Την ανάγκη να διευρυνθεί ο διάλογος και η συνεργασία γύρω από όλα τα θέματα που αφορούν στις σχέσεις τραπεζών-καταναλωτή, ώστε να σφυρηλατήσουν νέες σχέσεις εμπιστοσύνης ανάμεσα σε δανειστές και οφειλέτες, επεσήμανε η Πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και Πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας κυρία Λούκα Κατσέλη, κατά τον χαιρετισμό που απηύθυνε την Πέμπτη στην επιστημονική εκδήλωση που πραγματοποίησε η Ένωση Δικαίου Προστασίας Καταναλωτή με θέμα το νόμο 3869/2010 «Ρύθµιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων».
Η κυρία Κατσέλη τόνισε ότι ο νόμος 3869/2010, που διανύει πλέον τον πέμπτο χρόνο εφαρμογής του, ακόμα και μετά τις τροποποιήσεις του, λειτουργεί ως καταφύγιο για χιλιάδες δανειολήπτες που βρίσκονται σε μόνιμη αδυναμία να αποπληρώσουν τα χρέη τους, καθώς παρέχει τη δυνατότητα σε πολλά υπερχρεωμένα νοικοκυριά να προσαρμόσουν τα χρέη τους στις πραγματικές δυνατότητες αποπληρωμής. H κυρία Κατσέλη, που ως Υπουργός Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας το 2010 είχε εισηγηθεί στη Βουλή τη ψήφιση του νόμου 3869/2010, σημείωσε ότι ο νόμος αυτός δεν σχεδιάσθηκε αποκλειστικά για την περίοδο κατά την οποία η χώρα μας θα βρίσκεται σε οικονομική κρίση, καθώς σχεδόν κάθε ευνομούμενη χώρα, στην οποία έχει απελευθερωθεί η τραπεζική πίστη, διαθέτει νομοθεσία ρύθμισης των χρεών προκειμένου να αντιμετωπίζονται οι δυσμενείς καταστάσεις στις οποίες περιέρχονται οφειλέτες που για διάφορους λόγους αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις που ανέλαβαν.
Ανέφερε μάλιστα χαρακτηριστικά ότι στη Γερμανία, που δεν αντιμετωπίζει τη δική μας οικονομική κρίση, την τελευταία πενταετία έχουν κατατεθεί περίπου 640.000 αιτήσεις (125.000 το χρόνο), τονίζοντας ότι λαμβάνοντας υπόψη και τις πληθυσμιακές αναλογίες μεταξύ Ελλάδος και Γερμανίας δεν μπορεί να μιλήσει για κατάχρηση της εφαρμογής του Ν. 3869/10. Τέλος, επεσήμανε ακόμα ότι σήμερα οι τράπεζες διαθέτουν μια σειρά από ελκυστικά προϊόντα που προσφέρουν τη δυνατότητα σε καταναλωτές να επιτύχουν σημαντική ρύθμιση των οφειλών τους, κάτι που είναι σημαντικό τόσο για την ελάφρυνση των δανειοληπτών, όσο και για τη βελτίωση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών.