Υστέρηση στην ανάκαμψη θα συνεχίζει να εμφανίζει η οικονομία της Ευρωζώνης, έναντι των άλλων μεγάλων οικονομιών καθώς το υψηλό ποσοστό ανεργίας συγκεκριμένων χωρών «φρενάρει» την αναπτυξιακή της πορεία, όπως προβλέπει η έκθεση της EY Eurozone Forecast (EEF) Spring 2014.
Σύμφωνα με την έκθεση, το ΑΕΠ της Ευρωζώνης το 2018 θα είναι κατά 5% αυξημένο από το υψηλότερο επίπεδο πριν την οικονομική κρίση, δηλαδή το πρώτο τρίμηνο του 2008. Αντίθετα, η έκθεση προβλέπει ότι το ΑΕΠ του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ θα είναι αντίστοιχα υψηλότερο κατά 12% και 23% κατά την ίδια περίοδο.
Μετά από δύο χρόνια ύφεσης, η έκθεση προβλέπει για την Ευρωζώνη ανάπτυξη 1% το 2014, 1,4% το 2015 και, στη συνέχεια, ανάπτυξη 1,6% ετησίως το διάστημα μεταξύ 2016 και 2018. Οι επιδόσεις αυτές, εξακολουθούν να είναι ανεπαρκείς, ιδιαίτερα σε σχέση με το ρυθμό ανάπτυξης που σημειώθηκε κατά το πρώτο ήμισυ της τελευταίας δεκαετίας. Ωστόσο, δικαιολογείται μια συγκρατημένη αισιοδοξία καθώς θα υπάρξει μια σταδιακή ανάκαμψη των καταναλωτικών δαπανών και των επιχειρηματικών επενδύσεων.
Η επιστροφή σε συγκρατημένη ανάπτυξη και η σταθεροποίηση της δανειακής επιβάρυνσης οδηγούν σε περαιτέρω υποχώρηση στην πιθανότητα διάλυσης της Ευρωζώνης. Η ένταξη της Λετονίας νωρίτερα φέτος και η πιθανή ένταξη της Λιθουανίας τον επόμενο χρόνο έχουν δώσει μια θετική ώθηση στην εμπιστοσύνη προς τις χώρες του ενιαίου νομίσματος.
Το κλειδί για τη μεσοπρόθεσμη ανάκαμψη της Ελλάδας βρίσκεται στις εξαγωγές
Ο ρυθμός συρρίκνωσης της ελληνικής οικονομίας συνέχισε να επιβραδύνεται προς το τέλος του 2013, με το ΑΕΠ να έχει μειωθεί κατά 3,7% στο τέλος του χρόνου. Η ανεργία έχει αρχίσει να σταθεροποιείται, και οι προοπτικές έχουν βελτιωθεί αισθητά με τα δημόσια οικονομικά (εκτός των πληρωμών τόκων) και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών να έχει σχεδόν ισοσκελισθεί.
Ωστόσο, είναι μάλλον πρόωρο να μιλάμε για ανάκαμψη, καθώς αναμένουμε το ΑΕΠ να συρρικνωθεί περαιτέρω κατά 0,5% το 2014. Η ύπαρξη σημαντικού πλεονάζοντος παραγωγικού δυναμικού, θα συνεχίσει να πιέζει τους μισθούς βραχυπρόθεσμα, οδηγώντας σε περαιτέρω μείωση το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, παρά την σχετική ανακούφιση από την πτώση των τιμών. Στο πλαίσιο αυτό, αναμένεται ότι οι καταναλωτικές δαπάνες θα μειωθούν κατά 1% το 2014, αντισταθμίζοντας σε μεγάλο βαθμό τη βελτίωση των καθαρών εξαγωγών.
