Η συγκεκριμένη μελέτη, που παρουσιάστηκε σήμερα σε εκδήλωση που πραγματοποίησε το Ελληνογερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο και το ΙΟΒΕ, αποτυπώνει τις στενές οικονομικές σχέσεις, τόσο σε όρους εμπορίου όσο και επενδύσεων, μεταξύ Ελλάδας – Γερμανίας και τη συμβολή τους στην εγχώρια οικονομία. Την εκδήλωση, παρακολούθησαν διαδικτυακά περισσότερα από 200 άτομα.
Όπως προκύπτει από τη μελέτη με τίτλο: «Το αποτύπωμα του γερμανικού επιχειρείν στην ελληνική οικονομία» η Γερμανία αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς και επενδυτικούς εταίρους της Ελλάδας, αποτέλεσμα της ανάπτυξης στενών επιχειρηματικών επαφών μεταξύ των χωρών σε βάθος δεκαετιών. Η συνολική συμβολή των εταιριών-μελών του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου στην εγχώρια οικονομία, λαμβάνοντας υπόψη τις αλληλεπιδράσεις με άλλους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, εκτιμάται το 2019 σε 3,3% του ΑΕΠ ή σε 6,1 δισ. ευρώ.
Τα βασικά ευρήματα της μελέτης:
Εμπόριο - Υπηρεσίες
• Η Γερμανία έχει σημαντικό μερίδιο στις εξαγωγές ελληνικών αγαθών, αλλά και ως χώρα προέλευσης εισαγωγών στην ελληνική οικονομία. Το 2019, οι εξαγωγές ελληνικών προϊόντων στη Γερμανία ανήλθαν στα €2,2 δισ., ενώ η αξία των εισαγωγών προϊόντων από τη Γερμανία προς την Ελλάδα ξεπέρασε τα €5,9 δισ., με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται εμπορικό έλλειμμα αγαθών €3,7 δισ.
• Το 11% εισαγωγών προϊόντων της Ελλάδας το 2019 προήλθαν από τη Γερμανία, έναντι 7% των εξαγωγών προς αυτή. Οι εισαγωγές από τη Γερμανία καλύπτουν το 21% των συνολικών εισαγωγών της Ελλάδας από χώρες της ΕΕ, έναντι 12% των εξαγωγών προς χώρες της ΕΕ.
• Τρόφιμα, φάρμακα και βασικά μέταλλα είναι τα κύρια εξαγώγιμα ελληνικά προϊόντα προς τη Γερμανία. Το α’ εννεάμηνο του 2020 οι εξαγωγές τροφίμων και αγροτικών προϊόντων προς τη Γερμανία ενίσχυσαν το μερίδιο τους.
• Προϊόντα των κλάδων παραγωγής χημικών, φαρμάκων, οχημάτων και τροφίμων έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο εισαγωγών. Στις εισαγωγές από τη Γερμανία, αύξηση καταγράφεται στους κλάδους παραγωγής χημικών και φαρμάκων στο εννεάμηνο του 2020.
• Στις Υπηρεσίες, η Ελλάδα καταγράφει διαχρονικά πλεόνασμα στο διμερές εμπόριο με τη Γερμανία. Οι εισπράξεις υπηρεσιών από κατοίκους Γερμανίας διαμορφώθηκαν περίπου στα €3,8 δισ. κατά μέσο όρο την περίοδο 2015-2018, αυξημένες σε σύγκριση με την περίοδο 2010-2012 και αφορούν κυρίως ταξιδιωτικές υπηρεσίες. Το 2019 οι αφίξεις επισκεπτών από τη Γερμανία διαμορφώθηκαν στα 4 εκατ., ενώ η μέση δαπάνη από Γερμανούς επισκέπτες ξεπερνά διαχρονικά τη μέση δαπάνη ξένων επισκεπτών στη χώρα.
• Η Γερμανία βρίσκεται στην πρώτη θέση των τουριστικών εισπράξεων της Ελλάδας, με μερίδιο 17,2% την περίοδο 2005-2019.
