Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει η Moody’s Analytics, η Ελλάδα κατέγραψε εξαιρετικά ισχυρή ανάπτυξη στο Δ’ τρίμηνο του 2021, όταν το πραγματικό ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε κατά 7,7% σε ετήσια βάση. Ωστόσο, το ΑΕΠ αναθεωρήθηκε προς τα κάτω για το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι για το σύνολο του 2021 η χώρα κατέγραψε τον μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης στην ιστορία της αυξημένο κατά 8,3% σε σχέση με το 2020 και πολύ κοντά στην πρόβλεψή μας για 8,2% που δημοσιεύθηκε τον Σεπτέμβριο του 2021, κάτι που οφείλεται στις επενδύσεις και τις εξαγωγές.
Βέβαια, ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει επαναφέρει την οικονομία της Ελλάδας στην αβεβαιότητα, την ώρα που γινόταν προσπάθεια για να ορθοποδήσει και πάλι η χώρα.
Τα βασικά σενάρια για την ανάπτυξη
Η Eurostat εκτιμά με τα στοιχεία της ότι ο πληθωρισμός θα σημειώσει τη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση από το 1996, με τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή να αυξάνεται κατά 8% μετά από αύξηση 6,3% σε ετήσια βάση τον Φεβρουάριο. Παρόλο που εξακολουθούν να ισχύουν οι επιδράσεις βάσης (υπήρξε αποπληθωρισμός 2% τον Μάρτιο του 2021), ο εναρμονισμένος δείκτης δείχνει σχεδόν πληθωρισμό-ρεκόρ. Σε μηνιαία βάση, οι τιμές αυξήθηκαν κατά 2,7% σε σύγκριση με τον Φεβρουάριο. Το άλμα στις τιμές της ενέργειας έρχεται να προστεθεί στην ήδη τεράστια αύξηση κατά τη διάρκεια του 2021, ενώ οι τιμές δεν πρόκειται να υποχωρήσουν σύντομα.
Η εισβολή στην Ουκρανία θα έχει τεράστιο αντίκτυπο στον ελληνικό πληθωρισμό και θα συντρίψει το διαθέσιμο εισόδημα. Η διάρκεια και το μέγεθος των ενεργειακών κραδασμών σημαίνει ισχυρή μετακύλιση στις γενικές τιμές. Σε συνδυασμό με τις ανοδικές πιέσεις στις παγκόσμιες τιμές των τροφίμων, ο ετήσιος πληθωρισμός θα φθάσει σε τιμές άνω του 8% το δεύτερο και το τρίτο τρίμηνο. Οι μισθολογικές πιέσεις θα αλλάξουν τη δυναμική το 2023, καθώς οι εργαζόμενοι θα παζαρεύουν τη χαμένη αγοραστική τους δύναμη. Η Moody's Analytics προβλέπει ότι ο ελληνικός εναρμονισμένος ΔΤΚ θα κλείσει στο σχεδόν ρεκόρ του 7,7% το 2022, προτού ομαλοποιηθεί το 2023 στο 3% και στη συνέχεια συγκλίνει στον στόχο του 2% της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Στο βασικό σενάριο, η αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ παραμένει πάνω από το δυνητικό επίπεδο μέχρι το 2024. Μετά από υπερθέρμανση για πέντε χρόνια, η ελληνική οικονομία βλέπει τον ετήσιο πληθωρισμό της γύρω από τον στόχο της ΕΚΤ μέχρι το 2026, ενώ η ανεργία φτάνει στο φυσικό της επίπεδο. Η ισχυρή ανάπτυξη και η εμπιστοσύνη των αγορών αντανακλώνται στις αποδόσεις των ομολόγων, επιτρέποντας στην κυβέρνηση να δανείζεται με χαμηλό επιτόκιο και να εξομαλύνει το χρέος της. Μέχρι το τέλος του 2024, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ έχει μειωθεί κάτω από το 170% και το έλλειμμα συγκλίνει στο μηδέν. Το ΑΕΠ αυξάνεται κατά 4,5% το 2022 και κατά 2,8% το 2023.
