Οι υψηλότερες τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, θα πλήξουν και τα νοικοκυριά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδιαίτερα τα φτωχότερα, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων .
Η Ουκρανία και η Ρωσία είναι κύριοι προμηθευτές ενέργειας και γεωργικών προϊόντων. Ο πόλεμος βλάπτει συνεπώς τις παραγωγικές ικανότητες και η τιμή πολλών βασικών προϊόντων που είναι δύσκολο να αντικατασταθούν, θα ανέβει.
Ο πληθωρισμός που προκλήθηκε από τον πόλεμο θα μπορούσε να μειώσει την πραγματική ιδιωτική κατανάλωση στην ΕΕ κατά 1,1% το 2022, αν και ο αντίκτυπος θα διαφέρει από χώρα σε χώρα.
Ο αντίκτυπος θα γίνει αισθητός περισσότερο σε χώρες όπου η κατανάλωση είναι πιο ευαίσθητη στις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων και όπου ένα σχετικά μεγάλο μέρος του πληθυσμού κινδυνεύει από τη φτώχεια. Οι χώρες της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης μοιάζει να επηρεάζονται περισσότερο.
Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, σε έκθεσή της στην οποία καταγράφει τις επιπτώσεις της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, στην ευρωπαϊκή οικονομία, βλέπει ανάπτυξη κάτω από το 3% και αύξηση του πληθωρισμού αναμένει για το 2022.
Ειδικά για την Ελλάδα, γίνεται αναφορά στις επιχειρήσεις, που όπως σημειώνεται θα επηρεαστούν σε μεγαλύτερο βαθμό από το μέσο όρο της ΕΕ και προβλέπει αύξηση του ποσοστού των επιχειρήσεων με ζημίες στο 28%.
Οι επιχειρήσεις της ΕΕ αποδυναμώθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ειδικά οι μικρότερες. Ο πόλεμος θα οξύνει την ευπάθεια των επιχειρήσεων μέσω τριών καναλιών: (1) μείωση των εξαγωγών, (2) χαμηλότερο κέρδος λόγω των υψηλότερων τιμών ενέργειας και (3) δυσκολία εύρεσης χρηματοδότησης καθώς οι τράπεζες αποφεύγουν τον κίνδυνο.
Οι προσομοιώσεις που πραγματοποιήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) υποδηλώνουν πως η απώλεια χρημάτων για τις επιχειρήσεις θα αυξηθεί από 8% σε 15% σε ένα χρόνο και ότι το μερίδιο των επιχειρήσεων που διατρέχουν κίνδυνο θα αυξηθεί από 10% σε 17% κατά την ίδια περίοδο.
Χημικά και φαρμακευτικά προϊόντα, μεταφορές, τρόφιμα και γεωργία είναι οι τομείς που έχουν πληγεί περισσότερο. Επιχειρήσεις σε χώρες πιο κοντά στην Ουκρανία και τη Ρωσία, όπως η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Λετονία και η Λιθουανία, θα νιώσουν μεγαλύτερη πίεση. Επιπλέον, οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα, την Κροατία και την Ισπανία θα επηρεαστούν επίσης περισσότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Ο αντίκτυπος στις τράπεζες θα παραμείνει περιορισμένος, αλλά η πρόσβαση των επιχειρήσεων σε ρευστότητα μπορεί να επιδεινωθούν. Συνολικά, το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα έχει μικρή άμεση έκθεση σε Ουκρανία, Ρωσία και Λευκορωσία. Ακόμα και οι λίγες τράπεζες που δραστηριοποιούνται εκεί έχουν αυξήσει τα κεφαλαιακά αποθέματά τους επαρκώς ώστε να αντέξουν την απομείωση ορισμένων από τα περιουσιακά τους στοιχεία. Οι ελληνικές τράπεζες εμφανίζουν την τέταρτη υψηλότερη έκθεση σε δάνεια προς κλάδους που δέχονται μεγάλες συνέπειες από την ενεργειακή κρίση.
Τα οικονομικά των κρατών- μελών της ΕΕ πιθανότατα θα επιδεινωθούν, σημειώνει η έκθεση. Οι δαπάνες θα μπορούσαν να αυξηθούν σε χώρες που φιλοξενούν πρόσφυγες, εφαρμόζουν αναδιανεμητικά μέτρα για να βοηθήσουν τα νοικοκυριά να αντιμετωπίσουν τις τιμές της ενέργειας και αυξάνουν τις στρατιωτικές δαπάνες.
Σύμφωνα με την ΕΤΕπ οι κυβερνήσεις θα πρέπει να προχωρήσουν σε αποφασιστικές κινήσεις στέλνοντας ένα ξεκάθαρο μήνυμα στις αγορές για περιορισμό της αβεβαιότητας και μείωσης του κινδύνου νέας ύφεσης.