναι ο στόχος μας: η υποχώρηση του ΑΕΠ το 2020 να αντισταθμιστεί από έναν ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης το 2021 και το 2022. Και με ζητούμενο, το τέλος της πανδημίας να βρει την Ελλάδα έτοιμη να περάσει από το στάδιο θωράκισης της οικονομίας της σε εκείνο της αξιοποίησης των αναπτυξιακών ευκαιριών.
Κρίσιμο ρόλο εδώ θα έχουν, χωρίς αμφιβολία, οι πόροι του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, όπου οι προτεραιότητες της Ε.Ε. ευθυγραμμίζονται με το Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης, που σύντομα θα λάβει την οριστική του μορφή. Πολιτικές όπως ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η μετάβαση στην πράσινη ανάπτυξη, συμβαδίζουν απόλυτα με την ενθάρρυνση, σε ενωσιακό επίπεδο, ανάλογων επενδύσεων. Όπως και οι δομικές μεταρρυθμίσεις στην ελληνική οικονομία, που θα αφαιρούν εμπόδια και θα δίνουν κίνητρα για τη μεγέθυνση των ελληνικών επιχειρήσεων.
Επιστρέφοντας στο «τώρα», δηλώνω αισιόδοξος. Μόλις πρόσφατα, η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας αναβαθμίστηκε -κάτι πρωτοφανές εν μέσω πανδημίας. Επιχειρήσεις με παγκόσμια παρουσία, όπως η Microsoft και πιο πρόσφατα η Volkswagen, δίνουν με τις επενδύσεις τους ψήφο εμπιστοσύνης στη χώρα και στις αναπτυξιακές προοπτικές της. Οι ιδιωτικοποιήσεις προχωρούν παρά τα πρόσκαιρα εμπόδια που θέτει ο ιός. Και σήμερα υλοποιούνται στρατηγικές επενδύσεις ύψους 13,4 δισ. ευρώ. Γεγονός που δηλώνει ότι η Ελλάδα, μετά τη θεσμική θωράκιση και την κοινωνική αλληλεγγύη, απαντά στον λαϊκισμό και στο τρίτο πεδίο: αυτό της μεγέθυνσης του δημόσιου πλούτου προς όφελος όλων.
Παρά τις δυσκολίες, λοιπόν, η χώρα μας έχει θέσει τα θεμέλια ώστε αύριο να βγει ισχυρότερη. Με ανθεκτικότερη παραγωγική βάση και με δυναμικούς θεσμούς, που θα τη συνοδεύσουν σε μια νέα τροχιά ανάπτυξης. Πλαισιώνοντας έτσι τον τίτλο του αφιερώματος «Αποχαιρετισμός στη βεβαιότητα» με ένα κείμενο ζωής και δράσης. Ένα αληθινό καλωσόρισμα μιας εποχής ασφάλειας, συνοχής και ευημερίας.