Μετά τη συρρίκνωση στο πρώτο τρίμηνο του έτους η οικονομία της ευρωζώνης αρχίζει σταδιακά να ξανανοίγει καθώς η κατάσταση με την πανδημία βελτιώνεται και οι εκστρατείες εμβολιασμού σημειώνουν πρόοδο.
Αυτό τόνισε μεταξύ άλλων η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου, που διατήρησε τα επιτόκια αμετάβλητα.
Όπως υπογράμμισε η κ. Λαγκάρντ, τα τελευταία στοιχεία δείχνουν μια ανάκαμψη του τομέα των υπηρεσιών και διατήρηση του δυναμισμού που χαρακτηρίζει τον τομέα της μεταποίησης.
«Αναμένουμε ότι η οικονομική δραστηριότητα θα επιταχυνθεί το δεύτερο εξάμηνο του έτους καθώς θα καταργούνται περαιτέρω περιοριστικά μέτρα» πρόσθεσε η ίδια. «Η άνοδος της καταναλωτικής δαπάνης, η ισχυρή παγκόσμια ζήτηση και η υποστηρικτική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική θα παράσχουν πολύτιμη στήριξη στην οικονομική ανάκαμψη» σημείωσε.
Ωστόσο, η ίδια προειδοποίησε ότι οι αβεβαιότητες παραμένουν, καθώς το βραχυπρόθεσμο οικονομικό outlook συνεχίζει να εξαρτάται από την πορεία της πανδημίας.
Η Κριστίν Λαγκάρντ σημείωσε τα εξής:
Μετά τη συρρίκνωση του πρώτου τριμήνου του έτους, η οικονομία της ζώνης του ευρώ ανοίγει σταδιακά καθώς ύποχωρεί η πανδημία και οι εκστρατείες εμβολιασμού σημειώνουν σημαντική πρόοδο. Τα τελευταία δεδομένα σηματοδοτούν μια ανάκαμψη στις υπηρεσίες και στη βιομηχανική παραγωγή. Αναμένουμε ότι η οικονομική δραστηριότητα θα επιταχυνθεί το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους καθώς θα αρθούν περαιτέρω τα μέτρα. Η αύξηση των καταναλωτικών δαπανών, η ισχυρή παγκόσμια ζήτηση και η δημοσιονομική και νομισματική πολιτική παρέχουν υποστήριξη στην ανάκαμψη. Ταυτόχρονα, παραμένουν αβεβαιότητες, καθώς οι βραχυπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές εξακολουθούν να εξαρτώνται από την πορεία της πανδημίας και από το πως αντιδρά η οικονομία μετά το άνοιγμα. Ο πληθωρισμός αυξήθηκε τους τελευταίους μήνες, κυρίως λόγω των βασικών επιπτώσεων, των παροδικών παραγόντων και της αύξησης των τιμών της ενέργειας. Αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω το δεύτερο εξάμηνο του έτους, προτού υποχωρήσει καθώς εξαφανίζονται προσωρινοί παράγοντες. Οι νέες προβλέψεις μας δείχνουν σταδιακή αύξηση των υποκείμενων πιέσεων πληθωρισμού σε όλο τον ορίζοντα, αν και οι πιέσεις παραμένουν υποτονικές στο πλαίσιο μιας ακόμη σημαντικής οικονομικής επιβράδυνσης που θα απορροφηθεί μόνο σταδιακά. Ο γενικός πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει κάτω από το στόχο μας στον ορίζοντα προβολής.