Με δεδομένη την αδυναμία της εγχώριας αγοράς, η Ελλάδα θα πρέπει να αξιοποιήσει την ανάκαμψη του παγκόσμιου εμπορίου. Οι επιδόσεις μέχρι σήμερα είναι ανάμικτες, με τις ενισχυμένες ισχυρές διεθνείς εισπράξεις από τις ταξιδιωτικές υπηρεσίες να αντισταθμίζουν τις απογοητευτικές εξαγωγές αγαθών. Ωστόσο, η ισχυρότερη ανάκαμψη της Ευρωζώνης και η συνεχιζόμενη βελτίωση στο σκέλος της προσφοράς, δείχνουν ενθαρρυντικές επιδόσεις του εμπορίου, με την αύξηση των εξαγωγών να φθάνει στο 4,8% το 2014 και να κυμαίνεται σε ετήσιο μέσο όρο 4% το χρονικό διάστημα 2015-17.
Με την ανάκαμψη των εξαγωγών, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να αναπληρώσουν τα μειωμένα αποθεματικά τους προκειμένου να αξιοποιήσουν τα οφέλη από τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και τις μεταρρυθμίσεις. Οι επενδύσεις πάγιου κεφαλαίου αναμένεται να αυξηθούν ελαφρώς το τρέχον έτος και στη συνέχεια να αυξηθεί κατά τουλάχιστον 6% ετησίως το χρονικό διάστημα 2015–18.
Παρά το γεγονός ότι οι οικονομικές προοπτικές έχουν βελτιωθεί, η ένταση στο πολιτικό τοπίο παραμένει. Οι διεθνείς σχέσεις εμφανίζονται επίσης τεταμένες, καθώς οι δανειστές πιέζουν την κυβέρνηση να προχωρήσει ταχύτερα στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Οι αποκλίσεις επεκτείνονται στις χώρες του πυρήνα
Η έκθεση προβλέπει διαφοροποιήσεις στο ρυθμό ανάκαμψης ανάμεσα στα διάφορα κράτη- μέλη. Οι αποκλίσεις δεν αποτελούν κάτι νέο, όμως το χάσμα δεν περιορίζεται πλέον μεταξύ του πυρήνα και των περιφερειακών χωρών. Μερικές από τις περιφερειακές χώρες που έχουν εφαρμόσει επώδυνες μεταρρυθμίσεις τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα η Ισπανία και η Ιρλανδία, επωφελούνται από την ανάκαμψη του παγκόσμιου εμπορίου. Η έκθεση αναμένει πλέον ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ της Ιρλανδίας κατά 1,8% φέτος, ενώ και η Ισπανία αναμένεται να επιστρέψει σε ανάπτυξη 0,8%. Ο υψηλότερος ρυθμός ανάπτυξης στην Ευρωζώνη αναμένεται να επιτευχθεί από το νεότερο μέλος, τη Λετονία, η οποία προβλέπεται να αναπτυχθεί κατά περισσότερο από 4 %, ακολουθούμενη από την Εσθονία της οποίας η ανάπτυξη θα φθάσει στο 2,5%.
Αντίθετα, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ στη Γαλλία προβλέπεται να μην ξεπεράσει το 0,7%, ποσοστό το οποίο βρίσκεται χαμηλότερα από το μέσο όρο της Ευρωζώνης. Άλλες χώρες του πυρήνα, όπως το Βέλγιο, η Ολλανδία και η Φινλανδία, θα περιορισθούν και αυτές εμφανίζοντας υποτονική ανάπτυξη, εντείνοντας έτσι τις ανησυχίες σχετικά με τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές τους.
Ο αποπληθωρισμός εξακολουθεί να απειλεί την ανάπτυξη
Η έκθεση προβλέπει μέσο πληθωρισμό στην Ευρωζώνη το 2014 μόλις 1,1%, με μια μικρή αύξηση στο 1,5% το 2015. Ο αποπληθωρισμός θα αυξήσει την πραγματική αξία του χρέους, ενώ την ίδια στιγμή θα μειώσει τα φορολογικά έσοδα που το εξυπηρετούν. Ως αποτέλεσμα, η μείωση του χρέους θα απαιτήσει περαιτέρω λιτότητα, και στη χειρότερη περίπτωση, την αναδιάρθρωση του χρέους.
