της Μαρίας Μπακοπούλου
Την έντονη ανησυχία τους εκφράζουν οι κοινωνικοί φορείς για τη συνεχιζόμενη ανατίμηση πρώτων υλών, ήδη, από την αρχή του καλοκαιριού, σε διαφορετικούς κλάδους του εμπορίου και της βιομηχανίας, με αποτέλεσμα, όπως τονίζουν, την εμφάνιση «αρνητικού κλίματος στην αγορά από τη μεταποίηση, τις τεχνικές εργασίες, την εστίαση και τις υπηρεσίες».
Ωστόσο, σε αυτό που συγκλίνουν όλοι είναι ότι πρόκειται για μια συνεχιζόμενη και με γεωμετρική πρόοδο κατάσταση, η οποία ξεκίνησε από τις αρχές του 2021 και κορυφώνεται μέσα στο καλοκαίρι, αφορώντας σε μικρό ή μεγάλο βαθμό όλους τους κλάδους, άμεσα ή έμμεσα.
Τα μηνύματα είναι αποκαλυπτικά, ήδη, από τους διεθνείς δείκτες: Για παράδειγμα, για πρώτη φορά ο δείκτης πρώτων υλών τροφίμων και ποτών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Commodity Food and Beverage Price Index Monthly Price) κατέγραψε τον περασμένο Απρίλιο, σε ένα μόλις χρόνο από το 2020, εξαιρετικά μεγάλη αύξηση άνω του 30%: από 92,42 το 2020 σε 125,16 το 2021, με τις αυξήσεις αυτές να οφείλονται κυρίως στην άνοδο των τιμών των πρώτων υλών παραγωγής.
Παρόμοια ευρήματα προέκυψαν και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), ο οποίος μετράει τη μεταβολή στις διεθνείς τιμές ενός καλαθιού πρώτων υλών. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο εν λόγω δείκτης έφτασε την άνοιξη του 2021 στις 120,9 μονάδες, έκανε δηλαδή άλμα… 28,4 μονάδων σε σχέση με την άνοιξη του 2020, ενώ κατέγραψε για 11ο συνεχόμενο μήνα αύξηση στην τιμή του, προσεγγίζοντας το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων ετών.
Μάλιστα, όλοι οι επιμέρους δείκτες παρουσιάζουν αυξήσεις σε προϊόντα όπως τα δημητριακά, τα έλαια, το κρέας, τα γαλακτοκομικά και τη ζάχαρη, με τις μεγαλύτερες αυξήσεις από αυτές να καταγράφονται στα φυτικά έλαια και στα δημητριακά.
Οι αυξήσεις των τιμών των πρώτων υλών, εξάλλου, αφορούν και τον κλάδο των κατασκευών, με το σύνολο των εργοληπτικών Οργανώσεων της χώρας (ΣΤΕΑΤ, ΣΑΤΕ, ΠΕΣΕΔΕ, ΠΕΔΜΕΔΕ και ΠΕΔΜΗΕΔΕ) να έχουν αποστείλει, ήδη, σχετική επιστολή στον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών Κ. Καραμανλή, ενημερώνοντάς τον για τη «σημαντική άνοδο των τιμών υλικών αναγκαίων για την υλοποίηση των δημοσίων έργων, που συντελείται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο από το καλοκαίρι του 2020».
Σύμφωνα με τους ίδιους φορείς, έχει καταγραφεί ιδιαίτερα σημαντική αύξηση στις τιμές βασικών υλικών, όπως τα μέταλλα (σίδηρος, χαλκός αλουμίνιο), τα πλαστικά (PVC, πολυαιθυλένιο κλπ.), το πετρέλαιο και τα παράγωγά του (κυρίως καύσιμα και ασφαλτικά).
Την ίδια στιγμή, το θέμα της αύξησης των βασικών οικοδομικών υλικών, που επηρεάζει δυσμενώς συμβασιοποιημένα έργα τέθηκε και στο πρώτο συνέδριο του ΤΕΕ "Green Deal Greece 2021" πριν από λίγες εβδομάδες, με τον Γενικό Γραμματέα Υποδομών Γιώργο Καραγιάννη, να παραδέχεται το πρόβλημα, επισημαίνοντας ότι το Υπουργείο βρίσκεται στη διαδικασία επεξεργασίας του και εξεύρεσης τρόπων για την αντιμετώπισή του.
