Η μείωση κατά 722 εκατ. ευρώ συγκριτικά με την προηγούμενη χρήση οφείλεται κυρίως στους χαμηλότερους καθαρούς τόκους-έσοδα επί των συναλλαγματικών διαθεσίμων και των τίτλων που διακρατούνται για σκοπούς νομισματικής πολιτικής. Έπειτα από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, ποσό ύψους 48 εκατ. ευρώ μεταφέρθηκε στην πρόβλεψη της ΕΚΤ έναντι χρηματοοικονομικών κινδύνων, με αποτέλεσμα τα κέρδη της ΕΚΤ να μειωθούν κατά αντίστοιχο ποσό.
Το 2020 οι καθαροί τόκοι-έσοδα ανήλθαν συνολικά σε 2.017 εκατ. ευρώ (2019: 2.686 εκατ. ευρώ). Οι καθαροί τόκοι-έσοδα επί των συναλλαγματικών διαθεσίμων μειώθηκαν σε 474 εκατ. ευρώ (2019: 1.052 εκατ. ευρώ), ως αποτέλεσμα της μείωσης των τόκων-εσόδων από το χαρτοφυλάκιο σε δολάρια ΗΠΑ. Οι καθαροί τόκοι-έσοδα που απορρέουν από τίτλους διακρατούμενους για σκοπούς νομισματικής πολιτικής μειώθηκαν σε 1.337 εκατ. ευρώ (2019: 1.447 εκατ. ευρώ), κυρίως λόγω των χαμηλότερων τόκων-εσόδων από το Πρόγραμμα για τις Αγορές Τίτλων (Securities Markets Programme – SMP) ως αποτέλεσμα εξοφλήσεων.
Τα πραγματοποιηθέντα κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις αυξήθηκαν σε 342 εκατ. ευρώ (2019: 197 εκατ. ευρώ). Η αύξηση οφείλεται κυρίως στα υψηλότερα κέρδη από μεταβολές τιμών επί πωλήσεων τίτλων σε δολάρια ΗΠΑ, καθώς η μείωση των αποδόσεων των ομολόγων σε δολάρια ΗΠΑ το 2020 είχε θετική επίδραση στην αγοραία αξία τους.
Οι αποσβέσεις ανήλθαν σε 26 εκατ. ευρώ (2019: 20 εκατ. ευρώ), κυρίως λόγω μη πραγματοποιηθεισών ζημιών από μεταβολές τιμών επί τίτλων διακρατούμενων στο χαρτοφυλάκιο που τηρείται σε δολάρια ΗΠΑ και λόγω μη πραγματοποιηθεισών ζημιών από διακυμάνσεις συναλλαγματικών ισοτιμιών που απορρέουν από τα διαθέσιμα σε γιουάν Κίνας.
Στους τίτλους που διακρατούνται στα χαρτοφυλάκια νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, οι οποίοι αποτιμώνται στο αναπόσβεστο κόστος και υπόκεινται σε έλεγχο απομείωσης της αξίας τους, διενεργούνται έλεγχοι απομείωσης της αξίας. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτών των ελέγχων, δεν καταγράφηκαν ζημίες λόγω απομείωσης αξίας σε αυτά τα χαρτοφυλάκια.
Οι συνολικές δαπάνες προσωπικού αυξήθηκαν σε 646 εκατ. ευρώ (2019: 566 εκατ. ευρώ), λόγω του υψηλότερου μέσου αριθμού μελών του προσωπικού το 2020, κυρίως στην τραπεζική εποπτεία, και των υψηλότερων επιβαρύνσεων σε σχέση με μετεργασιακές παροχές που προέκυψαν από την αναλογιστική αποτίμηση στο τέλος του 2020. Οι λοιπές διοικητικές δαπάνες μειώθηκαν σε 553 εκατ. ευρώ (2019: 590 εκατ. ευρώ), κυρίως λόγω της μείωσης των δαπανών που συνδέονται με την παροχή υποστήριξης από εξωτερικές εταιρείες συμβούλων και τα επαγγελματικά ταξίδια.
Τα έσοδα από εποπτικά τέλη, τα οποία προκύπτουν από τέλη που επιβάλλονται για την κάλυψη των δαπανών της ΕΚΤ στο πλαίσιο της άσκησης των εποπτικών καθηκόντων της, ανήλθαν σε 535 εκατ. ευρώ (2019: 537 εκατ. ευρώ). Η μικρή μείωση το 2020 οφείλεται στη μείωση των διοικητικών δαπανών που σχετίζονται με τα εποπτικά καθήκοντα, η οποία υπεραντιστάθμισε την άνοδο των δαπανών προσωπικού ως αποτέλεσμα του υψηλότερου μέσου αριθμού μελών του προσωπικού που εργάζονται για την τραπεζική εποπτεία.
Τα κέρδη της ΕΚΤ διανέμονται στις εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ) της ζώνης του ευρώ. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να πραγματοποιήσει ενδιάμεση διανομή κερδών, ύψους 1.260 εκατ. ευρώ, προς τις ΕθνΚΤ της ζώνης του ευρώ στις 29 Ιανουαρίου 2021. Κατά τη χθεσινή του συνεδρίαση το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να διανείμει τα εναπομένοντα κέρδη, ύψους 383 εκατ. ευρώ, στις 19 Φεβρουαρίου 2021.
Το συνολικό μέγεθος του ισολογισμού της ΕΚΤ αυξήθηκε κατά112 δισεκ. ευρώ σε 569 δισεκ. ευρώ (2019: 457 δισεκ. ευρώ). Αυτή η αύξηση οφείλεται κυρίως στους τίτλους που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (pandemic emergency purchase programme – PEPP) και του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme – APP).
Στο τέλος του 2020 το μέγεθος του ενοποιημένου ισολογισμού του Ευρωσυστήματος, ο οποίος περιλαμβάνει τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού των ΕθνΚΤ της ζώνης του ευρώ και της ΕΚΤ έναντι τρίτων μερών, ήταν 6.979 δισεκ. ευρώ (2019: 4.671 δισεκ. ευρώ). Η μεγέθυνση συγκριτικά με το προηγούμενο έτος οφείλεται κυρίως στην αύξηση των πράξεων αναχρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος, ως αποτέλεσμα της τρίτης σειράς στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (ΣΠΠΜΑ ΙΙΙ), και στους τίτλους που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο των προγραμμάτων PEPP και APP.
Οι τίτλοι που διακρατεί το Ευρωσύστημα για σκοπούς νομισματικής πολιτικής αυξήθηκαν κατά 1.063 δισεκ. ευρώ σε 3.695 δισεκ. ευρώ (2019: 2.632 δισεκ. ευρώ). Οι τίτλοι που διακρατούνται στο πλαίσιο του APP αυξήθηκαν κατά 330 δισεκ. ευρώ σε 2.909 δισεκ. ευρώ και οι αγορές τίτλων στο πλαίσιο του PEPP ανήλθαν σε 754 δισεκ. ευρώ.