Μία νέα ημέρα ανέτειλε για τις αγορές. Όμως, θα είναι πιο σκοτεινή από αυτές των προηγούμενων ημερών και κυρίως από αυτή της περασμένης Παρασκευής, όταν όλα τα χρηματιστήρια διεθνώς σημείωσαν ισχυρή ανάκαμψη, ανακτώντας το μεγαλύτερο μέρος της πτώσης των τιμών της περασμένης Πέμπτης όταν οι αγορές κατρακύλησαν καταγράφοντας υψηλά ποσοστά πτώσης λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Σκοτεινή και περίπλοκη
Αυτό που άλλαξε το Σαββατοκύριακο ήταν ότι η Δύση ευαισθητοποιήθηκε και πήρε στα σοβαρά τη ρωσική εισβολή. Είδε την έναρξη ενός πολέμου, την κατακραυγή του κόσμου, τις διαδηλώσεις στην Ευρώπη και πολύ γρήγορα τους 300.000 πρόσφυγες που εγκατέλειψαν μόνο τις τρεις πρώτες ημέρες τη βαλόμενη χώρα Ουκρανία.
Έτσι, μέσα στο Σαββατοκύριακο η ΕΕ και οι σύμμαχοί της, αποφάσισαν δύο νέους κύκλους κυρώσεων, καθώς ο πρώτος κύκλος ήταν αστείος και δεν θα επέφερε κανένα σοβαρό πλήγμα στη ρωσική οικονομία, την οποία σύμφωνα με δηλώσεις των συμμάχων επεδίωκε να πλήξει. Τώρα, με τα νέα μέτρα και με το πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας (το 50% των περιουσιακών της στοιχείων βρίσκεται στις χώρες που αποτελούν το G7) μπορεί να επέλθει σταδιακή φτωχοποίηση και περιθωριοποίηση της Ρωσίας.
Η ΕΕ και οι σύμμαχοί της αποφάσισαν να αποκλείσουν την Ρωσία από το διεθνές σύστημα συναλλαγών swift. Οι τράπεζες της Ρωσίας δεν θα μπορούν να στείλουν χρήματα στο εξωτερικό ούτε να λάβουν χρήματα από το εξωτερικό. Όμως και αυτό το μέτρο, δεν είναι ολοκληρωτικό ενώ υπάρχουν παραθυράκια για την αποφυγή μέρος των συναλλαγών.
Σχετικά με το swift οι σύμμαχοι ανακοίνωσαν ότι από το σύστημα θα αποκλείσουν επιλεγμένες τράπεζες και όχι όλες. Έτσι, αρκετές τράπεζες της Δύσης θα μπορούν να κάνουν «by pass» τις συναλλαγές τους με τράπεζες είτε της Κίνας είτε άλλων χωρών που δεν λειτουργούν με το σύστημα swift. Αυτό έχει γίνει και στο παρελθόν. Ένας πρόσφατος αποκλεισμός ήταν του Ιράν δύο φορές την τελευταία 10ετία, το 2012 και το 2018 για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.
Περιορισμοί θα υπάρχουν και στις μεταφορές με ότι αυτό συνεπάγεται στις αεροπορικές εταιρείες αλλά και στις ταξιδιωτικές και τουριστικές ροές, κάτι που θα επηρεάσει σε ένα βαθμό και τη χώρα μας.
Ένα άλλο θέμα το οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται ακόμα στον αποκλεισμό είναι οι πληρωμές για τις αγορές ενεργειακών προϊόντων και άλλων προϊόντων που η Ρωσία εξάγει και βασίζει μεγάλο μέρος της οικονομικής της ισχύς. Και μπορεί να ακούστηκε από το γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς την Κυριακή η προσπάθεια ενεργειακής απεξάρτησης της Γερμανίας από τη Ρωσία, αλλά αυτό δεν πρόκειται να συμβεί τις επόμενες ημέρες ακόμα κι αν υπάρξει συμφωνία με το Ιράν (επιχειρείται αποκατάσταση των σχέσεων και ένα είδος συμφωνίας, προκειμένου να ξεκινήσει η ροή πετρελαίου προς τη Δύση).
Τελικά, θα μπορούσε να πει κάποιος πως η Γερμανία, που επηρεάζει τις αποφάσεις της ΕΕ έκανε ένα βήμα μπροστά, σε ότι αφορά την επιβολή αυστηρότερων κυρώσεων όμως ακόμα δεν έχει ξεαθαρίσει εάν θα θυσιάσει στο άμεσο μέλλον ένα μέρος της οικονομικής της ευημερίας - που βασίζεται και στις εμπορικές της σχέσεις και στην ενεργειακή της εξάρτηση με τη Ρωσία - με αντάλλαγμα την παγκόσμια ασφάλεια.
