Στην Ελλάδα, η ανάκαμψη του τουρισμού φέτος αλλά και το 2022 θα δώσει τη μεγαλύτερη ώθηση στο ΑΕΠ μεταξύ όλων των χωρών της ευρωζώνης, εκτιμά η HSBC, και η οποία τοποθετείται στο 2% και 4% για κάθε χρονιά αντίστοιχα,, κάτι που εξηγεί την εκτόξευση της ελληνικής οικονομίας το επόμενο έτος.
Όπως αναφέρει το capital.gr, η βρετανική τράπεζα εξηγεί τους παράγοντες που θα καθορίσουν την ανάκαμψη αυτού του κρίσιμου για την οικονομία κλάδου και γιατί η χώρα μας αναμένεται να ξεχωρίσει.
Οι παραλίες άνοιξαν και όλα δείχνουν ότι οι Ευρωπαίοι θα απολαύσουν φέτος μία πολύ καλύτερη τουριστική σεζόν σε σχέση με το 2020, όπως τονίζει η HSBC. Πιο αναλυτικά, όπως σημειώνει, από τον Ιούνιο θα πρέπει να επιτρέπεται στους τουρίστες να ταξιδεύουν εντός και εκτός της ΕΕ, εάν έχουν εμβολιαστεί ή έχουν αρνητικό τεστ για την COVID-19. Είναι λογικό να υποθέσει κάποιος ότι τα κράτη μέλη θα εφαρμόσουν μια γενικά παρόμοια προσέγγιση στα ενδο-κοινοτικά ταξίδια. Η Ελλάδα ανακοίνωσε ότι το τέλος αυτής της εβδομάδας οι ταξιδιώτες που έχουν εμβολιαστεί ακόμη και με εμβόλια που δεν έχουν εγκριθεί από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMA) θα μπορούν να εισέλθουν στη χώρα χωρίς να υποβάλλονται σε τεστ, μόνο με "απόδειξη" εμβολιασμού. Εν τω μεταξύ, το Ηνωμένο Βασίλειο - μια βασική πηγή τουριστών - ανακοίνωσε μια "πράσινη λίστα" προορισμών χωρίς καραντίνα. Αυτοί οι νέοι κανόνες μπορεί να οδηγήσουν στην έναρξη της τουριστικής περιόδου νωρίτερα σε σχέση με πέρυσι.
Από μακροοικονομική άποψη, το στοίχημα είναι κρίσιμο. Ο τουρισμός αποτελεί σχεδόν το 15% του ΑΕΠ στην Ισπανία και πάνω από το 20% στην Ελλάδα, με την πλειονότητα των τουριστών να προέρχονται από το εξωτερικό, κυρίως από το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία. Οι περισσότεροι έρχονται το καλοκαίρι, οπότε, με ανάλογα και με την κατάσταση της COVID-19, ο αγώνας συνεχίζεται για να κινηθεί ξανά η βιομηχανία.
Πόση ανάκαμψη μπορούμε να περιμένουμε;
Η ανάκαμψη του τουρισμού θα εξαρτηθεί από διάφορους παράγοντες, όπως: η διάθεση των εμβολίων, το κόστος των τεστ PCR (για όσους δεν έχουν εμβολιαστεί), το επίπεδο των κρουσμάτων COVID-19 σε χώρες προορισμού, η κατάσταση σε ανταγωνιστικούς προορισμούς, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας, και η ζήτηση.
Σε αυτό το σημείο η HSBC αναφέρει χαρακτηριστικά ότι οι κρατήσεις ξενοδοχείων για την Ελλάδα από το Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκαν ακόμη και πάνω από τα επίπεδα του 2019 αμέσως μετά την ανακοίνωση της Ελλάδας τον περασμένο μήνα ότι στα μέσα Μαΐου θα ανοίξει τα σύνορά της σε εμβολιασμένους ταξιδιώτες. Αυτό είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό, όπως τονίζει, παρόλο που η Ελλάδα δεν είναι (ακόμη) στην "πράσινη λίστα" του Ηνωμένου Βασιλείου.
Παράλληλα αναφέρει, σε ότι αφορά το κόστος των τεστ, ότι μία μη εμβολιασμένη τετραμελής οικογένεια Βρετανών που θέλει να ταξιδέψει στην Ελλάδα το καλοκαίρι (εάν η Ελλάδα μπει τελικά στην "πράσινη λίστα" της Βρετανίας και η Βρετανία σε αυτήν της Ελλάδας), και με δεδομένο ότι σύμφωνα με του κανονισμούς της Ελλάδας κάθε μέλος άνω των 5 ετών θα πρέπει να έχει αρνητικό PCR τεστ το οποίο έχει γίνει λιτότερο από 72 ώρες πριν την αναχώρηση και ένα ακόμη τεστ έως και 48 ώρες μετά την επιστροφή, θα πρέπει να πληρώσει 1.024 λίρες (128 λίρες ανά τεστ). Πάντως η TUI για παράδειγμα προσφέρει ένα πακέτο τεστ PCR στους πελάτες της με κόστος 60 λίρες, κάτι που μειώνει το κόστος για την τετραμελή οικογένεια στις 240 λίρες.
Η ελλιπής διάθεση εμβολίων - περίπου οι μισοί Γερμανοί ενήλικες ενδέχεται να εμβολιαστούν πλήρως έως τον Ιούλιο, τα δύο τρίτα στο Ηνωμένο Βασίλειο - παράλληλα με το υψηλό κόστος των τεστ και την παρατεταμένη αβεβαιότητα του COVID-19, ενδέχεται να αποθαρρύνουν ορισμένους να ταξιδέψουν εκτός της χώρας τους φέτος.
Επομένως, το κεντρικό σενάριο της HSBC, το οποίο λαμβάνει υπόψη σχεδόν μηδενικό διεθνή τουρισμό έως τον Μάιο, είναι ότι το 2021 οι τουριστικές ροές προς τη Νότια Ευρώπη θα είναι σχεδόν υψηλότερες από το 2020, αλλά εξακολουθούν να είναι 50-60% κάτω από τα επίπεδα του 2019 (από 60-75 % πέρυσι).
Ο τουρισμός στη Νότια Ευρώπη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη ζήτηση από τη Βόρεια Ευρώπη. Σε όλες τις οικονομίες που εξαρτώνται από τον τουρισμό, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, όπως φαίνεται και στον παρακάτω πίνακα, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία αποτελούν δύο από τις τρεις πρώτες πηγές τουριστικών αφίξεων. Για τις περισσότερες χώρες, η τουριστική περίοδος ξεκινά το Πάσχα, ωστόσο το μεγαλύτερο μέρος των τουριστών τείνει να έρχεται τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, με την Ελλάδα να έχει τη μεγαλύτερη εποχικότητα.
Η Ισπανία και η Ελλάδα επλήγησαν περισσότερο το 2020 σε ό,τι αφορά τον κλάδο του τουρισμού και είχαν μία σχεδόν... χαμένη χρονιά, ενώ η Ιταλία και η Πορτογαλία κατάφεραν να κάνουν μια μικρή ανάκαμψη το τρίτο τρίμηνο (και η Πορτογαλία ακόμη και στο τέταρτο τρίμηνο). Στο σύνολο του έτους, η Ισπανία και η Ελλάδα είδαν τις εξαγωγές ταξιδιωτικών υπηρεσιών να υποχωρούν περίπου 75% σε σχέση με το 2019, ενώ η Ιταλία και η Ισπανία περίπου 60%.
Φέτος, είναι σαφές ότι η τουριστική σεζόν έχει ξεκινήσει με απώλειες. Οι δαπάνες από ξένους τουρίστες στην Ισπανία ήταν μόνο περίπου 1 δισ. ευρώ στην Ισπανία τον Μάρτιο, πολύ μακριά από 15 δισ. ευρώ το 2019 και σχεδόν 12 δισ. ευρώ πέρυσι. Έτσι, ακόμη και αν οι προοπτικές για την τουριστική βιομηχανία φαίνονται πιο φωτεινές, υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος για να καλύψουν ακόμη και να φτάσουν τα επίπεδα του περασμένου έτους.
Το βασικό σενάριο της HSBC είναι μια σταδιακή ανάκαμψη του ξένου τουρισμού η οποία θα ξεκινήσει τον Ιούνιο, με το επίπεδο των ξένων τουριστών να φτάνει περίπου το 50% των επιπέδων πριν από την κρίση στο τρίτο τρίμηνο. Στη συνέχει η ανάκαμψη θα είναι σταθερή, με την επιστροφή στα επίπεδα πριν από την κρίση έως το τέλος του 2022. Αυτό σημαίνει ότι οι ταξιδιωτικές υπηρεσίες θα είναι και πάλι μειωμένες κατά 50-60% φέτος από τα επίπεδα πριν από την κρίση και κατά 5%-10% το επόμενο έτος
Τι σημαίνει αυτό για το ΑΕΠ;
Πέρυσι ο τουριστικός τομέας αφαίρεσε 6% από την αύξηση του ΑΕΠ της Ελλάδας, γεγονός που καθιστά τη συνολική συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 8,2% το 2020 να φαίνεται σχετικά μέτρια, όπως τονίζει η HSBC. Στην Πορτογαλία, περιόρισε την αύξηση του ΑΕΠ κατά 3,5% και στην Ισπανία κατά 3%.
Φέτος, ο τουρισμός θα μπορούσε να συνεισφέρει τουλάχιστον 1-2% στην ανάκαμψη του ΑΕΠ στις χώρες της Νότιας Ευρώπης, ενώ την επόμενη χρονιά αναμένεται πολύ μεγαλύτερος αντίκτυπος. Μια ταχύτερη ανάκαμψη του τομέα θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναβάθμιση των εκτιμήσεων για την ανάπτυξη φέτος, και επίσης να μειώσει τους κινδύνους οικονομικών "πληγών" στις οικονομίες του Νότου, επιτρέποντας μια ταχύτερη επανένταξη των εποχικά εργαζομένων και τη βελτίωση των ευκαιριών για τη διάθεση των κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Πιο αναλυτικά, στο βασικό σενάριο της βρετανική τράπεζας, ο τουρισμός θα δώσει σημαντική ώθηση στο ΑΕΠ των χωρών του Νότου φέτος, περίπου 1% στο ΑΕΠ της Ισπανίας και της Πορτογαλίας και 2%% στο ΑΕΠ της Ελλάδας. Καθώς ο τουριστικός τομέας ανακάμπτει περαιτέρω το επόμενο έτος, ο θετικός αντίκτυπος στην αύξηση του ΑΕΠ θα αυξηθεί, μεταξύ του 2% για την Ισπανία και έως το 4% για την Ελλάδα. Αυτό εξηγεί γιατί η HSBC βλέπει πολύ υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης το 2022 από ό,τι φέτος για τις οικονομίες που εξαρτώνται από τον τουρισμό.