Θετικές αποκλίσεις
Θετικές αποκλίσεις από τις προβλέψεις της έκθεσης ενδέχεται να προκύψουν από την πλευρά των κυβερνήσεων. Καθώς η πίεση από τις χρηματοπιστωτικές αγορές και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μειώνεται, οι κυβερνήσεις ενδέχεται να επιτρέψουν κάποια χαλάρωση των δημοσιονομικών στόχων, ιδιαίτερα εάν συνοδεύεται από περαιτέρω μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που βελτιώνουν την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους. Το ενδεχόμενο υψηλότερων δαπανών θα μπορούσε να σημαίνει ότι οι περιορισμοί στην ανάπτυξη από τη δημοσιονομική λιτότητα θα είναι λιγότερο έντονοι από ότι προβλέπεται. Με τη σειρά του, αυτό θα επιτρέψει την αύξηση της ζήτησης του ιδιωτικού τομέα.
Παράλληλα με το ενδεχόμενο περιορισμού της δημοσιονομικής λιτότητας, φαίνεται πιθανό ότι η κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής της Ευρωζώνης το 2014 θα αρχίσει να αποκλίνει από την πολιτική των ΗΠΑ. Αυτό θα επιτρέψει στο ευρώ να αρχίσει να υποτιμάται έναντι του δολαρίου, και ίσως δώσει μια ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στις εξαγωγές από ό,τι αναμένεται σήμερα. Η έκθεση εκτιμά ότι το ευρώ είναι σήμερα υπερτιμημένο κατά 10% περίπου και συνεπώς ένα λιγότερο ισχυρό ευρώ θα είναι μια ευπρόσδεκτη εξέλιξη.
Η ανεργία θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα
Σε συνδυασμό με την αυστηρή πιστωτική πολιτική, ένας βασικός παράγοντας για την πρόβλεψη υποτονικής καταναλωτικής ζήτησης για τα επόμενα χρόνια είναι και το υψηλό επίπεδο της ανεργίας . Το ποσοστό ανεργίας σε επίπεδο Ευρωζώνης έχει σταθεροποιηθεί κατά τους τελευταίους μήνες στο 12% ενώ οι χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας, όπως η Ελλάδα και η Ισπανία, αναφέρουν πολύ μικρότερες αυξήσεις. Ωστόσο, η αδύναμη ανάκαμψη που προβλέπει η έκθεση για την Ευρωζώνη, σε συνδυασμό με τις προσπάθειες των επιχειρήσεων να βελτιώσουν την κερδοφορία και την παραγωγικότητα εν όψει των αυστηρών πιστωτικών συνθηκών, σημαίνει ότι η ανεργία θα μειωθεί μόνο με πολύ αργούς ρυθμούς μέσα στα επόμενα δύο χρόνια.
Σύμφωνα με την έκθεση, η μέση ανεργία στην Ευρωζώνη θα διαμορφωθεί στο 12% το 2014 , ελαφρώς χαμηλότερα από το 2013, πριν αρχίσει να μειώνεται σταδιακά για να φθάσει στο 11% το 2018. Ωστόσο, με τους ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ θα παραμείνουν οι μεγάλες αποκλίσεις στην αγορά εργασίας μεταξύ των χωρών μελών. Το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα αναμένεται να φθάσει στο 28% φέτος, για να μειωθεί σταδιακά σε λιγότερο από 25% το 2018, ενώ το ποσοστό της ανεργίας στην Ισπανία αναμένεται να μειωθεί στο 25% φέτος και στη συνέχεια στο 23% το 2018. Αντίθετα, η Αυστρία και η Γερμανία θα συνεχίσουν να έχουν τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας, 4,5% και 5,3% αντίστοιχα, κατά την περίοδο 2014-18.
Ενώ τα σημερινά επίπεδα της ανεργίας σε ορισμένες χώρες της Ευρωζώνης είναι ανησυχητικά υψηλά, η ανεργία των νέων, ιδιαίτερα στην περιφέρεια, είναι ακόμη πιο ανησυχητική. Η Ισπανία και η Ελλάδα έχουν ποσοστά ανεργίας των νέων πάνω από 50%, ενώ η Σλοβακία, η Ιταλία και η Πορτογαλία έχουν ποσοστά πάνω από 30%.