Στο ανοδικό σενάριο, η στρατιωτική σύγκρουση στην Ουκρανία επιλύεται πολύ ταχύτερα από ό,τι αναμενόταν. Ως αποτέλεσμα, οι γεωπολιτικές εντάσεις μειώνονται νωρίτερα από ό,τι αναμενόταν, βάσει του βασικού σεναρίου. Οι κυρώσεις αίρονται γρήγορα, υποστηρίζοντας τις γραμμές εφοδιασμού βασικών εμπορευμάτων από τη Ρωσία. Η πλήρης εξασθένιση της πανδημίας και των γεωπολιτικών εντάσεων οδηγεί σε ισχυρή ανάκαμψη της ζήτησης, ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών, με κινητήρια δύναμη τα νοικοκυριά που ξοδεύουν τις πλεονάζουσες αποταμιεύσεις τους. Σε αυτό το σενάριο, το ελληνικό ΑΕΠ διευρύνεται κατά 5,7% το 2022 και κατά 3,9% το 2023.
Στο αρνητικό σενάριο, η στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας επιδεινώνεται σημαντικά και επιμένει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από το αναμενόμενο. Η απειλή μιας σημαντικής διακοπής του παγκόσμιου εφοδιασμού με εμπορεύματα διατηρεί τις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου σε υψηλά επίπεδα για την Ευρώπη, με αποτέλεσμα οι ρυθμοί πληθωρισμού να επιταχύνονται σημαντικά πάνω από τα βασικά επίπεδα. Μια άλλη παραλλαγή της Covid-19 εμφανίζεται τον χειμώνα και προκαλεί την επιστροφή σε μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Η πολιτική αστάθεια προκαλεί πολλαπλούς γύρους εκλογών που πλήττουν την οικονομία το 2023 και αυξάνουν σημαντικά το κόστος του χρέους. Το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών συμπιέζεται -αντί να δαπανήσουν τις πλεονάζουσες αποταμιεύσεις, τα νοικοκυριά περιορίζουν σημαντικά τις δαπάνες τους. Οι αρνητικές επιπτώσεις του πλούτου από την πτώση των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων αποθαρρύνουν περαιτέρω τους Ευρωπαίους από τις δαπάνες. Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, το ΑΕΠ αυξάνεται μόνο κατά 1,9% το 2022 και συρρικνώνεται κατά 1,5% το 2023.
Υψηλότερο καθεστώς επενδύσεων
Η Ελλάδα έχει απολαύσει μια επιτυχημένη διετία όσον αφορά τις πάγιες επενδύσεις και η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, εξηγεί η Moody’s Analytics. Ο λόγος των επενδύσεων προς το ΑΕΠ ήταν περίπου 10% πριν από την πανδημία. Εκτιμάται ότι στο τέλος του 2021 θα έχει διαμορφωθεί στο 13%. Παρά την ανοδική τάση, οι επενδύσεις εξακολουθούν να υστερούν σε σχέση με την ιστορία -πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση, ο λόγος των επενδύσεων προς το ΑΕΠ ήταν περίπου 20%. Αλλά η πρόσφατη θετική τάση φαίνεται να είναι διαρθρωτική, καθώς περισσότεροι επενδυτές συρρέουν στη χώρα. Στα τέλη Φεβρουαρίου, η J.P. Morgan εξαγόρασε το 49% της ελληνικής εταιρείας χρηματοοικονομικής τεχνολογίας Viva Wallet, μιας εταιρείας που αποτιμάται σε περίπου 2 δισ. ευρώ και είναι ένας από τους λίγους ελληνικούς «μονόκερους». Η συγκεκριμένη επένδυση προσέλκυσε την προσοχή των διεθνών μέσων ενημέρωσης και είναι βέβαιο ότι θα έχει θετικές δευτερογενείς επιπτώσεις, καθώς συνέπεσε με τη νέα νομοθεσία για την ανάπτυξη, που εγκρίθηκε στο ελληνικό κοινοβούλιο την πρώτη εβδομάδα του Φεβρουαρίου. Η αναπτυξιακή στρατηγική περιστρέφεται γύρω από την πράσινη μετάβαση και τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την έρευνα και την καινοτομία και την ενίσχυση των δεξιοτήτων απασχόλησης και θα παρέχει κίνητρα για επενδύσεις σε επιχειρήσεις όλων των μεγεθών. Το ανανεώσιμο επενδυτικό ενδιαφέρον βρίσκεται σε εξέλιξη. Τον Ιανουάριο του 2022, ο ιταλικός ενεργειακός όμιλος Eni αγόρασε την ελληνική εταιρεία Solar Konzept Greece, ως βήμα στην αγορά της ηλιακής ενέργειας.
