Με το θέμα της συνολικής διαχείρισης των “κόκκινων” δανείων να παραπέμπεται για τον Δεκέμβριο έκλεισε χθες λίγο μετά τη 1 π.μ η πολυπόθητη συμφωνία ανάμεσα σε κυβέρνηση και δανειστές. Πρόκειται στην ουσία για συμφωνία ειδικού σκοπού η οποία έγινε -παρά το σημαντικό ανοιχτό μέτωπο που παραμένει- προκειμένου να μην τεθεί σε κίνδυνο η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και να υπάρχουν στη συνέχεια δραματικές επιπτώσεις και στις καταθέσεις. Σήμερα αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή το νομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα προκειμένου να ψηφισθεί την Πέμπτη με τη διαδικασία του κατεπείγοντος.
Το EuroWorking Group (EWG) που θα συνεδριάσει σήμερα θα ενημερωθεί για το περιεχόμενο της συμφωνίας, ενώ την Παρασκευή θα συνεδριάσει εκ νέου προκειμένου να επικυρώσει τη συμφωνία -μετά και την ψήφιση του νομοσχεδίου- και να κάνει θετική εισήγηση προς τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) και να “ξεκλειδώσει” έτσι την υποδόση των 2 δισ. ευρώ, καθώς και τα χρήματα που θα απαιτηθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Σε ό,τι αφορά στα 10 δισ ευρώ που βρίσκονται σε ειδικό λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) υπέρ της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, δεν είναι ακόμα σαφές το πότε ακριβώς θα εκταμιευτούν, καθώς θα πρέπει πρώτα να κλείσουν τα βιβλία προσφορών των τραπεζών, να διαμορφωθούν επακριβώς οι κεφαλαιακές τους ανάγκες και στη συνέχεια να αντλήσει η Ελλάδα το ποσό που πραγματικά απαιτείται.
Στο “καυτό” θέμα των πλειστηριασμών η συμφωνία που επήλθε προβλέπει στην ουσία τον διαχωρισμό των δανειοληπτών σε δύο κατηγορίες: αυτούς που ανήκουν στις ευάλωτες κοινωνικά ομάδες και έχουν πολύ χαμηλό εισόδημα, λίγο πάνω από το όριο της φτώχειας,κατηγορία που υπολογίζεται ότι αποτελεί περί το 25% των δανειοληπτών και σε αυτούς που ανήκουν στις μεσαίες εισοδηματικά τάξεις, οι οποίοι όμως υπέστησαν σημαντικές απώλειες λόγω της κρίσης. Η δεύτερη αυτή κατηγορία υπολογίζεται ότι αποτελεί ένα 33% περίπου. Το σχέδιο για κάθε κατηγορία, σύμφωνα τουλάχιστον με όσα ανέφεραν χθες αργά το βράδυ κυβερνητικές πηγές, περιλαμβάνει τα εξής:
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, Αθήνα και δανειστές κατέληξαν χθες στην παρακάτω λύση για το θέμα των πλειστηριασμών τη πρώτης κατοικίας:
-Για την κατηγορία των ευπαθών κοινωνικών ομάδων τα κριτήρια προστασίας της πρώτης κατοικίας είναι τα ακόλουθα:
α) αντικειμενική αξία πρώτης κατοικίας έως 170.000 ευρώ, ανεξαρτήτως οικογενειακής κατάστασης
β) δηλωθέν ετήσιο εισόδημα 8.180 ευρώ για 1 άτομο, 13.917 ευρώ για 2 άτομα και 3.361 ευρώ για κάθε παιδί έως δύο παιδιά. Επομένως το εισοδηματικό κριτήριο για μια τετραμελή οικογένεια θα είναι έως 20.639 ευρώ. Σε περίπτωση που χρειαστεί να καλυφθούν οι ανάγκες αυτής της κατηγορίας π.χ. για την καταβολή των μηνιαίων δόσεων προς την τράπεζα, θα υπάρξει κάποιας μορφής επιδότηση από το κράτος, το κόστος της οποίας για το 2016 έχει υπολογισθεί σε 100 εκατ. ευρώ. Πρόκειται στην ουσία για το περίφημο "δίχτυ κοινωνικής προστασίας".
