Κλείνει τη long θέση που διατηρούσε μέχρι πρότινος στα ελληνικά δεκαετή ομόλογα η JP Morgan, λόγω του ισχυρού sell-off που έχουν υποστεί οι τίτλοι του ελληνικού δημοσίου.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η αμερικανική τράπεζα κάνει stop-out τις long θέσεις που είχε στα ελληνικά 10ετή ομόλογα έναντι των πορτογαλικών καθώς, όπως τονίζει, τα ελληνικά ομόλογα δέχθηκαν ένα αρκετά απότομο sell-off την προηγούμενη εβδομάδα και ειδικά τη Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου.
Αυτή η κίνηση, επισημαίνει, δύσκολα δικαιολογείται από τα θεμελιώδη μεγέθη και την προσφορά και πιθανότατα να οφείλεται στο ότι ορισμένες εκτιμήσεις ροών έγιναν υπερβολικές λόγω της χαμηλής ρευστότητας της αγοράς.
Πάντως, πέραν του τρέχοντος διαστήματος, η JP Morgan εξακολουθεί να διατηρεί εποικοδομητική στάση για τα ελληνικά ομόλογα στο μεσοπρόθεσμο διάστημα, καθώς πιστεύει ότι η αγορά ήδη τιμολογεί υπερβολικές προσδοκίες σε ό,τι αφορά το tapering της ΕΚΤ στις τρέχουσες αποτιμήσεις και δεν δίνει βάση στην ισχυρή οικονομική δραστηριότητα, καθώς και το ισχυρό πολιτικό και χρηματοδοτικό τοπίο της Ελλάδας.
Ακόμα, όπως έχει επισημάνει και σε προηγούμενα σχετικά reports της, η JP Morgan συνεχίζει να θεωρεί πως το πρόγραμμα επανεπενδύσεων του PEPP αποτελεί ένα πολύ αξιόπιστο εργαλείο για την υποστήριξη των ελληνικών ομολόγων μετά τον Μάρτιο του 2022.
Σε ό,τι αφορά την πορεία των ελληνικών spreads, με την απόδοση του 10ετούς να κινείται κοντά στο 2,6% πλέον διαμορφώνονται σήμερα στις 238 μονάδες βάσης, εκτιμά πως θα κινηθούν υψηλότερα από ό,τι εκτιμούσε πριν μόλις μία εβδομάδα, και έτσι τα τοποθετεί στις 180 μ.β τον Μάρτιο, στις 170 μ.β τον Ιούνιο, στις 170 μ.β τον
Αξίζει να σημειωθεί πως οι αναλυτές τοποθετούν στο 5,2% τον «πήχη» για την αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας για φέτος. Ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 1% φέτος, με το έλλειμμα του προϋπολογισμού να αναμένεται να διαμορφωθεί στο 3,9% του ΑΕΠ και το πρωτογενές στο 1,4%. Παράλληλα, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών εκτιμάται ότι θα κινηθεί στο 4% του ΑΕΠ ενώ ο δείκτης δημοσίου χρέους θα υποχωρήσει οριακά χαμηλότερα από το 200%, στο 197%, με την ανεργία να παραμένει σε υψηλά επίπεδα, ήτοι στο 15,8%.