Η κίνηση στην αγορά βαίνει αυξανόμενη όσο πλησιάζουν οι ημέρες της εορταστικής περιόδου και αυτό κάνει τους εμπόρους να είναι συγκατημένα αισιόδοξοι τουλάχιστον σε ότι αφορά τα κλασικά είδη που καταναλώνονται μέσα στις γιορτές, σε μεγάλο βαθμό ως δώρα, όπως παιχνίδια, κοσμήματα και είδη ένδυσης - υπόδησης. Στοιχείο, εξάλλου, που ενισχύει την αισιοδοξία τους είναι το γεγονός ότι σε σημαντικό ποσοστό οι τιμές των συγκεκριμένων ειδών δεν έχουν πάρει την ανιούσα, καθώς οι περισσότεροι καταστηματάρχες φαίνεται, σύμφωνα με τους εκπροσώπους τους, ότι δεν ανέβασαν τις τιμές παρά τις ανατιμήσεις στην ενέργεια που τους έχουν πλήξει τους τελευταίους μήνες.
Προς το παρόν πάντως, η αίσθηση από την προηγούμενη Κυριακή, κατά την οποία τα μαγαζιά έμειναν για πρώτη φορά μέσα στο μήνα ανοιχτά, βοηθούντος και του καλού καιρού, ήταν θετική αλλά με… αστερίσκους: Αρκετός κόσμος κυκλοφόρησε στα καταστήματα και σε μεγάλες, ανοιχτές αγορές της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και της Πάτρας, όπως η Ερμού, η Τσιμισκή κλπ, ωστόσο, κατά τους φορείς της αγοράς, τα μαγαζιά δεν έκαναν τις αναμενόμενες εισπράξεις, τουλάχιστον σε σχέση με τον κόσμο που βρέθηκε στους δρόμους.
Λιγότερη κίνηση, αν και περισσότερη από τον Νοέμβριο, παρατηρείται και στα μεγάλα εμπορικά κέντρα της πρωτεύουσας, κυρίως λόγω του φόβου και, σε κάποιες περιπτώσεις, των πιο ανεβασμένων τιμών.
Όπως τονίζεται χαρακτηριστικά από πηγές του εμπορικού κόσμου «μπορεί ο καλός καιρός να ώθησε αρκετούς καταναλωτές να κατέβουν σε ορισμένα κεντρικά εμπορικά σημεία, ωστόσο ικανοποιητικούς τζίρους έκαναν μόνο λίγες μεγάλες εγχώριες και πολυεθνικές αλυσίδες. Ο περισσότερος κόσμος τελικά αρκέστηκε σε μία βόλτα μπροστά στις βιτρίνες ή σε μία έρευνα αγοράς», ενώ κατά κύριο λόγο, όπως συμπληρώνουν, ανεβασμένους τζίρους την Κυριακή έκανε η εστίαση.
Πηγές τις αγοράς τονίζουν, πάντως ότι εκτός από τη ρευστή κατάσταση και τον φόβο που επικρατεί λόγω του υψηλού αριθμού θανάτων καθημεριμά από την πανδημία , ήδη από την έναρξη των μέτρων για τους ανεμβολίαστους πολίτες παρατηρείται κάμψη της προσέλευσης των καταναλωτών στα καταστήματα - κυρίως βέβαια των ανεμβολίαστων - και αυτό έχει αποτυπωθεί και στα έσοδά των επιχειρήσεων.
Επίσης, οι καταναλωτές εξακολουθούν να χρησιμοποιούν το διαδίκτυο για τις αγορές τους και το «μάρμαρο» φαίνεται ότι πληρώνουν για μια ακόμα φορές οι μικρές επιχειρήσεις: Σύμφωνα με όσα υποστηρίζουν οι ίδιοι κύκλοι «ορισμένοι πολίτες προτιμούν να κάνουν τις αγορές τους διαδικτυακά, άλλοι τις μεταθέτουν χρονικά, σε κάθε περίπτωση όμως, τις μεγαλύτερες απώλειες έχουν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, που δεν έχουν ισχυρή παρουσία στο διαδίκτυο».
