Η Ελλάδα θα πρέπει να επιστρέψει σε τακτική υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για τη μείωση του ελληνικού χρέους αναφέρει η Κομισιόν στην έκθεση βιωσιμότητας του χρέους που έχει περιλάβει στις παρατηρήσεις της έκθεσης για την 14η αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας. Η Κομισιόν επιβεβαιώνει την βιωσιμότητα του υπό την προϋπόθεση ότι η οικονομία θα επιτυγχάνει για τα επόμενα 37 χρόνια μέσο πρωτογενές πλεόνασμα 2,6% του ΑΕΠ
Στην έκθεση βιωσιμότητας του χρέους η Επιτροπή αναθεωρεί τις προηγούμενες προβλέψεις που είχαν συμφωνηθεί - υπό άλλες συνθήκες - μετά το τέλος του 3ου μνημονίου για πρωτογενή πλεονάσματα 2,2% του ΑΕΠ μέχρι και το 2060 και αυξάνει το στόχο θέτοντας τον στο 2,6% του ΑΕΠ για μια περίοδο από το 2023 έως και το 2060. Και αυτό με την παραδοχή ότι τα κονδύλια του Ταμείου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας που θα εισρέουν στην οικονομία μέχρι και το 2026 , θα συμβάλουν σημαντικά στο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας και άρα και την ταχύτερη αποκλιμάκωση του χρέους.
Η Επιτροπή αναφέρει πως η Ελλάδα θα επιστρέψει από το 2023 σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,3% του ΑΕΠ το οποίο θα αυξάνεται συνεχώς μέχρι και το 2026. Συγκεκριμένα θα διπλασιαστεί στο 2,7% του ΑΕΠ το 2024 για να φτάσει στο 3,4% του ΑΕΠ το 2025 και το 3,7% του ΑΕΠ το 2026.
Η έκθεση διευκρινίζει ότι οι παραδοχές για τα πρωτογενή πλεονάσματα έχουν βάση το κλείσιμο του παραγωγικού κενού στην οικονομία λόγω της αύξησης των επενδύσεων, αλλά και σημαντικές εξοικονομήσεις στις δαπάνες για την γήρανση του πληθυσμού και ειδικότερα τις δαπάνες για συντάξεις που επιτυγχάνονται τα επόμενα χρόνια, από ήδη υλοποιούμενες μεταρρυθμίσεις.
Επιβράδυνση της ανάπτυξης μετά το 2023
Σε ότι αφορά την ανάπτυξη η Κομισιόν βλέπει σημαντική υποχώρηση μετά το 2023. Προβλέπει ανάπτυξη 3,5% για φέτος και 3,1% για το 2023, η οποία όμως αναμένεται να υποχωρήσει στο 1,9% στο 2025 και στο 1,1% το 2026, παρά το γεγονός ότι μέχρι τότε όχι μόνο θα έχουμε την μεγαλύτερη εισροή κοινοτικών πόρων, αλλά και τα πρώτα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα για την οικονομία, από τις ολοκληρωμένες επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις του Ταμείου Ανάκαμψης. Μακροπρόθεσμα η Κομισιόν βλέπει συνεχή υποχώρηση της ανάπτυξης, η οποία αναμένεται να φτάσει στο 0,9% ως το 2030 και ταυτίζεται με το ΔΝΤ, προβλέποντας μέσο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομία 1,5%, για την περίοδο από το 2023 στο 2060.
Η Κομισιόν εκτιμά ότι ο κύκλος της αύξησης των επιτοκίων που θα ανοίξει η ΕΚΤ το καλοκαίρι δεν θα επηρεάσει σημαντικά το κόστος δανεισμού της Ελλάδας μεσομακροπρόθεσμα. Εξηγώντας, αναφέρει ότι το μεγαλύτερο μέρος (περίπου τα 2/3) του ελληνικού χρέους, βρίσκεται στα χέρια του επίσημου τομέα (της ΕΚΤ και του EFSF/ ESM) και είναι "κλειδωμένο" σε σταθερά επιτόκια με μεγάλη περίοδο αποπληρωμής 30 χρόνια. Επίσης, το ετήσιο κόστος αναχρηματοδότησης παραμένει κάτω από το 20% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα ενώ τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα, μπορούν να απορροφήσουν πιέσεις βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες πιέσεις.
Με αυτές τις παραδοχές, η Κομισιόν προβλέπει ότι το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα μειωθεί από το 185,4% που αναμένεται να φτάσει 2022, στο 31,6% το 2060 ενώ θα μειωθεί για πρώτη φορά κάτω από το 100% το 2040.