Χωρίς καμία προστασία βρίσκονται οφειλέτες με δάνειο πρώτης κατοικίας, αφού ο νέος πτωχευτικός νόμος που τέθηκε σε εφαρμογή από την 1η Ιουνίου προστατεύει μόνο τα δάνεια συγκεκριμένων ευάλωτων οφειλετών που «κοκκίνισαν» εν μέσω πανδημίας.
Τι ισχύει για την α' κατοικία
Στο στάδιο του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών που περιλαμβάνει ο νέος νόμος, προβλέπεται επιδότηση δόσης του στεγαστικού δανείου για πέντε έτη υπό τις παρακάτω προϋποθέσεις:
Το σύνολο των οφειλών προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης να είναι τουλάχιστον είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ.
Το υπόλοιπο του δανείου να μην υπερβαίνει τα 135.000 ευρώ (για μονοπρόσωπο νοικοκυριό). Το όριο αυτό προσαυξάνεται κατά 20.000 ευρώ για κάθε επιπλέον μέλος και φτάνει έως το μέγιστο ποσό των 215.000 ευρώ.
Το δάνειο να μην έχει καταγγελθεί σε διάστημα πέραν του ενός έτους, γεγονός που θέτει εκτός της προστασίας παλαιότερα -πριν της πανδημίας- κόκκινα δάνεια.
Το νοικοκυριό να είναι ευάλωτο, το οποίο σημαίνει ότι θα πρέπει να πληροί συγκεκριμένα κριτήρια επιλεξιμότητας, δηλαδή να έχουν μειωθεί τα οικογενειακά εισοδήματα των μελών του νοικοκυριού και να μη διαθέτουν περιουσία υψηλής αξίας. Συγκεκριμένα, για εισοδήματα έως 1.000 ευρώ να έχει επέλθει μείωση άνω του 20% και για μεγαλύτερα εισοδήματα, μείωση άνω του 30%.
Το ύψος της επιδότησης κυμαίνεται από 70 ευρώ έως 210 ευρώ μηνιαίως.
Το στάδιο δεύτερης ευκαιρίας, που είναι το δεύτερο σκέλος του Πτωχευτικού που περιλαμβάνει την πτώχευση ιδιωτών και επιχειρήσεων, προβλέπει την αγορά της πρώτης κατοικίας από ειδικό φορέα ο οποίος θα τη μισθώνει στον οφειλέτη έναντι ενοικίου το οποίο - για τους ευάλωτους - θα επιδοτείται εν μέρει από το Δημόσιο. Η μίσθωση θα ισχύει για 12 έτη και στη συνέχεια ο δανειολήπτης θα μπορεί να επαναγοράσει την κατοικία του.
Ο εν λόγω φορέας όμως δεν έχει ακόμα συσταθεί. Ετσι το υπουργείο Οικονομιών και οι τράπεζες αναζητούν ένα ενδιάμεσο καθεστώς προστασίας από τους πλειστηριασμούς και για όσους δεν είναι ευάλωτοι.
Νέος Πτωχευτικός από σήμερα
Από σήμερα ιδιώτες και επιχειρήσεις μπορούν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους προς τις τράπεζες, τα ασφαλιστικά ταμεία και το Δημόσιο μέσω ενός ενιαίου πλαισίου όπου θα συνυπολογίζονται τα περιουσιακά και εισοδηματικά στοιχεία. Η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους θέτει σε λειτουργία 10 νέες πλατφόρμες (για ρύθμιση οφειλών, για πτώχευση, για εξυγίανση, για ευάλωτους δανειολήπτες, για φορέα ακινήτων κ.ά.) ώστε το νέο πλαίσιο να λειτουργήσει στην πληρέστερη -μέχρι σήμερα- μορφή του.
Η πλατφόρμα 2ης ευκαιρίας παρέχει μέσω του Εξωδικαστικού Μηχανισμού Ρύθμισης Οφειλών τη δυνατότητα ρύθμισης οφειλών προς το Δημόσιο σε έως και 240 δόσεις και προς τις τράπεζες σε έως και 420 δόσεις.
Την πρωτοβουλία της ρύθμισης μπορεί να ξεκινήσει είτε ο οφειλέτης είτε η τράπεζα, προτείνοντας διακανονισμό στον δανειολήπτη. Μόλις ο οφειλέτης καταθέσει αίτηση στην πλατφόρμα, οι πιστωτές καταθέτουν πρόταση ρύθμισης και εφόσον ο οφειλέτης τη δεχθεί, καθώς και η πλειοψηφία (60%) των πιστωτών, τότε η ρύθμιση τίθεται σε ισχύ.
Η διαδικασία της αναδιάρθρωσης, όπως ονομάζεται, έχει προθεσμία να ολοκληρωθεί εντός δύο μηνών από την υποβολή της αίτησης στην πλατφόρμα. Αυτομάτως μόλις τεθεί σε εφαρμογή η σύμβαση αναδιάρθρωσης, «παγώνει» κάθε διαδικασία πλειστηριασμού κατά του δανειολήπτη.
Η διαδικασία
Η διαδικασία προβλέπεται να είναι γρήγορη, καθώς θα πρέπει να ολοκληρώνεται το αργότερο σε δύο μήνες από την υποβολή της αίτησης στην πλατφόρμα. Όσοι επιλέξουν τον εξωδικαστικό συμβιβασμό θα πρέπει αφού κάνουν αίτηση να παρέχουν εξουσιοδότηση για την άρση τραπεζικού και φορολογικού απορρήτου. Στη συνέχεια αυτοματοποιημένα θα καταγράφονται τα στοιχεία που αφορούν σε οφειλές, εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία και θα παράγεται η σχετική ρύθμιση, χωρίς να απαιτείται εμπλοκή ανθρώπινου παράγοντα ή/και έγκριση οποιουδήποτε στελέχους του δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης.