-Για τους υπόλοιπους δανειολήπτες, με υψηλότερο δηλαδή εισόδημα και κατοικία υψηλότερης αξίας, οι οποίοι όμως λόγω της κρίσης απώλεσαν τη δυνατότητα αποπληρωμής των δανείων προβλέπονται τα εξής: α) η αντικειμενική αξία της πρώτης κατοικίας θα είναι έως 230.000 ευρώ, ανεξαρτήτως οικογενειακής κατάστασης β) Τα εισοδηματικά όρια που αναφέρθηκαν παραπάνω θα πολλαπλασιάζονται με συντελεστή 1,7. Επομένως το εισοδηματικό όριο για την κατηγορία αυτή στην περίπτωση μιας τετραμελούς οικογένειας διαμορφώνεται στα 35.086 ευρώ, ενώ για 1 άτομο είναι έως 13.906 ευρώ, για δύο άτομα 23.659 ευρώ και για κάθε παιδί έως δύο παιδιά 5.714 ευρώ. Ο συντελεστής αυτός θα ισχύσει μέχρι το τέλος του 2018, οπότε και θα γίνει αναθεώρηση. Σε κάθε περίπτωση θα επιχειρείται εξωδικαστικός συμβιβασμός με βάση και τα εργαλεία που περιλαμβάνει ο Κώδικας Δεοντολογίας των τραπεζών.
Οι δανειολήπτες της δεύτερης περίπτωσης θα πρέπει ωστόσο να πληρούν και άλλες προϋποθέσεις, οι οποίες μένουν να διευκρινισθούν, όπως για παράδειγμα εάν ήταν συνεπείς το προηγούμενο διάστημα ως προς την αποπληρωμή των δανείων. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι η μηνιαία δόση που θα πληρώνουν οι δανειολήπτες αυτής της κατηγορίας θα υπολογίζεται με βάση την εισοδηματική και συνολικότερη περιουσιακή τους κατάσταση και με βάση την εμπορική και όχι την αντικειμενική αξία του ακινήτου. Η δόση αυτή θα είναι η ίδια για διάστημα τριών ετών.
Κυβερνητικοί κύκλοι υποστήριζαν ότι και για τις δύο περιπτώσεις, δηλαδή και για το 25% των δανειοληπτών, καθώς και για το υπόλοιπο ποσοστό από το 25% έως το 58% των δανειοληπτών θα διαγράφεται το χρέος που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ της εμπορικής αξίας στην οποία είχε αγοραστεί το ακίνητο και της τρέχουσας. Σημείο, βεβαίως, το οποίο χρήζει περαιτέρω διευκρινίσεων, καθώς σχετίζεται άμεσα με την πρόβλεψη επισφαλειών στην οποία έχουν προχωρήσει οι τράπεζες.
Ο αριθμός των στεγαστικών δανείων υπολογίζεται σε 1,2 εκατ., εκ των οποίων 400.013 έχουν “κοκκινίσει”. Προσφυγή στον νόμο Κατσέλη έχει γίνει για 170.000 εξ αυτών, με τη μεγάλη όμως πλειονότητα των περιπτώσεων να μην έχει εκδικασθεί.
Σε ό,τι αφορά τη συνολική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, για τα οποία δεν υπήρξε συμφωνία, τον Δεκέμβριο αναμένεται να κατατεθεί το σχετικό νομοσχέδιο. Οι εκκρεμότητες που υπάρχουν ακόμη σε αυτό το ζήτημα είναι μεταξύ άλλων το ποια δάνεια θα πωλούνται σε ξένα επενδυτικά κεφάλαια (funds), δηλαδή, αν θα είναι μόνο επιχειρηματικά ή στεγαστικά ή και καταναλωτικά. Επιπλέον, εξετάζεται εάν για τα επιχειρηματικά δάνεια θα προβλέπονται κριτήρια για την πώλησή τους σε funds, όπως για παράδειγμα το ύψος των δανείων, αλλά και από ποιο κλάδο της οικονομίας προέρχονται.
Από την Τετάρτη, θεσμοί και κυβέρνηση θα ξεκινήσουν τις συζητήσεις για το τι θα περιλαμβάνει η λίστα του δεύτερου πακέτου προαπαιτούμενων μέτρων. Λίστα, η οποία εφόσον εφαρμοστεί θα οδηγήσει στην αποδέσμευση της υποδόσης του 1 δισ ευρώ και ουσιαστικά στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης των δανειστών.