Του Ανέστη Ντόκα
Κεφάλαια ύψους 10,294 δισ. ευρώ που αντιστοιχούν στο 5,84% του φετινού ΑΕΠ διέθεταν σε εγχώριους και διεθνείς τραπεζικούς λογαριασμούς το α΄ εξάμηνο του 2015 οι 218 εισηγμένες του Χρηματιστηρίου Αθηνών. Σε σχέση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2014, παρατηρείται μια μείωση της τάξης του 2,13%, καθώς στις 30 Ιουνίου 2014 οι εισηγμένες διέθεταν μετρητά ύψους 10,517 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, η εικόνα είναι παραπλανητική, αφού μόλις 16 εισηγμένες εμφάνισαν μετρητά 8,375 δισ. ευρώ που καλύπτουν το 81,35% των συνολικών κεφαλαίων, ενώ υπάρχουν και 9 με ελάχιστο ποσό μετρητών (έως 83.000 ευρώ) στα ταμεία τους. Το συμπέρασμα που προκύπτει από τα παραπάνω στοιχεία, που επεξεργάστηκε η Beta χρηματιστηριακή, είναι ότι σε μια αγορά 218 επιχειρήσεων, μόνο μια μικρή ομάδα 16 εταιρειών είναι σε θέση να χρηματοδοτούν την ανάπτυξή τους και να αντεπεξέρχονται στις τραπεζικές τους υποχρεώσεις.
Η πλειονότητα των εισηγμένων εμφάνισε ταμειακά διαθέσιμα πολύ λιγότερα από 1 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας και εξαρτώνται από τις διαθέσεις των πιστωτριών τραπεζών για το πόσο ακόμη θα έχουν ανοιχτές γραμμές πίστωσης. Όπως υπογραμμίζουν εκπρόσωποι τραπεζών που ασχολούνται με τη διευθέτηση των τραπεζικών επιχειρηματικών δανείων, «η ρευστότητα, ως το σημαντικότερο ενδεχομένως κριτήριο βιωσιμότητας των εισηγμένων, φαίνεται να διευρύνει περαιτέρω τις αποκλίσεις μεταξύ των εταιρειών, δημιουργώντας κυριολεκτικά ένα χρηματιστήριο δύο κατηγοριών. Στην πρώτη κατηγορία είναι οι εταιρείες που θα επιβιώσουν και στην άλλη κατηγορία οι εισηγμένες που πλέον το μέλλον τους κρίνεται αβέβαιο».
Η ρευστότητα αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημαγια τις εισηγμένες, οι οποίες την πενταετία 2010-2014 κατέγραψαν ιστορικές ζημίες, που σωρευτικά ξεπέρασαν τα 60 δισ. ευρώ. Ακολουθώντας με ευλάβεια και πειθαρχία ένα πρόγραμμα αυστηρής παρακολούθησης των δαπανών και του κόστους, οι εταιρείες με γεμάτα ταμεία την τελευταία διετία κατόρθωσαν να διαθέτουν ένα μαξιλάρι ασφαλείας απέναντι σε πιθανές ανατροπές των επενδυτικών τους σχεδιασμών. Ουσιαστικά είναι οι επιχειρήσεις που, παρά το γεγονός ότι όλες υπέστησαν οικονομική αιμορραγία λόγω της ύφεσης, κατάφεραν να εξέλθουν της πολύχρονης κρίσης και μάλιστα με γεμάτο ταμείο.
Έτσι, αποδείχθηκε ότι ακόμη και στη χειρότερη οικονομική κρίση που γνώρισε η Ελλάδα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπάρχουν ελληνικές επιχειρήσεις που όχι μόνο διατηρούν σταθερές τις ταμειακές ροές αλλά και ενισχύουν τα ταμειακά τους αποθέματα εφαρμόζοντας σταθερά και απαρέγκλιτα ένα management που διακρίνεται για τη χρηστή διαχείριση, τον έλεγχο του κόστους και την επέκταση των εργασιών. Για τις περισσότερες εισηγμένες, η έλλειψη ρευστότητας προκλήθηκε από την αύξηση των επισφαλειών, την κάθετη πτώση της κατανάλωσης, τη μείωση των εισοδημάτων και τις υψηλές δανειακές υποχρεώσεις που σε πολλές εταιρείες είναι μη ελεγχόμενες.