Επενδύσεις
• Ισχυρή η παρουσία της Γερμανίας στο σκέλος των άμεσων επενδύσεων. Το 2019 τα συνολικά κεφάλαια νομικών και φυσικών προσώπων της Γερμανίας που έχουν επενδυθεί στην Ελλάδα, ξεπέρασαν τα 8,2 δισ. ευρώ την περίοδο 2001-2019 (καθαρές άμεσες επενδυτικές ροές), καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση μεταξύ των χωρών προέλευσης άμεσων επενδύσεων στην Ελλάδα.
• Θετική η συμβολή των εισοδημάτων από εργασία. Η εισροή εισοδημάτων από τη Γερμανία, πρωτογενών από εργασία και δευτερογενών από μεταναστευτικά εμβάσματα, αντιστοιχούν στο 5,3% και 16,4% αντίστοιχα του συνόλου των εισοδημάτων, που εισέρρευσαν στην ελληνική οικονομία το 2019.
Η δραστηριότητα εταιριών-μελών του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου
• Ο κύκλος εργασιών των επιχειρήσεων-μελών του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου, που συμμετείχαν στην έρευνα, ανήλθε σε 7,3 δισ. ευρώ το 2019. Οι απασχολούμενοι στις εταιρίες-μέλη του Επιμελητηρίου, που συμμετείχαν στην έρευνα, ανήλθαν σε 28 χιλ. το 2019, παρουσιάζοντας μικρή κάμψη σε σχέση με τη διετία 2017-2018.
• Σχεδόν στο σύνολό τους (35 από τις 37 επιχειρήσεις του δείγματος) υλοποίησαν επενδύσεις για τον σχηματισμό παγίου κεφαλαίου. Την τριετία 2017-2019 ανήλθαν, σωρευτικά, σε περίπου €2 δισ., ξεπερνώντας τα €650 εκατ. κάθε χρόνο (κατά μέσο όρο 10% των εσόδων τους).
• Η συνολική αξία των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών ανήλθε σε €525 εκατ. το 2019, με το μεγαλύτερο ποσοστό να κατευθύνεται σε χώρες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η συμβολή στην εγχώρια οικονομία
• Η συνολική συμβολή εκτιμάται σε 3,3% του ΑΕΠ το 2019 (€6,1 δισ.). Για κάθε ευρώ προστιθέμενης αξίας από τη λειτουργία και τις επενδύσεις των εταιριών-μελών δημιουργούνται άλλα 0,5 ευρώ ΑΕΠ σε άλλους τομείς της ελληνικής οικονομίας (1,5 ευρώ συνολικά).
• Σε όρους απασχόλησης, η συνολική συμβολή εκτιμάται σε 75,7 χιλ. άτομα το 2019 (1,7% του συνόλου της χώρας). Κάθε μία θέση εργασίας στις επιχειρήσεις της κοινότητας στηρίζει 2,2 θέσεις στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας.
• Η συνολική συνεισφορά των επιχειρήσεων–μελών του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου στα δημόσια έσοδα του κράτους από φόρους και εισφορές ξεπερνά το 1,3 δις. ευρώ.
Πολιτισμός – Κοινωνική προσφορά
• Οι δεσμοί μεταξύ των δύο χωρών αποτυπώνονται και σε άλλες εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής, όπως ο πολιτισμός και η εκπαίδευση. Ο αριθμός μαθητών, που διδάσκονται τη Γερμανική γλώσσα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα, ανήλθε σε σχεδόν 163 χιλ. το 2019, με αυξητική τάση από το 2013.
• Οι επιχειρήσεις-μέλη του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου αναλαμβάνουν εθελοντικές πρωτοβουλίες και δράσεις κοινωνικής προσφοράς. Το 2019 οι χορηγίες και δωρεές των εταιριών-μελών, που συμμετείχαν στην έρευνα, ανήλθαν σε €6,1 εκατ. (ή 0,1% των ακαθάριστων εσόδων).
Ο αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Νίκος Παπαθανάσης, τοποθετούμενος στο πλαίσιο της εκδήλωσης τόνισε ότι «τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν αποτελούν ακόμη μία απόδειξη της ισχυρής διμερούς συνεργασίας, με μεγάλα οφέλη τόσο για την Ελλάδα όσο και για τη Γερμανία.
Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας σε συνδυασμό με τις μεταρρυθμίσεις που προωθεί η Κυβέρνηση, μετατρέπουν με γοργούς ρυθμούς την Ελλάδα σε ισχυρό φιλοεπενδυτικό προορισμό. Ήδη, πολλοί γερμανικοί όμιλοι δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, δημιουργώντας νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες και περισσότερες θέσεις εργασίας. Οι ελληνογερμανικές σχέσεις αναπτύσσουν μια ισχυρή δυναμική και οι προοπτικές για περαιτέρω συνεργασία είναι εξαιρετικά ευοίωνες», πρόσθεσε ο Αναπληρωτής Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων.
Στο σύντομο χαιρετισμό του, ο πρόεδρος του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου, Κωνσταντίνος Μαραγκός, αναφερόμενος στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης που παρουσίασε προ ημερών η κυβέρνηση, τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι «στη νέα επενδυτική εκκίνηση της χώρας, η γερμανική επιχειρηματική κοινότητα έχει ήδη εκδηλώσει το ενδιαφέρον της να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο σε τομείς, όπως η ενέργεια, η καινοτομία κι οι νέες τεχνολογίες, η παραγωγή φαρμάκων, η αγροδιατροφή, ο τουρισμός, τα logistics κι οι υποδομές.
Οι Γερμανοί επενδυτές θα δράσουν μεθοδικά εμπιστευόμενοι την Ελλάδα, αναγνωρίζοντας τις ευκαιρίες που προσφέρει, ιδιαίτερα σήμερα που η επανεκκίνηση της εγχώριας οικονομίας θα είναι ταυτόχρονη με την επανεκκίνηση της ευρωπαϊκής οικονομίας». Τέλος, επισήμανε ότι, στην προσπάθεια αυτή, το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο θα παραμείνει δυναμικός αρωγός των παραγωγικών υπουργείων. «Πρόθεσή μας είναι να ενδυναμώσουμε τον ήδη ισχυρό δίαυλο επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ της ελληνικής και της γερμανικής επενδυτικής κοινότητας», σημείωσε.
Η μελέτη παρουσιάστηκε από τον γενικό διευθυντή του ΙΟΒΕ καθηγητή Νίκο Βέττα και τον επικεφαλής τμήματος Μικροοικονομικής Ανάλυσης και Πολιτικής του ΙΟΒΕ, Svetoslav Danchev. Ο κ. Βέττας ανέφερε πως η μελέτη αναλύει την ισχυρή σχέση ανάμεσα στις οικονομίες της Ελλάδας και της Γερμανίας και εκτιμά το σχετικό όφελος από την επιχειρηματική δραστηριότητα γερμανικών επιχειρήσεων, τόνισε όμως πως υπάρχει πολύ μεγάλο περιθώριο περαιτέρω ανάπτυξης τόσο για ελληνικές εξαγωγές στη Γερμανία όσο και για γερμανικές επενδύσεις που μπορούν να φέρουν νέα κεφάλαια και τεχνολογία.
Στην παρέμβασή του ο κ. Φίλιπ Ντόιτσερ, Managing Director της TeamViewer Greece, υπογράμμισε ότι στις προθέσεις της εταιρίας είναι να δημιουργήσει ένα τεχνολογικό πάρκο στα Ιωάννινα για τη φιλοξενία επιχειρήσεων του κλάδου καθώς και να αυξήσει, σε διάστημα ενός έτους, στους 200 τους απασχολούμενους στον Δυναμικό Τεχνολογικό Κόμβο, που ήδη λειτουργεί στην πόλη.
Τέλος, αναφερόμενους στους λόγους, για τους οποίους η TeamViewer επέλεξε τα Ιωάννινα για να επενδύσει στην Ελλάδα, σημείωσε ότι σταθμίστηκαν παράγοντες όπως το υψηλό επιστημονικό δυναμικό κι η σύνδεση της πόλης με διεθνείς υποδομές, όπως και με τους «ψηφιακούς αυτοκινητοδρόμους».