Ένα νέο περιβάλλον τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Κύπρο - οι οποίες σταθερά εργάζονται για την εξεύρεση συνολικής λύσης του Κυπριακού, η οποία θα διασφαλίζει την εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σε ολόκληρη την κυπριακή επικράτεια - δημιουργούν οι συμφωνίες Ελλάδας- ΗΠΑ, Ελλάδας- Γαλλίας και Ελλάδας- Κύπρου- Αιγύπτου, καθώς και η πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που καλεί την Τουρκία να αποφύγει τις απειλές και τις ενέργειες που βλάπτουν τις σχέσεις καλής γειτονίας και να σεβαστεί τα κυριαρχικά τους δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου, μεταξύ άλλων, του δικαιώματος έρευνας και εκμετάλλευσης φυσικών πόρων, σύμφωνα με το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Διεθνές Δίκαιο, ιδίως τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας.
Αυτό τόνισε, μεταξύ άλλων, ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας στην τοποθέτησή του μετά τη συνάντηση στη Λευκωσία με τον Κύπριο ομόλογό του Κωνσταντίνο Πετρίδη. Ο Έλληνας υπουργός έκανε επίσης αναφορές στις ευρωπαϊκές εξελίξεις, αλλά και στην πορεία της ελληνικής οικονομίας, επισημαίνοντας πως «ωστόσο δεν εφησυχάζουμε, ούτε πανηγυρίζουμε. Εξακολουθούμε να έχουμε μπροστά μας μεγάλες προκλήσεις. Η πανδημία συνεχίζει να προκαλεί αβεβαιότητα. Σε αυτή προστίθενται οι εντεινόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, η διεθνής ενεργειακή κρίση και προκλήσεις στη γεωπολιτική σκακιέρα».
Η πλήρης τοποθέτηση του κ. Σταϊκούρα έχει ως εξής:
«Αποτελεί ιδιαίτερη τιμή και χαρά που βρίσκομαι σήμερα, για δεύτερη φορά με την ιδιότητα του υπουργού Οικονομικών της Ελλάδας, στο υπουργείο Οικονομικών της Κύπρου. Που βρίσκομαι και πάλι στην Κύπρο, ιστορικό πυλώνα του Ελληνισμού. Τόπο μαρτυρικό, άρρηκτα συνδεδεμένο με την Ελλάδα.
Είναι δεδομένο ότι Ελλάδα και Κύπρος, Κύπρος και Ελλάδα, συνδεόμαστε με άρρηκτους δεσμούς. Δεσμούς εθνικούς, ιστορικούς, πολιτικούς, οικονομικούς και πολιτιστικούς. Μοιραζόμαστε κοινές αξίες. Πορευόμαστε με σταθερή πυξίδα το κοινό όραμα για ειρήνη, ασφάλεια, σταθερότητα και ευημερία του Ελληνισμού και ολόκληρης της περιοχής μας. Εργαζόμαστε συνετά και αταλάντευτα για να αποτελούμε βασικούς παράγοντες ειρήνης και ασφάλειας στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, με οδηγό το διεθνές δίκαιο.
Στο πλαίσιο αυτό, ακολουθούμε πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική και οικοδομούμε ισχυρές συμμαχίες, όπως πιστοποιήθηκε, επανειλημμένα, το τελευταίο διάστημα. Πιστοποιήθηκε με την 5ετή επέκταση της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας- ΗΠΑ, στην οποία γίνεται- για πρώτη φορά- ειδική μνεία στην ανάγκη σεβασμού των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, το οποίο αναγνωρίζεται ως εθιμικό δίκαιο που δεσμεύει όλα τα κράτη.
Πιστοποιήθηκε με τη Συμφωνία Ελλάδας- Γαλλίας, με κύριο πυλώνα την εγκαθίδρυση στρατηγικής εταιρικής σχέσης για τη συνεργασία στην άμυνα και την ασφάλεια, η οποία, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής, θωρακίζοντας τη χώρα μας έναντι απειλών και αναβαθμίζοντας την αποτρεπτική ισχύ της.
