Οι καταβληθείσες εισφορές χρησιμοποιούνται για την προσαύξηση του ανταποδοτικού μέρους της κύριας σύνταξης και της επικουρικής σύνταξης των εργαζόμενων συνταξιούχων. Δηλαδή, ο χρόνος ασφάλισης που πραγματοποιείται από τους απασχολούμενους συνταξιούχους μπορεί να αξιοποιηθεί για καταβολή επιπλέον ποσού στην κύρια και την επικουρική σύνταξη, τόσο στις περιπτώσεις που γίνεται περικοπή όσο και στις περιπτώσεις που γίνεται αναστολή της σύνταξης.
Συγκεκριμένα, ο απασχολούμενος συνταξιούχος, μετά τη διακοπή της αναληφθείσας εργασίας ή αυτοαπασχόλησης, δύναται, κατόπιν αιτήσεώς του, να λαμβάνει επιπλέον ποσό στην κύρια και την επικουρική του σύνταξη ως εξής:
- Για την κύρια σύνταξη χορηγείται ποσό το οποίο προκύπτει με βάση τα ισχύοντα ποσοστά αναπλήρωσης και τις συντάξιμες αποδοχές, φυσικά μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης ως συνταξιούχου.
- Για την επικουρική σύνταξη χορηγείται ποσό, που προκύπτει με βάση τα ισχύοντα για τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης μετά τη συνταξιοδότηση.
Ο ανωτέρω τρόπος αξιοποίησης του χρόνου ασφάλισης στη χορηγούμενη σύνταξη εφαρμόζεται και σε όλες τις περιπτώσεις απασχολούμενων συνταξιούχων, οι οποίοι είχαν λάβει σύνταξη με βάση το προγενέστερο του νόμου Κατρούγκαλου νομοθετικό πλαίσιο και συνέχισαν να απασχολούνται χωρίς διακοπή και μετά τις 12/5/2016 και συνεχίζουν και μετά τις 28/2/2020 την απασχόλησή τους, με την προϋπόθεση ότι από τις προϊσχύουσες διατάξεις προβλεπόταν αξιοποίηση του χρόνου απασχόλησης.
Επισημαίνεται ότι η μείωση της ποινής στους συνταξιούχους που εργάζονται από 60% σε 30% ψηφίστηκε τον Φεβρουάριο του 2020 με τον νόμο Βρούτση, ισχύει από τις συντάξεις Μαρτίου 2020, αλλά εφαρμόζεται τώρα με τεράστια καθυστέρηση.
Σύμφωνα με εγκύκλιο του ΕΦΚΑ, οι διατάξεις του νέου ασφαλιστικού νόμου εφαρμόζονται στους συνταξιούχους, λόγω γήρατος, όλων των ενταχθέντων στον e-ΕΦΚΑ φορέων και του Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένων των προσώπων που λαμβάνουν χορηγία ή βουλευτική σύνταξη, οι οποίοι είτε έχουν αναλάβει εργασία ή ιδιότητα ή δραστηριότητα, πριν από τις 28/2/2020 ή θα αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχόληση, μετά την ισχύ του νόμου Βρούτση, δηλαδή από τις 28/2/2020, εφόσον για την εργασία ή την ιδιότητα ή τη δραστηριότητα προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον e-ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τις σχετικές γενικές ή ειδικές ή καταστατικές διατάξεις των πρώην φορέων που εντάχθηκαν στον e-ΕΦΚΑ.
Συγκεκριμένα, αφορά:
- Σε ασφαλισμένους που συνταξιοδοτήθηκαν από τις 28/2/2020 και μετά και ανέλαβαν εργασία ή δραστηριότητα είτε πριν είτε μετά τη συνταξιοδότησή τους.
- Σε ασφαλισμένους που είχαν ήδη συνταξιοδοτηθεί κατά την ημερομηνία αυτή και ανέλαβαν εργασία μετά τις 28/2/2020.
- Σε ασφαλισμένους που είχαν ήδη συνταξιοδοτηθεί κατά την ημερομηνία αυτή και οι οποίοι είχαν αναλάβει εργασία ή ιδιότητα ή δραστηριότητα, πριν από τις 28/2/2020.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι οι συνταξιούχοι που εργάζονταν νωρίτερα από τον Μάιο του 2016 διατηρούν τη σύνταξή τους ως έχει μέχρι τον Μάρτιο του 2022. Οι συνταξιούχοι που είχαν ήδη αναλάβει εργασία πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου Κατρούγκαλου, δηλαδή πριν από τις 13 Μαΐου 2016, εξαιρούνταν από τον κόφτη του 60% και εξακολουθούν να εξαιρούνται.