Ωστόσο, όπως, υπογράμμισε ο ίδιος, η Ελλάδα διαθέτει τα απαραίτητα ταμειακά διαθέσιμα και το υπ. Οικονομικών έχει λάβει όλες τις απαραίτητες προβλέψεις και δικλείδες ασφαλείας, με διττό στόχο: πρώτον, να πιάσει τόπο η δημοσιονομική στήριξη και, δεύτερον, να μην υπάρξει κίνδυνος δημοσιονομικού εκτροχιασμού.
Το συνολικό κόστος στήριξης της κοινωνίας από τον προϋπολογισμό εκτιμάται φέτος σε 11,6 δισ. ευρώ, έναντι της αρχικής πρόβλεψης για 7,5 δισ., λόγω της επιμονής των αρνητικών επιδημιολογικών δεδομένων. Ο κ. Σταϊκούρας εξήγησε ότι κάθε εβδομάδα lockdown κοστίζει 750 εκατ. ευρώ και ότι η επιβάρυνση του προϋπολογισμού από τη νέα παράταση των περιοριστικών μέτρων μέχρι τις 16 Μαρτίου θα ανέλθει σε 1,2 δισ. ευρώ. Από αυτά, περίπου τα 520 εκατ. ευρώ αφορούν στη στήριξη του εμπορίου.
Τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας ανέρχονται σήμερα στα 34 δισ. ευρώ, δήλωσε ο υπουργός, υπογραμμίζοντας, ωστόσο, ότι οι διαθέσιμοι πόροι δεν είναι απεριόριστοι. Όμως, η σωστή διαχείριση, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα που έχει πλέον η Ελλάδα να δανείζεται από τις αγορές, αλλά και το πλαίσιο δημοσιονομικής χαλάρωσης που έχει αποφασιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αποτελούν τις κύριες δικλείδες ασφαλείας. Και όλα αυτά, η Ελλάδα τα έχει καταφέρει ενώ βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας από το 2018 και δεν διαθέτει επενδυτική βαθμίδα. Η συνετή δημοσιονομική πολιτική και η ανάκτηση της αξιοπιστίας αντισταθμίζουν τους βαθμούς δυσκολίας για επιτυχείς εξόδους στις αγορές. Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών, επιπλέον μαξιλάρι για τους δημοσιονομικούς κραδασμούς αποτελεί το φως που διαφαίνεται για το τέλος της κρίσης από την πανδημία, με την ταχύτατη εξέλιξη του προγράμματος εμβολιασμού.
Ο κ. Σταϊκούρας σημείωσε ότι το υπ. Οικονομικών δεν λαμβάνει υπόψη του μόνο τις ανάγκες μέχρι τη λήξη της πανδημίας, αλλά και τις χρηματοδοτικές ανάγκες της πραγματικής οικονομίας και της κοινωνίας στη μετά-Covid εποχή.
Σε όλη αυτή την προσπάθεια συμβάλλουν οι διεθνείς αγορές, παρά την πρόσφατη αύξηση των αποδόσεων στις αγορές ομολόγων, χάρη στην ενίσχυση της αξιοπιστίας της ελληνικής οικονομίας, αλλά και οι κομβικές αποφάσεις που έχουν ληφθεί και λαμβάνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Πρώτον, προτείνεται η παράταση της δημοσιονομικής ευελιξίας και για το 2022. Αυτό επιτρέπει στην Ελλάδα τη συνέχιση επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής.
Δεύτερον, προτείνεται περαιτέρω ευελιξία μέχρι το 2023, με στόχο να επανέλθουν τα κράτη μέλη στη δημοσιονομική κατάσταση που ήταν το 2019.
Τρίτον, προτείνεται να ληφθεί πρόνοια ώστε να μην αποσυρθούν γρήγορα τα μέτρα στήριξης, κάτι το οποίο υποστηρίζει και η Ελληνική Κυβέρνηση και πρόκειται να συζητηθεί περαιτέρω στο προσεχές Ecofin.
Σε ό,τι αφορά στην πρόσφατη άνοδο των αποδόσεων στις αγορές ομολόγων, ο κ. Σταϊκούρας δήλωσε ότι αυτή είναι μόνο μία παράμετρος που λαμβάνεται υπόψη από το υπ. Οικονομικών για τα σχέδια δράσης του. Υπάρχουν πολλοί αστάθμητοι παράγοντες και αβεβαιότητες, είπε. Για τους λόγους αυτούς, όπως πρόσθεσε, υπάρχει στρατηγικός σχεδιασμός και έτοιμα εναλλακτικά σενάρια. Πάντως, σε αυτή τη φάση, αν και υπάρχει πίεση στα διαθέσιμα της χώρας, υπάρχει ασφάλεια και προσδοκάται στο προσεχές διάστημα ομαλοποίηση, λόγω βελτίωσης των επιδημιολογικών δεδομένων και του εμβολιασμού, ανέφερε ο υπουργός Οικονομικών.
Σχετικά με τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας, ο κ. Σταϊκούρας κάλεσε τις τράπεζες να συνδράμουν ακόμα περισσότερο στη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με τρόπο βιώσιμο και αναπτυξιακό.
Από την πλευρά της, η πολιτεία, στον ένα χρόνο της υγειονομικής κρίσης, έχει στηρίξει την πραγματική οικονομία με 27 δισ. ευρώ. Ειδικότερα, ποσό 7 δισ. ευρώ εντάσσεται στο πρόγραμμα των Επιστρεπτέων Προκαταβολών – μεγάλο μέρος των οποίων είναι μη επιστρεπτέο. Ποσό 6,4 δισ. κατευθύνθηκε σε ανέργους και μισθωτούς, μέσω επιδομάτων, αναστολών εργασίας κ.ά. Επιπλέον, δάνεια 7,5 δισ. σε 32.000 επιχειρήσεις έχουν χορηγηθεί από το Ταμείο Εγγυοδοσίας και το ΤΕΠΙΧ. Το 93% των δανείων και το 55% των πόρων αφορούσαν σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Τέλος, αναφερόμενος στο Ταμείο Ανάκαμψης, ο κ. Σταϊκούρας τόνισε ότι η κυβέρνηση έχει ετοιμάσει ένα σχέδιο χρηματοδότησης έργων και μεταρρυθμίσεων. Στο πλαίσιο αυτό, από τα 32 δισ. του Ταμείου, τα 5,5 δισ. ευρώ αναμένεται να εισρεύσουν φέτος, με τη μορφή επιχορηγήσεων (4,2 δισ.) και δανείων (1,3 δισ. ευρώ).