Το ζήτημα θίγουν σε πρόσφατη επιστολή τους προς τους υπουργούς Οικονομίας και Ανάπτυξης και τα στελέχη της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), υποστηρίζοντας ότι «τους τελευταίους μήνες παρατηρείται συνεχής αύξηση των τιμών βασικών προϊόντων, με τις τιμές των τροφίμων και των καυσίμων να ανατρέπουν τιμολόγια που επί χρόνια παρέμεναν σταθερά. Ενδεικτικό είναι ότι το τελευταίο εξάμηνο οι τιμές των καύσιμων έχουν σημειώσει άνοδο κατά 50%, ενώ σημαντικές είναι και οι ανατιμήσεις σε πρώτες ύλες που έχουν άμεση επίπτωση σε όλες τις οικονομικές δραστηριότητες, από την μεταποίηση μέχρι και τον τομέα των υπηρεσιών».
Στην ίδια επιστολή επισημαίνεται, εξάλλου, ότι είναι «θέμα χρόνου ένα μαζικό και δευτερογενές κύμα ανατιμήσεων, που θα οδηγήσει σε αυξήσεις στην τελική κατανάλωση» και μάλιστα σε μια χρονική στιγμή που οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις προσπαθούν να ξαναβρούν το βηματισμό τους και αναμένουν τις ενέργειες της πολιτείας».
Σε όλα αυτά ήρθε να προστεθεί και η άοδος της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος. Στην αρχή για διαφορετικούς λόγους αλλά τις τελευταίες ημέρες λόγω καύσωνα και ζήτησης. Η τιμή του ρεύματος στην Ελλάδα στις 30 Ιουλίου 2021 ανήλθε ανά Mwh στα 143,23 ευρώ που μεταφράζεται σε 0,14323 ευρώ ανά kwh, όταν πέρυσι τέτοια εποχή η τιμή τουλάχιστον 50% χαμηλότερη.
Στο 2,2% ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης τον Ιούλιο
Σύμφωνα με τη Eurostat ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη τον Ιούλιο 2021 διαμορφώθηκε στο 2,2%, σημαντικά αυξημένος έναντι του 1,9% τον Ιούνιο. Οι κλάδοι που ενίσχυσαν τον πληθωρισμό ήταν της ενέργειας (αύξηση 14% σε σχέση με 12,6% τον Ιούνιο), των τροφίμων, του αλκοόλ και του καπνού (1,6% σε σχέση με 0,5% τον Ιούνιο). Οι τιμές των υπηρεσιών αυξήθηκαν 0,9% έναντι 0,7% τον Ιούνιο και για τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά αυξήθηκαν 0,7% σε σχέση με 1,2% τον Ιούνιο. Ενδεικτικό της αναζωπύρωσης του πληθωρισμού στα κράτη της Ευρωζώνης ήταν ότι σε όλα τα κράτη μέλη υπήρξαν ανοδικές πιέσεις στις τιμές. Η Ελλάδα τον Ιούλιο 2021 είχε πληθωρισμό 0,6% σύμφωνα με την εκτίμηση της Eurostat, σχεδόν στα ίδια επίπεδα με τον Ιούνιο αλλά πολύ υψηλότερο σε σχέση με το -1,2% του Μαίου 2021. O πληθωρισμός της τάξης 2,2% δεν είναι μεν υψηλός, αλλά είναι αρκετά ανησυχητικός κυρίως για τις επιπτώσεις του στο κόστος παραγωγής και τις ανατιμήσεις των προϊόντων και βέβαια διαμορφώνει αρνητικές πραγματικές αποδόσεις στα ομόλογα.
Μίχαλος: Προβλήματα στις επιχειρήσεις που καταλήγουν στους καταναλωτές
Για «πιέσεις, οι οποίες συνεχίζονται στην ελληνική οικονομία λόγω της αλματώδους ανόδου των διεθνών χρηματιστηριακών τιμών πρώτων υλών και τελικών προϊόντων και υπηρεσιών, που σε συνδυασμό με την εξωπραγματική αύξηση της τάξης του 600% των ναυτιλιακών ναύλων για τις μεταφορές κοντέινερ, προκαλούν μεγάλα προβλήματα στις εξαγωγικές αλλά και τις εισαγωγικές ελληνικές επιχειρήσεις, καταλήγοντας στους καταναλωτές» κάνει λόγο και ο Πρόεδρος της Ένωσης Επιμελητηρίων και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου (ΕΒΕΑ) Κωνσταντίνος Μίχαλος στο BusinessNews.gr.
