«Κλειδί» για τη διατήρηση του θετικού momentum για την επιστροφή της οικονομίας στην ανάπτυξη και την πορεία προς την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας αποτελεί η σημερινή «ετυμηγορία» της Moody’s για την ελληνική οικονομία.
Σύμφωνα με όσα μεταδίδει το imerisia.gr, με το ισχυρό μπόνους που δίνει στην οικονομία η αξιοποίηση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και η προσήλωση στην πολιτική των μεταρρυθμίσεων, οι αναλυτές αισιοδοξούν ότι η εν λόγω απόσταση θα μπορούσε να «γεφυρωθεί» έως το τέλος του 2022. Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, μιλώντας στη γενική συνέλευση των Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδας, έκανε λόγο για επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας το 2023.
Τι θα κάνει η Moody's;
Αυτή τη στιγμή ο οίκος Moody’s βαθμολογεί την Ελλάδα με Ba3, δηλαδή δύο κλίμακες χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα, και εκτιμάται ότι θα προχωρήσει σε αναβάθμιση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας. Εάν προχωρήσει σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας, θα είναι σίγουρα μια έκπληξη με δεδομένο ότι είχε δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στην πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας πριν από κάποιους μήνες.
Βέβαια, με την οικονομία να έχει αρχίσει να επιστρέφει σε μια κανονικότητα, το Δημόσιο να έχει προχωρήσει σε πετυχημένες εκδόσεις κρατικών ομολόγων μέσα στο 2021, τον «Hρακλή II» να έχει λάβει «πράσινο φως» και την εκτίμηση ότι το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης θα επιτρέψει στη Ελλάδα να μειώσει σημαντικά το χρέος της, όλα είναι ανοιχτά. Ωστόσο, ο οίκος δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα για την πιστοληπτική αναβάθμιση της χώρας στην υλοποίηση κρίσιμων μεταρρυθμίσεων, οπότε μπορεί να δώσει πίστωση χρόνου για να παρακολουθήσει την πορεία υλοποίησή τους.
Η «έκπληξη» από την S&P
Σημειώνεται ότι πριν από λίγο καιρό, με μια μη αναμενόμενη κίνηση, ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης S&P ανέβασε τη βαθμολογία της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα, από το BB- στο ΒΒ, δηλαδή δύο σκαλοπάτια κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, ενώ έδωσε θετική προοπτική στη βαθμολογία, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο για άλλη μία αναβάθμιση το επόμενο 12μηνο, εάν είναι ισχυρότερη η ανάκαμψη της οικονομίας από το αναμενόμενο.
Το βασικό όφελος που μπορεί να προκύψει από τις αναβαθμίσεις των ξένων οίκων έχει να κάνει με το κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη και την αναμενόμενη -κάποια στιγμή στο μέλλον- απόσυρση του μέτρου αγοράς κρατικών ομολόγων (PEPP) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ήδη εκφράζονται φόβοι ότι στην επόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ θα ληφθεί απόφαση για επιβράδυνση στις αγορές ομολόγων στο πλαίσιο του ΡΕΡΡ, καθώς η οικονομία ανακάμπτει. Επιπλέον, η κυβέρνηση με την ανάκτηση βαθμίδας θα διαθέτει ένα πολύ ισχυρό χαρτί στις διαπραγματεύσεις για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων το επόμενο χρονικό διάστημα.
Τα οφέλη περαιτέρω αναβάθμισης
Όπως είναι εύλογο, μια περαιτέρω αναβάθμιση της Ελλάδας θα συνεπάγεται τη μείωση του κόστους δανεισμού και την εξασφάλιση ευνοϊκότερων συνθηκών στις επικείμενες εκδόσεις ομολόγων, έχοντας ως αποτέλεσμα τη βελτίωση του πιστωτικού προφίλ και τη μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους.
Η Αθήνα ετοιμάζεται για μια νέα νέα έκδοση ομολόγου μέσα στο επόμενο διάστημα. Έτσι θα ολοκληρώσει τον σχεδιασμό για φέτος για δανεισμό έως 12 δισ., διατηρώντας το «μαξιλάρι ασφαλείας» άνω των 30 δισ. ευρώ. Ανάλογα με τις συνθήκες αλλά και τις ανάγκες που θα μπορούσαν να προκύψουν, θα εξαρτηθεί εάν θα υπάρξουν τυχόν νέες έξοδοι από το φθινόπωρο. Oι συνθήκες στην αγορά με το ελληνικό 10ετές να βρίσκεται στο 1,02% στρώνουν το χαλί για την επόμενη, ακόμα και τελευταία έξοδο στις αγορές για το Δημόσιο το 2021.