Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μπορεί να χρειαστεί να υποβαθμίσει περαιτέρω τις προβλέψεις για την οικονομική ανάπτυξη φέτος, αλλά δεν αναμένει παγκόσμια ύφεση, σύμφωνα με τη γενική διευθύντρια Kristalina Georgieva.
Οπως είπε στον τηλεοπτικό σταθμό Bloomberg στο Νταβός, υπήρξαν κάποιες «σταδιακές αλλαγές» από τότε που το Ταμείο μείωσε την πρόβλεψή του για την παγκόσμια ανάπτυξη στο 3,6%, συμπεριλαμβανομένης της «σύσφιξης των οικονομικών συνθηκών», της αύξησης της αξίας του δολαρίου και της επιβράδυνσης της Κίνας».
«Όλα αυτά δεν αποκλείουν περαιτέρω υποβαθμίσεις και για ορισμένες χώρες υπάρχει πλέον αυξημένος κίνδυνος ύφεσης», είπε. «Αλλά δεν αναμένουμε μια παγκόσμια ύφεση».
Η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου μίλησε στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ για τις δυσκολίες της παγκόσμιας οικονομίας.
«Για την παγκόσμια οικονομία αυτή είναι η μεγαλύτερη δοκιμασία από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ρωσική εισβολή καταστρέφει ανθρώπινες ζωές, παρασύρει την ανάπτυξη και ανεβάζει τον πληθωρισμό. Αν παραδοθούμε στις δυνάμεις του γεωοικονομικού κατακερματισμού ο κόσμος μας θα γίνει φτωχότερος και πιο επικίνδυνος»
Σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, 30 χώρες έχουν περιορίσει το εμπόριο τροφίμων, πρώτων υλών και ενέργειας μετά την εισβολή στην Ουκρανία, λόγω της τεράστιας ανόδου των τιμών.
Από την άλλη, 1,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι θα είχαν βγει από τη φτώχεια χάρη στη συνεργασία, σύμφωνα και πάλι με όσα ανέφερε το ΔΝΤ. Πρέπει επομένως να αποκαταστήσουμε αυτήν την «παγκόσμια εμπιστοσύνη», σύμφωνα με την Γκεοργκίεβα, η ενίσχυση του διεθνούς εμπορίου αποτελεί προτεραιότητα, προκειμένου να ξεπεραστούν τα εμπόδια και να σταματήσει η έλλειψη βασικών προϊόντων, όπως τα τρόφιμα.
Το Ταμείο προτείνει επίσης τον εκσυγχρονισμό των διασυνοριακών συστημάτων πληρωμών, λαμβάνοντας υπόψη ότι το μέσο κόστος των μεταφορών είναι 6,3%. Αυτό το ποσοστό δείχνει ότι έως και 45 δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο πηγαίνουν σε μεσάζοντες.