Με τέσσερις νέες μελέτες κυκλοφόρησε το 55ο τεύχος του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος.
Πρόκειται για τις εξής μελέτες:
-Σοφία Ανυφαντάκη, Γιάννης Καλογήρου, Κωνσταντίνος Δελλής, Αικατερίνη Καραδημητροπούλου και Φίλιππος Πετρουλάκης: "Δεξιότητες, διοικητικές πρακτικές και υιοθέτηση νέων τεχνολογιών στις ελληνικές μεταποιητικές επιχειρήσεις"
-Χρίστος Κατηφόρης: "Πληθωρισμός μετά την πανδημία: καμπύλη Phillips, τάσεις, αίτια και διδάγματα"
-Νίκος Βεντούρης και Γεώργιος Παλαιοδήμος: "Προτάσεις για την αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ"
-Σοφία Ανυφαντάκη, Πέτρος Μηγιάκης και Κατερίνα Παϊσίου: "Πράσινη χρηματοδότηση στην Ευρώπη: ανάπτυξη και προκλήσεις"
Στο 55ο τεύχος περιλαμβάνονται επίσης περιλήψεις των "Δοκιμίων Εργασίας”, τα οποία δημοσίευσε (στην αγγλική γλώσσα) το Τμήμα Ειδικών Μελετών της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης και Μελετών της Τράπεζας στο διάστημα Ιανουαρίου-Ιουλίου 2022.
Σοφία Ανυφαντάκη, Γιάννης Καλογήρου, Κωνσταντίνος Δελλής, Αικατερίνη Καραδημητροπούλου και Φίλιππος Πετρουλάκης: "Δεξιότητες, διοικητικές πρακτικές και υιοθέτηση νέων τεχνολογιών στις ελληνικές μεταποιητικές επιχειρήσεις”
Η μελέτη εξετάζει τις δεξιότητες των εργαζομένων, τις διοικητικές πρακτικές (μάνατζμεντ) και το βαθμό υιοθέτησης νέων τεχνολογιών στις ελληνικές μεταποιητικές επιχειρήσεις. Οι παράγοντες αυτοί είναι σημαντικοί για το μετασχηματισμό της δομής της ελληνικής οικονομίας προς ένα βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο αγαθών και υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας και έντασης γνώσης, και συνεπώς για την επίτευξη ισχυρής αύξησης της παραγωγικότητας. Οι συγγραφείς παρέχουν κατ’ αρχάς μια ενδελεχή επισκόπηση των δεικτών δεξιοτήτων με σκοπό να προσδιορίσουν τις δυνατότητες σχεδιασμού στοχευμένων μέτρων πολιτικής, ιδιαίτερα για την αντιμετώπιση της αναντιστοιχίας δεξιοτήτων. Ένα αξιοσημείωτο αποτέλεσμα της μελέτης είναι ότι, με βάση μικροδεδομένα από το πρόσφατο Πρόγραμμα για τη Διεθνή Αποτίμηση των Ικανοτήτων των Ενηλίκων (Programme for the International Assessment of Adult Competencies – PIAAC) του ΟΟΣΑ για την επιστημονική καταγραφή και ανάλυση πληροφοριών σχετικά με τις δεξιότητες και ικανότητες του ενήλικου πληθυσμού, η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό απασχόλησης εργαζομένων με πλεονάζουσες δεξιότητες όσον αφορά τις θέσεις εργασίας που απαιτούν υψηλά προσόντα. Επίσης, επιβεβαιώνονται προηγούμενα ευρήματα σχετικά με την αρνητική συσχέτιση μεταξύ της αναντιστοιχίας δεξιοτήτων και της παραγωγικότητας της επιχείρησης. Δεύτερον, χρησιμοποιώντας δεδομένα σε επίπεδο επιχείρησης από την Παγκόσμια Έρευνα Μάνατζμεντ (World Management Survey), οι συγγραφείς παρέχουν μια επισκόπηση των διοικητικών πρακτικών στην ελληνική βιομηχανία και διερευνούν την ποιότητα αυτών των πρακτικών, καθώς και τη συσχέτισή τους με την παραγωγικότητα. Τέλος, αξιοποιούν τα αποτελέσματα από μια νέα έρευνα για την επιχειρηματικότητα, τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις κανονιστικές αλλαγές με σκοπό να εξετάσουν τα δομικά χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων που καινοτομούν και τείνουν να υιοθετούν τις νέες τεχνολογίες, δίνοντας έμφαση στο ρόλο του μεγέθους της επιχείρησης, της μορφής ιδιοκτησίας της, της συμμετοχής της στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας και των πρακτικών διαχείρισης ανθρώπινων πόρων. Τα εμπειρικά ευρήματα της μελέτης αποτελούν βάση για τη διατύπωση προτάσεων πολιτικής με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας στην ελληνική βιομηχανία.
