Η ομαλοποίηση της πολιτικής της ΕΚΤ δεν θα εκτροχιάσει τη μείωση του χρέους των χωρών της περιφέρειας, αλλά θα αποδυναμώσει τη βιωσιμότητά τους καθώς και τον δημοσιονομικό χώρο, προειδοποιεί ο οίκος αξιολόγησης Moody’s. Παράλληλα τονίζει πως το τέλος των αγορών ομολόγων από την ΕΚΤ θα οδηγήσει σε σταδιακή αλλαγή της σύνθεσης των κατόχων του κρατικού χρέους των χωρών του Νότου, αυξάνοντας τον κίνδυνο για φυγή των επενδυτών.
Όπως σημειώνει η Moody’s, η μετατόπιση των προσδοκιών για τη νομισματική πολιτική ως αποτέλεσμα του αυξημένου πληθωρισμού προκάλεσε αύξηση του κόστους χρηματοδότησης σε ολόκληρη την ευρωζώνη και ειδικά στις χώρες της περιφέρειας. Αυτή η μετατόπιση θα αναστρέψει μέρος της βελτίωσης των δεικτών προσιτότητας χρέους (debt affordability) που ξεκίνησε μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.
Υπό τον όρο ότι η επενδυτική εμπιστοσύνη διατηρείται και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν θα αναγκαστεί να προχωρήσει σε ραγδαίες αυξήσεις επιτοκίων, θα χρειαστεί χρόνος μέχρι τα υψηλότερα επιτόκια να οδηγήσουν σε υψηλότερες πληρωμές τόκων, δεδομένης της σχετικά μεγάλης διάρκειας του χρέους αυτών των χωρών. Η υγιής οικονομική ανάπτυξη σε ονομαστικούς όρους θα πρέπει επίσης να εξασφαλίσει τη συνέχιση της μείωσης του χρέους.
Όπως εξηγεί η Moody’s, το αυξανόμενο κόστος χρηματοδότησης θα πάρει χρόνο για να τροφοδοτηθεί σε υψηλότερες πληρωμές τόκων. Οι αποδόσεις των ομολόγων της περιφέρειας της ευρωζώνης έχουν φτάσει σε επίπεδα που δεν έχουν παρατηρηθεί από το 2018 τουλάχιστον, αλλά εξακολουθούν να είναι χαμηλά με βάση τα ιστορικά πρότυπα.
Αν και το υψηλότερο χρέος και τα δημοσιονομικά ελλείμματα θα διατηρήσουν τις δανειακές ανάγκες αυξημένες φέτος - για παράδειγμα στο 25% του ΑΕΠ στην Ιταλία και στο 19% σε Ισπανία και Πορτογαλία - οι αποτελεσματικές στρατηγικές διαχείρισης του χρέους σε χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία που έχουν υιοθετηθεί από το 2012, θα επιβραδύνουν οποιαδήποτε σημαντική μετακύλιση στις πληρωμές τόκων. Η μέση διάρκεια του χρέους των κυβερνήσεων της Νότιας Ευρώπης είναι μεταξύ επτά και οκτώ ετών, κλειδώνοντας το ευνοϊκό κόστος χρηματοδότησης που συνόδευε το QE.
Ουσιαστικά, τονίζει ο οίκος, οι χώρες της Νότιας Ευρώπης συνεχίζουν να αναχρηματοδοτούν το χρέος που λήγει με επιτόκια κάτω από το μέσο κόστος του χρέους τους. Για παράδειγμα, τον Μάιο το μέσο κόστος του χρέους στις εκδόσεις ομολόγων που προχώρησαν οι χώρες της περιφέρειας ήταν μεταξύ 70-150 μονάδων βάσης χαμηλότερο από το μέσο κόστος του χρέους. Αυτό είναι επίσης εν μέρει το αποτέλεσμα των μικρότερων διαρκειών του νέου χρέους που εκδόθηκε τους τελευταίους μήνες.
Ωστόσο, αυτή η διαφορά συρρικνώνεται και θα συνεχίσει να μειώνεται για κάποιο χρονικό διάστημα λόγω του μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος της νομισματικής πολιτικής. Πράγματι, η Moody’s αναμένει ότι η αύξηση του κόστους χρηματοδότησης θα αρχίσει να αναστρέφει τις βελτιώσεις στην προσιτότητα του χρέους που παρατηρήθηκαν κατά την τελευταία δεκαετία από φέτος. Το χρέος που συνδέεται με τον πληθωρισμό στην Ισπανία και την Ιταλία θα προκαλέσει επιδείνωση των δεικτών προσιτότητας του χρέους τους ήδη από φέτος.
Παράλληλα, η αλλαγή της σύνθεσης των κατόχων των ομολόγων θα αυξήσει τον κίνδυνο φυγής των επενδυτών, προειδοποιεί ο οίκος. Το τέλος των αγορών περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ θα οδηγήσει σε σταδιακή μετατόπιση της σύνθεσης των κατόχων κρατικού χρέους προς ομολογιούχους του ιδιωτικού τομέα που είναι πιο ευαίσθητοι στον κίνδυνο.
Οι χώρες της Νότιας Ευρώπης ήταν βασικοί δικαιούχοι των αγορών ομολόγων της ΕΚΤ, ιδιαίτερα τα τελευταία δύο χρόνια όταν οι αγορές περιουσιακών στοιχείων υπερέβαιναν κατά πολύ τις καθαρές εκδόσεις ομολόγων. Τα δάνεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα μειώσουν την πρόσθετη προσφορά ιταλικών και πορτογαλικών ομολόγων σε σύγκριση με την Ισπανία. Η αύξηση των spreads μπορεί να βοηθήσει στην προσέλκυση επενδυτών, αλλά οι χώρες θα εκτεθούν περισσότερο σε ιδιόρρυθμους κινδύνους που μπορεί να τρομάξουν τους επενδυτές.
Επιπλέον, το υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης δεν θα επιβραδύνει σημαντικά τη μείωση του χρέους, αλλά θα μειώσει τον δημοσιονομικό χώρο. Η σχετικά ισχυρή ονομαστική ανάπτυξη λόγω των μεγάλων εισροών κεφαλαίων της ΕΕ και του υψηλότερου πληθωρισμού θα αντισταθμίσει το αυξανόμενο κόστος των επιτοκίων και θα στηρίξει τη διαρκή μείωση του χρέους στις χώρες της περιφέρειας.
Παράλληλα, μια ταχύτερη από την αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων ή και ασθενέστερη από την αναμενόμενη ανάπτυξη, θα μπορούσαν να εκτροχιάσουν τη μείωση του χρέους επειδή οι χώρες της Νότιας Ευρώπης πιθανότατα θα συνεχίσουν να παρουσιάζουν πρωτογενή ελλείμματα. Στο πλαίσιο αυτό, η ικανότητά τους να παρέχουν πρόσθετη στήριξη στην οικονομία χωρίς αύξηση του χρέους θα ήταν πιο περιορισμένη.
"Το υψηλότερο κόστος τόκων θα περιορίσει την ικανότητα των κυβερνήσεων να συνεχίσουν να παρέχουν δημοσιονομική στήριξη στην οικονομία χωρίς να οδηγήσουν σε περαιτέρω αύξηση του χρέους τους", όπως αναφέρει η Moody's χαρακτηριστικά.