Και πιο πρόσφατα, πριν από τρεις ημέρες, πιστοποιήθηκε με την 9η Τριμερή Σύνοδο Κορυφής Ελλάδας- Κύπρου- Αιγύπτου στην Αθήνα, στο πλαίσιο της οποίας, οι τρεις χώρες υπέγραψαν Κοινή Διακήρυξη και έστειλαν ισχυρό μήνυμα ότι ταυτίζονται στην καταδίκη της προκλητικής πρακτικής και της επιθετικής ρητορικής της Τουρκίας, ενώ υπέγραψαν Μνημόνια για τη διασύνδεσή τους στη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας και για τη συνεργασία σε θέματα αποδήμων.
Παράλληλα, ο πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης και ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης υπέγραψαν Μνημόνιο Συνεργασίας για την ανασυγκρότηση και αναβάθμιση περιοχών της Ανατολικής Αττικής που επλήγησαν από τις πυρκαγιές του 2018, με χρηματοδότηση από πόρους που συγκεντρώθηκαν από συνεισφορά της Κυπριακής Δημοκρατίας και δωρεές Κυπρίων πολιτών. Μνημόνιο Συνεργασίας το οποίο συνυπέγραψα, μαζί με την Κύπρια Συνάδελφο, Υπουργό Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας κα. Νατάσα Πηλείδου, επισφραγίζοντας αυτή τη σπουδαία πράξη αρωγής της Κύπρου προς την Ελλάδα, για την οποία είμαστε ευγνώμονες.
Οι προαναφερθείσες Συμφωνίες, σε συνδυασμό με την πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που καλεί την Τουρκία να αποφύγει τις απειλές και τις ενέργειες που βλάπτουν τις σχέσεις καλής γειτονίας και να σεβαστεί τα κυριαρχικά τους δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου, μεταξύ άλλων, του δικαιώματος έρευνας και εκμετάλλευσης φυσικών πόρων, σύμφωνα με το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Διεθνές Δίκαιο, ιδίως τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, διαμορφώνουν ένα νέο περιβάλλον τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Κύπρο - οι οποίες σταθερά εργάζονται για την εξεύρεση συνολικής λύσης του Κυπριακού, η οποία θα διασφαλίζει την εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σε ολόκληρη την κυπριακή επικράτεια.
Η σημερινή συνάντηση μάς έδωσε την ευκαιρία να επαναβεβαιώσουμε την εξαιρετική, αγαστή συνεργασία και τις άριστες διμερείς σχέσεις μας, που μας επιτρέπουν να συζητούμε εποικοδομητικά για όλα τα θέματα που βρίσκονται ψηλά στην ευρωπαϊκή οικονομική ατζέντα, αλλά και για τα ζητήματα που αφορούν τις οικονομίες των δύο χωρών, σε μια εποχή γεμάτη προκλήσεις.
Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, ολόκληρη η Ευρώπη κλήθηκε να διαχειριστεί πρωτόγνωρες δυσκολίες που προκλήθηκαν από εξωγενείς αιτίες, οι οποίες ξεκίνησαν από το υγειονομικό πεδίο, είχαν άμεσο αντίκτυπο στην οικονομία και δημιούργησαν την ανάγκη άμεσης, αποφασιστικής, κοινής ανάληψης δράσης.
Στις προκλήσεις αυτές, η Ευρώπη τούτη τη φορά- σε αντίθεση με τον τρόπο διαχείρισης της οικονομικής κρίσης πριν από μια δεκαετία- επέδειξε γρηγορότερα αντανακλαστικά, μεγαλύτερη ευθύνη και περισσότερη αλληλεγγύη, λαμβάνοντας σημαντικές αποφάσεις:
Ήρθησαν δημοσιονομικοί στόχοι και περιορισμοί. Έγινε πιο ευέλικτο το πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις και τις δημόσιες συμβάσεις. Ελήφθησαν μέτρα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που προσφέρουν μια ισχυρότατη δόση στήριξης στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα. Ενεργοποιήθηκε ένα πακέτο μέτρων, ύψους 540 δισ. ευρώ, για τη στήριξη εργαζομένων, επιχειρήσεων και κρατών. Υιοθετήθηκε το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ύψους 750 δισ. ευρώ.
