Ο υπουργός Υγείας τόνισε ότι «είναι πολυπαραγοντική η εξήγηση για το πώς η χώρα μας στάθηκε όρθια», εξηγώντας ότι «ήταν μία δύσκολη μάχη», καθώς κατά το πρώτο κύμα «στην αγορά δεν υπήρχαν ούτε μάσκες ούτε γάντια, φοβόμασταν να μην ακολουθήσουμε την Ιταλία».
Ο κ. Κικίλιας πρόσθεσε ότι η καθημερινή ενημέρωση από τον καθηγητή Τσιόδρα βοήθησε τους πολίτες να συμμορφωθούν με τα απαραίτητα μέτρα, ενώ η κυβέρνηση προχωρούσε με το έργο της. Οι 557 κλίνες ΜΕΘ ξεπέρασαν τις 1.000 και πλέον μετράμε 1.500 κλίνες. Έγιναν χιλιάδες προσλήψεις υγειονομικών, με τη βοήθεια του ΕΣΠΑ, η Ελλάδα απέκτησε 500 κινητές ομάδες υγείας, ενώ ταυτόχρονα η κυβέρνηση στήριξε με πρωτοφανή μέτρα όσους επλήγησαν οικονομικά από την πανδημία όπως επίσης και μία σειρά από επαγγελματικούς κλάδους.
Υπήρξε στενή συνεργασία επιστημόνων – πολιτικών – δημόσιων λειτουργών και σήμερα, όπως τόνισε, «η πανδημία αφήνει μία πρωτόγνωρη εμπειρία που θα μείνει ως παρακαταθήκη» για τη χώρα μας.
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στο πρόγραμμα εμβολιασμού «Ελευθερία», τονίζοντας ότι «έχουμε δυνατότητα άνω των 100.000 εμβολιασμών την ημέρα» και πρόσθεσε ότι και σε αυτόν τον τομέα, μιλάμε για μία «υποδειγματική παρακαταθήκη του πώς πρέπει να λειτουργεί ένα κράτος προς τους πολίτες του».
Ο κ. Κικίλιας τόνισε ότι η δράση της κυβέρνησης ξεκίνησε λίγο πριν από την πανδημία, με την εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου και όσον αφορά στο μέλλον, η κυβέρνηση βάζει την πρόληψη στο επίκεντρο της μελλοντικής της πολιτικής για την υγεία, προσθέτοντας ότι «πρέπει να αντιμετωπίζουμε ποιοτικά – όχι ποσοτικά – τους πολίτες».
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στην αναβάθμιση των νοσοκομείων και στα κίνητρα που θα δοθούν προς τους υγειονομικούς για να στελεχώσουν τα πιο απομακρυσμένα κέντρα υγείας.
Ολοκλήρωσε την ομιλία του αναφερόμενος στην πανδημία και τονίζοντας ότι «η μάχη δεν έχει τελειώσει. Θα τελειώσει όταν δηλωθεί παγκοσμίως το μηδέν».