Μια δεκαετία μετά την τελευταία κρίση της ευρωζώνης, έχουν ενισχυθεί και πάλι οι φόβοι για νέα κρίση, σύμφωνα με την ING Το συμπέρασμα, ωστόσο, στο οποίο καταλήγει είναι ότι καμία χώρα δεν βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε πολύ άσχημη κατάσταση. Όμως, κάποιες αντιμετωπίζουν κινδύνους στα δημόσια οικονομικά τους.
Ο οίκος εκτιμά ότι τέσσερις χώρες –Ισπανία, Γαλλία, Βέλγιο και Ιταλία- βρίσκονταν ήδη «σε κίνδυνο» από το 2019. Με την πανδημία, τα δημοσιονομικά ισοζύγια και τα χρέη επιδεινώθηκαν σε όλες τις χώρες. Έτσι, στις οικονομίες που βρίσκονταν σε κίνδυνο προστέθηκε και η ελληνική, κυρίως λόγω της απότομης επιδείνωσης του δημοσιονομικού ισοζυγίου.
Σύμφωνα με τον οίκο ING, σήμερα, η Ισπανία βρίσκεται στην πιο προβληματική κατάσταση, καθώς έχει πρωτογενές έλλειμα και επιτοκιακό βάρος μεγαλύτερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Το Βέλγιο και η Γαλλία έχουν υπερβολικά πρωτογενή ελλείμματα που διορθώνονται μόνο με αύξηση των φορολογικών εσόδων ή μείωση των δαπανών. Ελλάδα και Ιταλία βρίσκονται στην αντίθετη κατάσταση: Έχουν πρωτογενή ισοζύγια καλύτερα του ευρωπαϊκού μέσου όρου, αλλά επιβαρύνονται από πολύ υψηλότερο κόστος επιτοκίων (ως ποσοστό του ΑΕΠ), λόγω του μεγαλύτερου χρέους.
Σε αυτό το στάδιο, καμία οικονομία δεν βρίσκεται σε πολύ δύσκολη κατάσταση, επισημαίνει η ING. Οι οικονομικές επιδόσεις και τα επίπεδα ανταγωνιστικότητας κρατούν ενωμένη την ευρωζώνη αντί να λειτουργούν ως φυγόκεντρη δύναμη. Από την άλλη πλευρά, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι ορισμένες χώρες παρουσιάζουν ορισμένους κινδύνους όσον αφορά τα δημόσια οικονομικά.
Επομένως, είναι σημαντικό να συνεχιστεί η πορεία ανάκαμψης, τονίζει η ING, ενώ θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών στις πέντε χώρες που βρίσκονται στη ζώνη κινδύνου. Αυτό θα βοηθήσει να αποτραπεί το είδος της απόκλισης που παρατηρήθηκε κατά την τελευταία κρίση. Η εξέλιξη των επιτοκίων θα παίξει επίσης ρόλο στη διατήρηση της ευρωπαϊκής συνοχής, βεβαίως στην περίπτωση της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Ελλάδας. Είναι σημαντικό τα spread των ομολόγων να μην επιδεινώνουν ενδογενώς την κατάσταση αυξάνοντας το επιτοκιακό βάρος αυτών των χωρών.