Χρίστος Κατηφόρης: "Πληθωρισμός μετά την πανδημία: καμπύλη Phillips, τάσεις, αίτια και διδάγματα”
Μετά από πολλά έτη αρκετά χαμηλού πληθωρισμού, η παγκόσμια οικονομία το 2021 και το 2022 βρίσκεται αντιμέτωπη με μια απότομη και επίμονη άνοδο του πληθωρισμού σε επίπεδα που δεν έχουν παρατηρηθεί εδώ και δεκαετίες. Η μελέτη διερευνά τους κύριους παράγοντες που προκάλεσαν αυτή την άνοδο του πληθωρισμού τιμών καταναλωτή στις προηγμένες οικονομίες, καθώς και τις πιθανές διαφορές μεταξύ των επιμέρους οικονομιών. Αξιολογεί το σχετικό ρόλο της υπερβάλλουσας ζήτησης, η οποία προέκυψε με την επανεκκίνηση των οικονομιών μετά τα περιοριστικά μέτρα λόγω της πανδημίας, των διαταράξεων στις διεθνείς αλυσίδες αξίας και στην πλευρά της συνολικής προσφοράς, των υψηλότερων τιμών της ενέργειας, των επιδράσεων του αποτελέσματος βάσης και των πιέσεων στην αγορά εργασίας. Ο συγγραφέας διαπιστώνει ότι οι τιμές ωθήθηκαν προς τα άνω αρχικώς από την ταχεία ανάκαμψη της παγκόσμιας ζήτησης σε συνδυασμό με τα προβλήματα στις διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες. Ωστόσο τελικά, ιδίως μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, ως κύρια αιτία ανόδου του πληθωρισμού αναδείχθηκε το κόστος της ενέργειας. Οι διαφορές μεταξύ των οικονομιών ως προς τη συμβολή του πυρήνα του πληθωρισμού στο γενικό πληθωρισμό, και ειδικότερα εκείνες μεταξύ των ΗΠΑ και των λοιπών προηγμένων οικονομιών, αντανακλούν διαφορές στο παραγωγικό κενό και στη στενότητα στην αγορά εργασίας, παρότι γενικά δεν παρατηρήθηκαν πληθωριστικές πιέσεις από το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Δεδομένου ότι ο πληθωρισμός προβλέπεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα για μακρότερο χρονικό διάστημα έναντι των αρχικών προβλέψεων, οι νομισματικές αρχές αναμένεται ότι θα ξαναγίνουν πιο "συντηρητικές”, με στόχο τη διαφύλαξη της αξιοπιστίας τους. Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι, καθώς η οικονομική επιβράδυνση καθίσταται πλέον, έως ένα βαθμό, αναπόφευκτη, το βραχυχρόνιο κόστος μιας σταδιακής ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής επί του προϊόντος και της απασχόλησης ενδέχεται να είναι χαμηλότερο από το δυνητικό μακροπρόθεσμο κόστος μιας ενδεχομένως πιο δημοφιλούς παρατεταμένης διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής. Η πρόσδεση και σταθεροποίηση των πληθωριστικών προσδοκιών δεν επιτυγχάνεται άνευ κάποιου κόστους.
Νίκος Βεντούρης και Γεώργιος Παλαιοδήμος: "Προτάσεις για την αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ”
Η μελέτη συνεισφέρει στην τρέχουσα δημόσια συζήτηση σχετικά με τη μεταρρύθμιση του δημοσιονομικού πλαισίου της ΕΕ, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη δημοσιονομική βιωσιμότητα της Ελλάδος. Οι προτάσεις πολιτικής που διατυπώνονται για τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ βασίζονται σε διδάγματα από την εμπειρία του παρελθόντος, στα συμπεράσματα σχετικών μελετών και στους κινδύνους δημοσιονομικής βιωσιμότητας που αντιμετωπίζουν η Ελλάδα και άλλες χώρες με υψηλό χρέος στην ευρωζώνη. Για την ανάλυσή τους, οι συγγραφείς αξιοποιούν τη βάση δεδομένων παρακολούθησης της συμμόρφωσης με τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες (Compliance Tracker Dataset) του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμβουλίου, προκειμένου να αξιολογήσουν το βαθμό συμμόρφωσης επιλεγμένων χωρών με το υφιστάμενο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Επιπλέον, χρησιμοποιούν το μοντέλο βιωσιμότητας δημόσιου χρέους της Τράπεζας της Ελλάδος, με σκοπό τον εντοπισμό πιθανών δημοσιονομικών κινδύνων για την Ελλάδα σε μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα, λαμβάνοντας υπόψη εναλλακτικά σενάρια οικονομικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένου ενός σεναρίου εφαρμογής του κανόνα χρέους.
Τα κύρια ευρήματα της μελέτης υποδηλώνουν ότι το αναθεωρημένο δημοσιονομικό πλαίσιο είναι σκόπιμο να επικεντρωθεί στην ανάγκη ενίσχυσης της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους ως βασική προτεραιότητα, θέτοντας τη μείωση του χρέους ως μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο, με ένα λειτουργικό κανόνα δαπανών που να προωθεί την αντικυκλικότητα της δημοσιονομικής πολιτικής. Τα υφιστάμενα επίπεδα αναφοράς θα μπορούσαν να διατηρηθούν, αρκεί να συμπληρωθούν με τον απαιτούμενο βαθμό ευελιξίας στο ρυθμό μείωσης του χρέους για την αντιμετώπιση της ετερογένειας μεταξύ των χωρών και την αποφυγή αυτοαναιρούμενων επιδράσεων της δημοσιονομικής πολιτικής.