O επικεφαλής των δύο φορέων, μάλιστα, συμπλήρωσε ότι πλέον βλέπουμε τόσο ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις σε βασικά προϊόντα και πρώτες ύλες που χρησιμοποιούν καθημερινά οι επιχειρήσεις και οι καταναλωτές, οι οποίες μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν πρόκειται για πρόσκαιρο φαινόμενο, αλλά για κάτι πιο μόνιμο που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης από την πολιτεία.
Πρόσφατη έρευνα του ΕΒΕΑ ανέδειξε σταδιακές – σημαντικές - αυξήσεις σε συγκεκριμένα προϊόντα από 31 Μαΐου 2020 έως 31 Μαΐου 2021: Πρόκειται για υλικά όπως το ξύλο με 52,3%, το φυσικό αέριο με 19,18%, ο χαλκός με 33,19% και το κάρβουνο με 34.20%.
Παράλληλα, εξαιρετικά μεγάλες αυξήσεις καταγράφονται σε πρώτες ύλες τροφίμων με καθημερινή χρήση, όπως το γάλα με 20,06% και το καλαμπόκι με 35,64%.
Μια εικόνα της κατάστασης δίνει, μιλώντας στο BusinessNews.gr ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου και Καταναλωτή Σωτήρης Αναγνωστόπουλος, υποστηρίζοντας ότι δεν πρόκειται για ένα φαινόμενο που εξαρτάται από τη χώρα μας, αλλά εξελίσσεται σε παγκόσμιο επίπεδο. «Είναι ένα υπαρκτό φαινόμενο, το οποίο, όμως, από την μια πλευρά, είναι κάτι που προσπαθούμε να αναχαιτίσουμε, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την αισχροκέρδεια, με ελέγχους και πρόστιμα, παρακολουθώντας την εξέλιξη των τιμών, ήδη, από τον περασμένο Σεπτέμβριο».
Ο κ. Αναγνωστόπουλος αποδίδει τις αυξήσεις τόσο στην άνοδο της καυσίμων που διοχετεύονται συνολικά στην αγορά, όσο και στο γεγονός της αναβαλλόμενης, όπως τη χαρακτηρίζει, κατανάλωσης όσο οι επιχειρήσεις ήταν κλειστές. «Από τότε που άνοιξαν μαζικά και κάνουν προμήθειες, είναι φυσικό να δημιουργείται άλμα ζήτησης και άρα και άλμα τιμών» εξηγεί ο ίδιος.
Γιώργος Ασμάτογλου, Πρόεδρος Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ): Στο 20% η αύξηση στην τιμή της βενζίνης από τις αρχές του έτους
Στην αύξηση του κόστους παραγωγής αποδίδει, μιλώντας στο BusinessNews.gr ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ) Γιώργος Ασμάτογλου την άνοδο των πρώτων υλών παγκοσμίως, προσθέτοντας ότι είναι και μια κάποιου είδους ‘’διόρθωση’’ στις πολύ χαμηλές τιμές του αργού πετρελαίου, που υπήρχαν μέχρι πριν από μερικούς μήνες.
Αναφέρει, δε, ότι είναι κάτι που έχει επιδράσει και στις τιμές των καυσίμων, σημειώνοντας ότι από τις αρχές της χρονιάς η αύξηση έχει αγγίξει το 20% για τη βενζίνη και το 17% στο πετρέλαιο κίνησης.
Πάντως, ο Πρόεδρος της ΠΟΠΕΚ θεωρεί ότι είναι ένα ζήτημα που θα μας απασχολήσει μαζικά και περισσότερο από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, με τον κλάδο των καυσίμων να βρίσκεται, τότε, μπροστά σε ένα τεράστιο πρόβλημα.
Από την πλευρά του, ο Λευτέρης Κιοσές, γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), μιλά για μια τάση που έχει επηρεάσει σε ένα βαθμό τις τελικές τιμές του λιανικού εμπορίου στο ράφι, ωστόσο αναμένεται να έχει έξαρση τον Σεπτέμβριο: «Αν δεν αλλάξει κάτι δραστικά, τόσο στις τιμές των καυσίμων, που είναι απαραίτητα για τις μεταφορές παγκοσμίως, όσο και στις τιμές παραγωγού, τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα το φθινόπωρο. Προς το παρόν, μεσοσταθμικά, τουλάχιστον στην Ελλάδα, δεν έχουμε τόσο ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις και οι σημαντικές αυξήσεις τελικά από τις πρώτες ύλες αλληλοεξουδετερώνονται, παρουσιάζοντας τελικά μικρή ή πιο μεγάλη άνοδο ανάλογα προϊόν. Ένα τέτοιο παράδειγμα προϊόντος καθημερινής χρήσης είναι το γάλα».