Η διατήρηση ευνοϊκών χρηματοδοτικών συνθηκών κατά την πανδημική περίοδο παραμένει απαραίτητη για τη μείωση της αβεβαιότητας και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης, στηρίζοντας έτσι την οικονομική δραστηριότητα και διασφαλίζοντας τη μεσοπρόθεσμη σταθερότητα των τιμών. Οι συνθήκες χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά παρέμειναν σε γενικές γραμμές σταθερές από την τελευταία συνεδρίαση της νομισματικής πολιτικής τον περασμένο Μάρτιο. Ωστόσο, τα επιτόκια της αγοράς έχουν αυξηθεί περαιτέρω. Αν και αντανακλά εν μέρει τις βελτιωμένες οικονομικές προοπτικές, η συνεχής αύξηση των επιτοκίων της αγοράς θα μπορούσε να μετατραπεί σε σκληρότερες συνθήκες χρηματοδότησης και να επηρεάσουν ολόκληρη την οικονομία. Μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν πρόωρη και θα αποτελούσε κίνδυνο για τη συνεχιζόμενη οικονομική ανάκαμψη και τις προοπτικές για τον πληθωρισμό.
Σε αυτό το πλαίσιο, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να επιβεβαιώσει τη στάση του σχετικά με τη νομισματική πολιτική. Θα διατηρήσουμε τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ αμετάβλητα. Περιμένουμε να παραμείνουν στα σημερινά ή χαμηλότερα επίπεδα έως ότου να δούμε την εξέλιξη του πληθωρισμού.
Θα συνεχίσουμε να πραγματοποιούμε καθαρές αγορές περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς έκτακτης ανάγκης πανδημίας (PEPP) με συνολικό κονδύλι 1.850 δισεκατομμυρίων ευρώ έως τουλάχιστον το τέλος Μαρτίου 2022 και, εν πάση περιπτώσει, έως ότου το Διοικητικό Συμβούλιο κρίνει ότι η κρίση του κοροναϊού ξεπεράστηκε. Βάσει κοινής αξιολόγησης των συνθηκών χρηματοδότησης και των προοπτικών πληθωρισμού, το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του PEPP κατά το επόμενο τρίμηνο θα συνεχίσουν να διεξάγονται με σημαντικά υψηλότερο ρυθμό από ό, τι κατά τους πρώτους μήνες του έτους.
Θα αγοράζουμε με ευελιξία σύμφωνα με τις συνθήκες της αγοράς και με σκοπό να αποτρέψουμε τη σύσφιξη των όρων χρηματοδότησης που δεν συνάδει με την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας στην προβλεπόμενη πορεία του πληθωρισμού. Επιπλέον, η ευελιξία των αγορών με την πάροδο του χρόνου, μεταξύ των κατηγοριών περιουσιακών στοιχείων και μεταξύ των δικαιοδοσιών θα συνεχίσει να υποστηρίζει την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής.
Οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP) θα συνεχιστούν με μηνιαίο ρυθμό 20 δισεκατομμυρίων ευρώ. Συνεχίζουμε να αναμένουμε ότι οι μηνιαίες καθαρές αγορές περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο της εφαρμογής θα διαρκέσουν για όσο διάστημα είναι απαραίτητο για να ενισχύσουν την προσαρμοστική επίδραση των επιτοκίων πολιτικής μας και να τελειώσουν λίγο πριν αρχίσουμε να αυξάνουμε τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ.
Σκοπεύουμε επίσης να συνεχίσουμε την επανεπένδυση, εξ ολοκλήρου, των κύριων πληρωμών από χρεόγραφα που λήγουν που αγοράστηκαν βάσει του APP για παρατεταμένη χρονική περίοδο μετά την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζουμε να αυξάνουμε τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ και, εν πάση περιπτώσει, για όσο διάστημα είναι απαραίτητο για τη διατήρηση ευνοϊκές συνθήκες ρευστότητας και άφθονο βαθμό νομισματικής διευθέτησης
Τέλος, θα συνεχίσουμε να παρέχουμε μεγάλη ρευστότητα μέσω των πράξεων αναχρηματοδότησης. Η χρηματοδότηση που αποκτήθηκε μέσω της τρίτης σειράς στοχευμένων πράξεων μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO III) διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη στήριξη του τραπεζικού δανεισμού σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Τα μέτρα μας συμβάλλουν στη διατήρηση ευνοϊκών χρηματοδοτικών συνθηκών για όλους τους τομείς της οικονομίας, κάτι που απαιτείται για μια συνεχή οικονομική ανάκαμψη και για τη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών. Θα συνεχίσουμε επίσης να παρακολουθούμε τις εξελίξεις στη συναλλαγματική ισοτιμία όσον αφορά τις πιθανές επιπτώσεις τους στις μεσοπρόθεσμες προοπτικές πληθωρισμού. Είμαστε έτοιμοι να προσαρμόσουμε όλα τα μέσα μας, ανάλογα με την περίπτωση, για να διασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός κινείται προς τον στόχο μας με σταθερό τρόπο, σύμφωνα με τη δέσμευσή μας για συμμετρία.
Επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ
Επιτρέψτε μου τώρα να εξηγήσω την εκτίμησή μας με μεγαλύτερη λεπτομέρεια, ξεκινώντας από την οικονομική ανάλυση. Κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους, το πραγματικό ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ μειώθηκε περαιτέρω, κατά 0,3%, φθάνοντας το 5,1% κάτω από το επίπεδο προ πανδημίας του τέταρτου τριμήνου του 2019. Οι έρευνες σε επιχειρήσεις και καταναλωτές και οι δείκτες υψηλής συχνότητας δείχνουν σημαντική βελτίωση της δραστηριότητας το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Επίσης δείχνουν μια ισχυρή ανάκαμψη στη δραστηριότητα των υπηρεσιών καθώς ο αριθμός των μολύνσεων μειώνεται, γεγονός που θα επιτρέψει τη σταδιακή εξομάλυνση των δραστηριοτήτων υψηλής επαφής. Η μεταποιητική παραγωγή παραμένει ισχυρή, υποστηριζόμενη από τη σταθερή παγκόσμια ζήτηση, παρόλο που τα σημεία συμφόρησης από την πλευρά της προσφοράς θα μπορούσαν να δημιουργήσουν εμπόδια στη βιομηχανική δραστηριότητα στο εγγύς μέλλον. Οι δείκτες εμπιστοσύνης των καταναλωτών ενισχύονται, γεγονός που υποδηλώνει ισχυρή ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά την προσεχή περίοδο. Οι επιχειρηματικές επενδύσεις δείχνουν ανθεκτικότητα, παρά τους πιο αδύναμους εταιρικούς ισολογισμούς και τις αβέβαιες οικονομικές προοπτικές.
Αναμένουμε ότι η ανάπτυξη θα συνεχίσει να βελτιώνεται έντονα το δεύτερο εξάμηνο του 2021, καθώς η πρόοδος στις εκστρατείες εμβολιασμού επιτρέπει την περαιτέρω χαλάρωση των μέτρων περιορισμού. Μεσοπρόθεσμα, η ανάκαμψη της οικονομίας της ζώνης του ευρώ αναμένεται να ενισχυθεί από την ισχυρότερη παγκόσμια και εγχώρια ζήτηση, καθώς και από τη συνεχή υποστήριξη τόσο της νομισματικής όσο και της δημοσιονομικής πολιτικής.
Αυτή η αξιολόγηση αντικατοπτρίζεται σε γενικές γραμμές στο βασικό σενάριο των μακροοικονομικών προβλέψεων του προσωπικού του Ευρωσυστήματος του Ιουνίου 2021 για τη ζώνη του ευρώ, προβλέποντας ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ σε 4,6% το 2021, 4,7% το 2022 και 2,1% το 2023. Σε σύγκριση με τις μακροοικονομικές προβλέψεις του προσωπικού της ΕΚΤ τον Μάρτιο του 2021, οι προοπτικές για την οικονομική δραστηριότητα αναθεωρήθηκαν για το 2021 και το 2022, ενώ είναι αμετάβλητο για το 2023.