Tην αγορά κατοικίας παρά την ενοικίαση αυτής φαίνεται πως θα επιλέγουν σε λίγο καιρό τα νοικοκυριά, καθώς οι τιμές των ενοικίων έχουν πάρει την ανιούσα, ενώ οι τράπεζες ανοίγουν ξανά το δρόμο για τα στεγαστικά δάνεια μετά από μια δεκαετία σχετικής στασιμότητας στον εν λόγω τομέα.
Και ενώ ήδη τα ενοίκια έχουν γνωρίσει το τελευταίο διάστημα τεράστια αύξηση, δεν φαίνεται στον ορίζοντα κάποια πτώση στις τιμές που ζητούν οι ιδιοκτήτες, με το Real Estate στην Ελλάδα να αντιστέκεται σθεναρά τόσο στην πανδημική όσο και στην συνεπακόλουθη οικονομική κρίση. Μάλιστα, σύμφωνα με τα τα στοιχεία της RE/MAX Ελλάς το lockdown και η τηλεργασία ενίσχυσαν τη ζήτηση, καθώς οι ώρες που περνάει στο σπίτι κανείς αυξήθηκαν ραγδαία.
Πιο συγκεκριμένα σύμφωνα με τα εν λόγω στοιχεία, ανοδικές τάσεις εμφανίζουν τα ενοίκια κατοικιών το τρέχον έτος 2021, με τα μισθώματα να παρουσιάζουν αύξηση κατά μέσο όρο 5% με την Αττική να βρίσκεται στο +6,2%, τη Θεσσαλονίκη στο +9,4% και την περιφέρεια στο +1,4%.
Επίσης, από τα στοιχεία της RE/MAX Ελλάς προκύπτει ότι θετικό ήταν το πρόσημο στις τιμές των ενοικίων στο σύνολο των περιοχών της Αττικής. Στο κέντρο της Αθήνας, τα βόρεια και τα νότια προάστια, καταγράφηκε άνοδος σε ποσοστό 11,6%, 16,7% και 13,9% αντίστοιχα, ενώ στον Πειραιά και στη δυτική Αττική παρουσιάστηκε αύξηση 12,7% και 4,2% αντίστοιχα.
Όσον αφορά τις τιμές το μέσο μίσθωμα στο κέντρο της Αθήνας ανέρχεται στα 450 ευρώ, ενώ στην Δυτική Αττική το ύψος του μέσου ενοικίου κυμαίνεται αρκετά χαμηλότερα στα 340 ευρώ. Στον Πειραιά και τις όμορες περιοχές του, το μέσο ενοίκιο ανέρχεται σε 410 ευρώ, ενώ στα Βόρεια και Νότια προάστια, σταθερή επιλογή πολλών νοικοκυριών, τα ποσά διπλασιάζονται και διαμορφώνονται στα 800 και 750 ευρώ αντίστοιχα.
Δεδομένου των υψηλών αυτών ποσών που ένα νοικοκυριό θα κληθεί να δίνει κάθε μήνα, πολλοί είναι αυτοί που ενδέχεται να προτιμήσουν να δίνουν το ίδιο ποσό ή και αυξημένο, κάνοντας όμως μια επένδυση, δεδομένου ότι θα πληρώνουν κάτι που μεταγενέστερα θα είναι ολοκληρωτικά δικό τους. Κατά κάποιον τρόπο η ίδια η Αγορά ωθεί τους πολίτες στην ιδιοκτησία παρά στο ενοίκιο κατοικίας.
Η συντήρηση των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα από την ΕΚΤ ευνοεί το δανεισμό
Πάντως, το εγχώριο τραπεζικό σύστημα διαθέτει την ρευστότητα για να χρηματοδοτήσει τις στεγαστικές ανάγκες ενός μέσου νοικοκυριού, σύμφωνα με τα όσα είπαν επιτελικά στελέχη της Τράπεζας Πειραιώς σε παρουσίαση των προοπτικών της αγοράς ακινήτων. Επισήμαναν, μάλιστα, ότι τώρα είναι η στιγμή για ένα μέσο νοικοκυριό να επενδύσει στην αγορά ακινήτων, παρουσιάζοντας αναλυτικά τα συγκριτικά οφέλη για ένα νοικοκυριό να επιλέξει να προβεί σε αγορά ενός σπιτιού από το επιλέγει την λύση της ενοικίασης.
Βέβαια, προϋπόθεση για όλα αυτά αποτελεί ο οριστικός έλεγχος της πανδημίας, όπως τόνισε ο επικεφαλής οικονομολόγος της Τράπεζας Πειραιώς, Ηλίας Λεκκός.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η συντήρηση των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα από την ΕΚΤ, η μεγάλη ρευστότητα που διαθέτουν οι ελληνικές Τράπεζες και η πρόθεση τους για ισχυρή πιστωτική επέκταση, ευνοούν το δανεισμό.
Σύμφωνα με τους Βασίλη Κουτεντάκη, ανώτερος γενικός διευθυντής Retail Banking & Distribution Networks και Γιάννη Γραμματικό, γενικός διευθυντής Retail Banking & Distribution Networks, τα χαμηλά επιτόκια στα στεγαστικά και τα ακριβότερα ενοίκια (εξαιτίας για παράδειγμα των βραχυχρόνιων μισθώσεων), η αγορά σπιτιού μπορεί να συμφέρει σημαντικά έναντι του ενοικίου.
Ειδικότερα, η αγορά ακινήτου με τραπεζικό δανεισμό προϋποθέτει ίδια συμμετοχή σε ποσοστό τουλάχιστον 20% επί της αγοραίας αξίας. Στην περίπτωση αύξησης της ιδίας συμμετοχής, το επιτόκιο εκτοκισμού διαμορφώνεται χαμηλότερα.
Παράδειγμα:
Μια οικία εμπορικής αξίας 100.000 ευρώ, ενοικιάζεται για 450 ευρώ το μήνα ή 5.400 ευρώ ετησίως
Στην περίπτωση της αγοράς του για ιδιοκατοίκηση στην τρέχουσα αξία, η εικόνα διαμορφώνεται ως εξής:
- 100.000 ευρώ η αξία
- 6.000 ευρώ τα διάφορα έξοδα (μεσιτικά, συμβολαιογραφικά, δικηγόρου, φόρο μεταβίβασης, δικαιώματα υποθηκοφυλακείου κλπ)
- Συνολικό κόστος 106.000 ευρώ.
- Επιπλέον, προκύπτει ετήσια επιβάρυνση λόγω ΕΝΦΙΑ και δαπανών συντήρησης, που ανέρχεται σε 400 ευρώ.
Στην περίπτωση λήψης στεγαστικού δανείου, ύψους 80.000 ευρώ, με επιτόκιο 3% και διάρκειας 30 ετών, η μηνιαία δόση διαμορφώνεται στα 340 ευρώ (-24% του μισθώματος) ή 4.080 ευρώ ετησίως. Το ποσό ελάφρυνσης που προκύπτει αν από το ενοίκιο αφαιρέσει κανείς τη δόση του δανείου και τον επιμερισμό του