Στη συνέχεια οι χρηματοδοτικοί φορείς, δύνανται να καταθέσουν πρόταση ρύθμισης προς τον οφειλέτη. Αν η πρόταση εξασφαλίσει τη συναίνεση του οφειλέτη και της απαιτούμενης πλειοψηφίας των χρηματοδοτικών φορέων, διαβιβάζεται στο δημόσιο και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, οι οποίοι καλούνται σε στενό χρονικό πλαίσιο να ελέγξουν την τήρηση των προϋποθέσεων του νόμου και εφόσον πληρούνται τότε αυτομάτως παρέχεται η έγκρισή τους.
Το «κούρεμα» προς το δημόσιο δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από 95% των απαιτήσεων του δημοσίου από πρόστιμα που έχουν επιβληθεί από τη φορολογική διοίκηση, 85% των απαιτήσεων του δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής. Επιπλέον, στην περίπτωση των διμερών διαπραγματεύσεων ή στις πολυμερείς διαπραγματεύσεις όταν η προσφερόμενη λύση από τους χρηματοδοτικούς φορείς προκύπτει από την αντιπρόταση των πιστωτών, το «κούρεμα» βασικής οφειλής προς το Δημόσιο και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από 75%. Σημειώνεται ότι διαγραφή βασικής οφειλής προς το Δημόσιο και ασφαλιστικών εισφορών απαγορεύεται από τον νόμο. Περαιτέρω, στην περίπτωση αυτή το «κούρεμα» προς τους χρηματοδοτικούς φορείς δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από 80% των απαιτήσεων των χρηματοδοτικών φορέων, με εξαίρεση τους τόκους υπερημερίας για τους οποίους δεν υπάρχει όριο.
Παράλληλα η ρύθμιση οφειλών με το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης επιβαρύνεται με επιτόκιο ίσο με το euribor τριμήνου, προσαυξημένο κατά 5%, το οποίο υπολογίζεται ετησίως. Η ρύθμιση οφειλών με τους χρηματοδοτικούς φορείς επιβαρύνεται με επιτόκιο ίσο με το euribor τριμήνου/μηνός, προσαυξημένο κατά 3,25% για εξασφαλισμένες οφειλές και 4,5% για μη εξασφαλισμένες οφειλές.
Να σημειωθεί ότι το ποσό μηνιαίας δόσης αυξάνεται σταδιακά μετά από 1 και 4 έτη. Περαιτέρω, σε περίπτωση που η προσφερόμενη λύση από τους χρηματοδοτικούς φορείς προκύπτει από την αντιπρόταση των πιστωτών, προβλέπεται σταδιακή αύξηση με διάφορα βήματα ανάλογα το είδος δανείου - οφειλέτη.
Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης για τη ρύθμιση οφειλών με το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ανέρχεται σε 50 ευρώ. Περαιτέρω σε περίπτωση που η προσφερόμενη λύση από τους χρηματοδοτικούς φορείς προκύπτει από την αντιπρόταση των πιστωτών, προβλέπεται ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης προς χρηματοδοτικού φορείς που ανέρχεται σε 50 ευρώ ανά δάνειο με εξασφάλιση και σε 50 ευρώ ανά πιστωτή για δάνεια χωρίς εξασφάλιση.
Ο μέγιστος αριθμός δόσεων ρύθμισης αποπληρωμής οφειλής προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης είναι 240. Περαιτέρω, σε περίπτωση που η προσφερόμενη λύση από τους χρηματοδοτικούς φορείς προκύπτει από την αντιπρόταση των πιστωτών, προβλέπεται μέγιστο όριο 420 δόσεων για τα εξασφαλισμένα δάνεια ΦΠ, 240 δόσεων για μη εξασφαλισμένα δάνεια ΦΠ και εξασφαλισμένα δάνεια ΝΠ και 180 δόσεων για μη εξασφαλισμένα δάνεια ΝΠ. Επιπλέον για οφειλέτες ΦΠ έχει προβλεφθεί από τους χρηματοδοτικούς φορείς το μέγιστο όριο ηλικίας τα 85 έτη, βάσει του οποίου μειώνεται ο αριθμός των δόσεων, έκτος αν συμβληθεί εγγυητής μικρότερης ηλικίας.
Επίσης θα πρέπει να καταβάλει για τα χρέη του ό,τι εισπράξει από την ρευστοποίηση όλης της περιουσίας του. Για τα, δε, ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, η αξία ρευστοποίησης προσδιορίζεται ως το μέγιστο ανάμεσα στη φορολογητέα αξία και την εμπορική αξία μειωμένη, κατά 3% λόγω των εξόδων της διαδικασίας ρευστοποίησης, ενώ για τα κινητά περιουσιακά στοιχεία, η αξία ρευστοποίησης ταυτίζεται με την εμπορική αξία.
Επιπλέον , ο οφειλέτης θα πρέπει να πληρώσει και το ποσό που περισσεύει από τα εισοδήματα του (μετά την κάλυψη των ευλόγων δαπανών διαβίωσης για φυσικό πρόσωπο και του αναγκαίου κεφαλαίου κίνησης για νομικό πρόσωπο), εφόσον τα εισοδήματα του είναι επαρκή και μπορούν να υποστηρίξουν κάτι τέτοιο.
Πρόσθετα στα ανωτέρω, ο οφειλέτης έχει την ευχέρεια να δηλώσει ότι μπορεί να πληρώνει παραπάνω (με σκοπό να αποπληρώσει νωρίτερα και αποφύγει την επιβάρυνση τόκων) και τότε προστίθεται και αυτό το ποσό.