Ψυχολογία και καιρικές συνθήκες
Σύμφωνα με τον Σωτήρη Αντωνίου, Γενικό Διευθυντή του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών οι προηγούμενοι μήνες για την ελληνική αγορά είχαν έντονες τόσο ανοδικές, όσο και καθοδικές κινήσεις και αυτό αποτυπώνεται και στη Χριστουγεννιάτικη περίοδο: «Οι πρώτες αυτές ημέρες του Δεκεμβρίου στην αγορά έρχονται μετά από έναν άσχημο Οκτώβριο και Νοέμβριο εμπορικά, ειδικά από τη στιγμή που ανακοινώθηκαν τα επιπλέον μέτρα για τους ανεμβολίαστους και μετά. Ήταν κάτι που κανείς δεν περίμενε γιατί ήρθαμε από ένα καλοκαίρι και από έναν Σεπτέμβριο κατά τον οποίο οι αγορές που έγιναν ήταν πολύ κοντά σε εποχές προ κορονοιού. Ως εκ τούτου, ο μήνας των Χριστουγέννων και παραδοσιακά για τους περισσότερους κλάδους ο μήνας που γίνεται ο μεγαλύτερος τζίρος, ξεκίνησε λίγο μουδιασμένα, με την ελπίδα ότι θα υπάρξει κάποια άνοδος τη δεύτερη Κυριακή που είναι λίγο πιο κοντά στις γιορτές, αλλά και στις παραμονές».
Παράλληλα, το εμπορικό στέλεχος αναφέρεται και στους παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν θετικά τις αγορές τις επόμενες ημέρες υποστηρίζοντας χαρακτηριστικά ότι θα είναι, κυρίως, ο καιρός και η ψυχολογία: «Αναμφισβήτητα οι καλές καιρικές συνθήκες θα ωθήσουν τον κόσμο να βγει από το σπίτι και να αγοράσει έστω και κάτι μικρό, είτε για τον ίδιο, είτε για δώρο, ωστόσο σίγουρα, δεν θα βοηθήσει το αν υπάρχει εκ νέου ανοδική τάση στα κρούσματα του κορονοιού και αυτό δημοσιοποιείται συνεχώς από τα ΜΜΕ»..
Παρόλαυτα, δεν παύει να είναι μια πολύ δύσκολη περίοδος για τις επιχειρήσεις, καθώς σύμφωνα με άλλο επιφανές στέλεχος του εμπορικού κόσμου «είναι διπλές οι συνέπειες του αυξημένου ενεργειακού κόστους στις επιχειρήσεις. Από τη μία πλευρά μειώνει το διαθέσιμο καταναλωτικό εισόδημα για αγορές, καθώς ταυτόχρονα τα νοικοκυριά αντιμετωπίζουν και ανατιμήσεις σε βασικά αγαθά. Παράλληλα, το λειτουργικό κόστος για μία μικρομεσαία επιχείρηση εκτοξεύεται, καθώς το ηλεκτρικό ρεύμα φθάνει σε αρκετές περιπτώσεις να κοστίζει όσο και το ενοίκιο».