Στις αρχές Απριλίου, η Ελλάδα έλαβε την πρώτη δόση των 3,6 δισ. ευρώ από τα ευρωπαϊκά κεφάλαια ανάκαμψης που αποσκοπούν στην ανάπτυξη υποδομών για την υποστήριξη του ψηφιακού μετασχηματισμού και των πράσινων επενδύσεων. Η πολιτική σταθερότητα θα αποτελέσει σημαντικό παράγοντα για την ανάπτυξη αυτή. Σε γενικές γραμμές, οι επενδυτές αντιμετωπίζουν αρνητικά τους υψηλούς κινδύνους. Η ενδεχόμενη υπαναχώρηση σε φιλικούς προς τις επενδύσεις νόμους υπέρ πιθανών λαϊκιστικών τάσεων που επικεντρώνονται στα εκλογικά αποτελέσματα θα μπορούσε πολύ γρήγορα να ανατρέψει την πρόοδο.
Οι εκλογές του 2023 στο μικροσκόπιο
Πριν εγκαταλείψει την εξουσία, η κυβέρνηση Τσίπρα άλλαξε τον εκλογικό νόμο έτσι ώστε να μην υπάρχουν μπόνους έδρες για το κόμμα που κερδίζει τις εκλογές, καθιστώντας δυσκολότερο τον σχηματισμό μονοκομματικού κράτους και αναγκάζοντας τους νικητές να σχηματίζουν κυβερνήσεις συνασπισμού ή να αντιμετωπίζουν επαναλαμβανόμενες εκλογές μέχρι να σχηματιστεί κυβέρνηση. Ο Μητσοτάκης ανέτρεψε αυτό τον νόμο, αλλά λόγω συνταγματικών περιορισμών, η ανατροπή θα ισχύσει μόνο μετά τον επόμενο εκλογικό κύκλο.
Εάν ο Μητσοτάκης μπορέσει να σταθεροποιήσει ή και να αυξήσει τα ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις, οι πρόωρες εκλογές θα μπορούσαν να αποφευχθούν και οι Έλληνες θα προσέλθουν στις κάλπες το 2023. Χωρίς τις έδρες μπόνους, ο νικητής αυτών των εκλογών πιθανότατα θα πρέπει να κερδίσει την υποστήριξη της αντιπολίτευσης για μια κυβέρνηση συνασπισμού ή να αντιμετωπίσει εκλογές δεύτερου ή ακόμη και τρίτου γύρου. Εάν υπάρξει δεύτερος γύρος, υποθέτουμε ότι οι Έλληνες θα θέλουν να αποφύγουν τις αέναες εκλογές που θα πλήξουν περαιτέρω την οικονομία. Ένας τρίτος γύρος είναι επομένως ένας κίνδυνος ουράς. Αν όμως υπάρξει τρίτος γύρος, οι οικονομικές προοπτικές για το 2023 θα αλλάξουν σημαντικά, με καθοδικές πιέσεις στο ΑΕΠ λόγω της αβεβαιότητας, των υψηλότερων επιτοκίων και του δημόσιου χρέους.