Ισχυρές απώλειες κατέγραψαν την Τρίτη (22/2) οι κυριότεροι δείκτες στην Wall Street, καθώς η επιδείνωση της κατάστασης που επικρατεί στα ρωσο-ουκρανικά σύνορα -ιδιαίτερα μετά την αναγνώριση της ανεξαρτησίας των δύο αποσχισθεισών περιφερειών από τον Βλ. Πούτιν- και οι φόβοι των επενδυτών για περαιτέρω κλιμάκωση, έφεραν αρνητικά πρόσημα στην αμερικανική αγορά για τέταρτη συνεχόμενη συνεδρίαση. Η αγορά αξιολογεί και τις επιπτώσεις που θα μπορούσαν να έχουν στην παγκόσμια οικονομία οι κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, που εξαγγέλθηκαν τόσο από την ηγεσία της ΕΕ όσο και από τον Τζο Μπάιντεν.
Ωστόσο, ορισμένοι αναλυτές υποστήριξαν ότι ο μακροπρόθεσμος αντίκτυπος της γεωπολιτικής διαμάχης μπορεί να είναι προσωρινός και προέτρεψαν τους επενδυτές να μην αντιδράσουν υπερβολικά στις πρόσφατες κινήσεις της αγοράς. Το πώς η επιδείνωση της αντιπαράθεσης στην Ανατολική Ευρώπη θα μπορούσε να επηρεάσει τις ενέργειες της Fed είναι ένα θέμα συζήτησης. Ενώ ορισμένοι ανησυχούν ότι οι αυξανόμενες τιμές του πετρελαίου - οι οποίες βρίσκονται γύρω στο υψηλότερο επίπεδο από το 2014 - θα μπορούσαν να ωθήσουν τον πληθωρισμό και να αναγκάσουν την κεντρική τράπεζα να γίνει ακόμη πιο επιθετική, άλλοι πιστεύουν ότι η αβεβαιότητα της αγοράς θα μπορούσε να μετριάσει την επιθετικότητα της κεντρικής τράπεζας.
«Η υπερβολικά περιοριστική νομισματική πολιτική θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα άμεσο λάθος πολιτικής, ειδικά εάν ο οικονομικός κύκλος συνεχίσει να επιδεινώνεται», έγραψε σε σημείωμα προς τους επενδυτές ο Dubravko Lakos-Bujas, επικεφαλής στρατηγικής αγορών μετοχών της JPMorgan. «Η κρίση Ρωσίας/Ουκρανίας θα μπορούσε να αναγκάσει μια επανεκτίμηση της πορείας σύσφιξης της Fed με αποτέλεσμα οι κεντρικές τράπεζες να γίνουν λιγότερο επιθετικές, ενώ οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ενδέχεται να εξετάσουν το ενδεχόμενο πρόσθετων δημοσιονομικών κινήτρων». Αναλυτές της Truist Advisory Services είπαν ότι μια πρόσφατη πτώση του επενδυτικού κλίματος μπορεί να ενισχύσει την υπόθεση για την αγορά μετοχών.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones υποχώρησε κατά 482 μονάδες ή 1,42% και διαμορφώθηκε στις 33.596 μονάδες, μετριάζοντας μερικώς τις απώλειες που κατέγραφε ενδοσυνεδριακά, οι οποίες έφτασαν ως και τις 700 μονάδες.
Παρόμοια εικόνα σημείωσε και ο διευρυμένος δείκτης S&P 500, ο οποίος έκλεισε στις 4.304 μονάδες, με απώλειες 1,01%.
Αρνητικό πρόσημο, τέλος, και για τον τεχνολογικό δείκτη Nasdaq, ο οποίος ολοκλήρωσε την συνεδρίαση με πτώση 1,23% στις 13.381 μονάδες.