Αυτό, ωστόσο, αν συνεχίσει η ίδια κατάσταση με την άνοδο του ενεργειακού κόστους και την ακρίβεια των μεταφορικών, τονίζει ο Γεν. Διευθυντής του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών, δεν θα διαρκέσει και για τη νέα χρονιά: «Κατά γενική ομολογία, τα μόνα εμπορικά αγαθά που έχουν ακριβύνει αξιοσημείωτα είναι τα τρόφιμα και τα είδη καθημερινής χρήσης. Ρούχα και παπούτσια για τη χειμερινή σεζόν βρίσκονται στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, Εάν δεν υπάρξει κάποια διόρθωση στα κόστη, ειδικά της ενέργειας, θεωρώ ότι ίσως υπάρξει κάποια ανατίμηση στα ανοιξιάτικα είδη ένδυσης και υπόδησης, καθώς οι έμποροι δεν θα μπορούν άλλο να απορροφήσουν τις ανατιμήσεις, αφού το έχουν, ήδη, κάνει όλους τους προηγούμενους μήνες. Θεωρώ, όμως, ότι μέσα στο 2022, ειδικά από την άνοιξη και μετά, θα επέλθει διόρθωση και δεν θα σημειωθούν μεγάλες αυξήσεις, ειδικά στα είδη μόδας».
Oι διαφορές με το 2019
Την ίδια στιγμή, από πλευράς εμπορικού κόσμου, δεν τίθεται καμία σύγκριση ανάμεσα στο 2019 και στο 2021, όπως συχνά αναφέρεται από κυβερνητικούς αξιωματούχους, καθώς το πλαίσιο είναι εντελώς διαφορετικό. Κατά στελέχη της αγοράς, η φετινή χρονιά, εκτός από την επίδραση του κορονοιού, έχει πολλαπλά προβλήματα που κρατούν αρκετό κόσμο μακριά από τα καταστήματα και τις αγορές, ενώ έχουν συμβάλει και στον μειωμένο τζίρο.
«Είναι λάθος να συγκρίνουμε το 2019 με το 2021, μόνο και μόνο επειδή τα μαγαζιά είναι ανοιχτά και δεν υπάρχει lockdown ή click away όπως το 2020. Ο βηματισμός της Χριστουγεννιάτικης αγοράς φέτος, σε αντίθεση με το 2019, είναι πολύ συγκρατημένος, παρότι δεν υπάρχει καμία σχέση με πέρυσι, που αρκετά μαγαζιά ήταν κλειστά και υπήρχε και η συνθήκη του click away. Από την άλλη, δεν ωφελεί να συσχετίζουμε την παρούσα περίοδο με τις προ πανδημίας εποχές, καθώς το επιχειρηματικό και γενικότερο οικονομικό περιβάλλον είναι εντελώς διαφορετικό: Υπάρχουν τα μέτρα για τους ανεμβολίαστους, έχουμε να αντιμετωπίσουμε τα κρούσματα που ανεβαίνουν συνεχώς, ενώ καταγράφεται καθημερινή ανησυχία λόγω του ενεργειακού κόστους και των καθυστερήσεων στις μεταφορές. Το πιο σημαντικό, δε, είναι το πόσο χρήμα έχει να διαθέσει ο κόσμος για τις αγορές του φέτος, γιατί ας μην ξεχνάμε ότι ένα μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού τους προηγούμενους μήνες δεν έπαιρνε καν τον κανονικό του μισθό και ζούσε με επιδόματα» επισημαίνει ο Πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πειραιά Θεόδωρος Καπράλος.
Όλα αυτά αναφέρονται από τους αρμόδιους φορείς την ώρα που ο Υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης σε συνέντευξή του αναφορικά με την πορεία του εμπορίου τα Χριστούγεννα τόνισε ότι «δουλεύει η αγορά, γίνεται τζίρος, διατηρούνται οι θέσεις εργασίας».
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το Δεκέμβριο του 2019 ο γενικός δείκτης κύκλου εργασιών στο εμπόριο είχε παρουσιάσει αύξηση 0,2% τον Δεκέμβριο 2019 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Δεκεμβρίου 2018, ενώ σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Νοεμβρίου 2019 κατέγραψε αύξηση 13,2%.
Εξάλλου, σε ό,τι αφορά τον Δεκέμβριο του 2020, ο γενικός δείκτης κύκλου Εργασιών σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Δεκεμβρίου 2019, παρουσίασε μείωση 12,3% και σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Νοεμβρίου 2020, αύξηση 8,5%.