Η Ελλάδα αξιοποίησε όλες τις παραπάνω αποφάσεις και, σε συνδυασμό με την εφαρμογή εθνικών πολιτικών, άπλωσε ένα ευρύ «δίχτυ» προστασίας σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, παρέχοντάς τους άμεση και αποτελεσματική στήριξη από τον αντίκτυπο της πανδημίας, όπως έχει αναγνωριστεί εντός και εκτός συνόρων.
Συνολικά, υλοποιήσαμε μέτρα ύψους 42,7 δισ. ευρώ την περίοδο 2020-2022, ώστε να απορροφηθούν οι κραδασμοί της υγειονομικής κρίσης και να υλοποιηθούν αναπτυξιακές παρεμβάσεις. Καταφέραμε, έτσι, παρά τις αντιξοότητες, να επιτύχουμε συγκεκριμένα, απτά αποτελέσματα. Αποτελέσματα που επιβεβαιώνουν την ορθότητα και την αποδοτικότητα της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής και αντανακλώνται, μεταξύ άλλων:
- στην ισχυρή ανάκαμψη,
- στην αύξηση των εξαγωγών,
- στην υλοποίηση σημαντικών ξένων επενδύσεων,
- στη μείωση της ανεργίας,
- στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων,
- στη μείωση του κόστους δανεισμού σε ιστορικά χαμηλά,
- στη βελτίωση της θέσης της χώρας στον διεθνή Δείκτη Ανταγωνιστικότητας,
- στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας.
Ωστόσο δεν εφησυχάζουμε, ούτε πανηγυρίζουμε. Εξακολουθούμε να έχουμε μπροστά μας μεγάλες προκλήσεις. Η πανδημία συνεχίζει να προκαλεί αβεβαιότητα. Σε αυτή προστίθενται οι εντεινόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, η διεθνής ενεργειακή κρίση και προκλήσεις στη γεωπολιτική σκακιέρα.
Όλα τα παραπάνω επιβάλλουν να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε στη βάση εθνικών πολιτικών, αλλά και κοινών ευρωπαϊκών πολιτικών. Προς την κατεύθυνση αυτή, Ελλάδα και Κύπρος, Κύπρος και Ελλάδα, έχουν κοινή γραμμή. Έχουν αναπτύξει συμμαχίες, έχουν κατακτήσει αναβαθμισμένη θέση τα τελευταία χρόνια στα ευρωπαϊκά fora και παρεμβαίνουν δημιουργικά, συνεισφέροντας εποικοδομητικά στην εξεύρεση λύσεων, όπως ήταν η δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Με το ίδιο πνεύμα προσέρχονται οι χώρες μας και στις συζητήσεις, που μόλις ξεκίνησαν, για τη νέα ευρωπαϊκή οικονομική αρχιτεκτονική. Συζητήσεις που είναι αναγκαίο να οδηγήσουν στην ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, η οποία θα βοηθήσει ουσιαστικά στη σταθεροποίηση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, στην επιτάχυνση της ένωσης των κεφαλαιαγορών, και στην υιοθέτηση αλλαγών στους όρους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οι οποίες θα διασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών, θα δίνουν τη δυνατότητα προσαρμογής της δημοσιονομικής πολιτικής σε κάθε περίσταση - προσφέροντας ευελιξία στην αντιμετώπιση κρίσεων, θα προστατεύουν και θα ενθαρρύνουν τις επενδύσεις.
Πρόκειται για στόχους που μπορεί- πρέπει- και θα επιτευχθούν, με σχέδιο, συνεργασία, αλληλεγγύη, διορατικές, δυναμικές, αποφασιστικές και συνεκτικές λύσεις, χάριν της προόδου και της ευημερίας των λαών μας και ολόκληρης της Ευρώπης».