Αύξηση τιμών στα τρόφιμα και εμπορεύματα
Αυτό που αναμένεται να συμβεί είναι η αύξηση στις τιμές εμπορευμάτων και πιο συγκεκριμένα πρώτων υλών τροφίμων και μετάλλων. Η Ουκρανία αποτελεί βασικό προμηθευτή πολλών ευρωπαϊκών εταιρειών σιτηρών. Το γεγονός ότι είναι σε εμπόλεμη κατάσταση θα προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα. Ενδεικτικά, η τιμή του σιταριού βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 13 ετών, κάτι που θα οδηγήσει σε ανατιμήσεις στο ψωμί.
Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία παράγει βιομηχανικά μέταλλα και ορυκτά όπως αλουμίνιο, νικέλιο, παλλάδιο και λιπάσματα. Την προηγούμενη Πέμπτη, η τιμή του πετρελαίου ξεπέρασε τα 100 δολάρια, η τιμή του φυσικού αερίου εκτοξεύτηκε στα ύψη και η τιμή του αλουμινίου προσέγγισε ιστορικό υψηλό πριν εκτονωθούν οι πιέσεις την Παρασκευή.
Πιθανές ελλείψεις στην εφοδιαστική αλυσίδα θα ωθήσει τις τιμές προς τα πάνω, δημιουργώντας νέες πληθωριστικές πιέσεις στην οικονομία της Δύσης και κάνοντας το χρήμα πιο ακριβό για να περιοριστεί η ζήτηση και οι επενδύσεις.
Θα συνεχιστεί η δημοσιονομική ευελιξία ή όχι;
Την ίδια στιγμή, αυτή η πολεμική σύρραξη επιτείνει την αβεβαιότητα αφού οι περισσότεροι αναλυτές μιλούν για εμπλοκή με μακροχρόνιες επιπτώσεις - και δημιουργεί σοβαρά διλήμματα και στην άσκηση νομισματικής πολιτικής.
Μέχρι πριν λίγες ημέρες οι νομισματικές αρχές των ΗΠΑ ήταν έτοιμες να προχωρήσουν επιθετικά σε αύξηση των επιτοκίων. Το ίδιο θα έκανε και η ΕΚΤ αλλά με καθυστέρηση προς το τέλος του έτους. Δεν είναι πλέον σίγουρο ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο, ειδικά αν υπάρξουν σημάδια μειωμένης ζήτησης, ακόμα κι αν οι τιμές αυξηθούν βραχυπρόθεσμα, λόγω των παραπάνω εξελίξεων.
Μία ακόμα εξέλιξη που πιθανότατα θα αλλάξει κατεύθυνση είναι η αναθεώρηση της δημοσιονομικής πολιτικής της ΕΕ. Το γεγονός του πολέμου στα σύνορα της Ευρώπης και το γεγονός ότι η Γερμανία ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει σε δημόσιες δαπάνες για την άμυνά της και ότι θα ξοδεύει 100 δισ. ευρώ ή πάνω από 2% του ΑΕΠ της για αυτό το σκοπό, δημιουργεί προσδοκίες για μη επαναφορά του συμφώνου σταθερότητας στα προηγούμενα αποδεκτά επίπεδα ελλειμμάτων για τα κράτη μέλη της ΕΕ. Αυτό ίσως βοηθήσει και την Ελλάδα να μην επιστρέψει το 2023 σε πλεονάσματα, όπως πρόσφατα ζήτησε ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ.
Έτσι, μετά την υγειονομική κρίση που έδωσε ευελιξία στη δημοσιονομική πολιτική των χωρών- μελών της ΕΕ και της ευρωζώνης, η πολεμική κρίση που τώρα βρίσκεται σε εξέλιξη μπορεί να παρατείνει την ίδια πολιτική, περιορίζοντας τις επιπτώσεις και αποφεύγοντας τη σύσφιξη της οικονομικής πολιτικής.
Κάπως έτσι ανέτειλε η νέα ημέρα για τις αγορές, πιο ρευστή και πιο περίπλοκη όπως έδειξαν και τα πυκνά γεγονότα του Σαββατοκύριακου και το ότι η άλλη πλευρά, της Ρωσίας, έβαλε στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης την ξεχασμένη πυρηνική απειλή.