Στην περίπτωση της Ελλάδος, παρά τα ευνοϊκά χαρακτηριστικά του δημόσιου χρέους, η δημοσιονομική πολιτική βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα θα πρέπει να επικεντρωθεί στην επιτάχυνση της μείωσής του. Η έκθεση της δυναμικής του δημόσιου χρέους της Ελλάδος σε κινδύνους αγοράς και επιτοκίου αναμένεται να αυξηθεί σταδιακά, καθώς το χρέος του επίσημου τομέα θα αντικαθίσταται από χρέος που χρηματοδοτείται με όρους αγοράς, με αποτέλεσμα να αλλάζει η δομή του δημόσιου χρέους και να εντείνεται η ανάγκη δημιουργίας δημοσιονομικών αποθεμάτων προκειμένου να αυξηθεί η ανθεκτικότητά του σε μελλοντικές δυσμενείς μακροοικονομικές διαταραχές.
Σοφία Ανυφαντάκη, Πέτρος Μηγιάκης και Κατερίνα Παϊσίου: "Πράσινη χρηματοδότηση στην Ευρώπη: ανάπτυξη και προκλήσεις”
Η μελέτη διερευνά το ρόλο των χρηματοπιστωτικών αγορών στη διαδικασία μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και στην προώθηση δράσεων μετριασμού και προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, εστιάζοντας ιδιαίτερα στην περίπτωση της Ευρώπης. Οι διαρθρωτικές και τεχνολογικές αλλαγές που απαιτούνται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής προϋποθέτουν κατάλληλες χρηματοοικονομικές λύσεις, προκειμένου να αυξηθούν οι χρηματοοικονομικές ροές που στηρίζουν τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Από τη μελέτη προκύπτει ότι οι παγκόσμιες αγορές πράσινων ομολόγων έχουν αναπτυχθεί ραγδαία το τελευταίο διάστημα. Συγκεκριμένα, με βάση δεδομένα για την έκδοση και τον εκδότη του ομολόγου, οι συγγραφείς διαπιστώνουν ότι η δραστηριότητα της παγκόσμιας αγοράς για τη χρηματοδότηση έργων στο πλαίσιο έκδοσης πράσινων ομολόγων έχει επιταχυνθεί τα τελευταία χρόνια, με τα συνολικά ποσά των ομολόγων που εκδόθηκαν την περίοδο 2019-21 σχεδόν να τριπλασιάζονται σε σύγκριση με την περίοδο 2014-18. Επιπλέον, δείχνουν ότι οι ευρωπαϊκές αγορές και οι Ευρωπαίοι εκδότες ηγούνται αυτής της εξέλιξης, ενώ ο ιδιωτικός τομέας χρησιμοποιεί ολοένα περισσότερο τις αγορές πράσινων ομολόγων ως πηγή χρηματοδότησης. Ωστόσο, η χρηματοδότηση από τις αγορές πράσινων ομολόγων κατευθύνεται προς λίγους μόνο τομείς της οικονομίας, γεγονός που υπογραμμίζει την ανάγκη ανάληψης σχετικών πρωτοβουλιών πολιτικής. Επιπλέον, η προαναφερθείσα αύξηση της έκδοσης πράσινων ομολόγων σημειώθηκε σε μια περίοδο ευνοϊκών χρηματοπιστωτικών συνθηκών, γεγονός που ενισχύει περαιτέρω την ανάγκη για πρωτοβουλίες πολιτικής με στόχο την παροχή κινήτρων στους επενδυτές για πράσινη χρηματοδότηση στο παρόν ευμετάβλητο χρηματοπιστωτικό περιβάλλον.
Οι επενδυτικές στρατηγικές επικεντρώνονται πλέον και σε κριτήρια περιβαλλοντικά, κοινωνικά και διακυβέρνησης (ESG), έτσι ώστε οι επιχειρήσεις να επιδιώκουν να αναδείξουν την καλύτερη διαχείριση του κλιματικού κινδύνου από πλευράς τους, το βελτιωμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμά τους, αλλά και την ευρύτερη συνεισφορά τους στην κοινωνία. Η αύξηση της αξιοπιστίας, της συγκρισιμότητας και της διαφάνειας των αξιολογήσεων ESG των οργανισμών πιστοληπτικής αξιολόγησης είναι σημαντική για την ορθή λήψη επενδυτικών αποφάσεων και τη διαχείριση κινδύνων εκ μέρους των επιχειρήσεων, αλλά και εκ μέρους των κεντρικών τραπεζών, οι οποίες ολοένα περισσότερο ενσωματώνουν παραμέτρους της κλιματικής αλλαγής στις δραστηριότητές τους. Επιπλέον, η ανάπτυξη κοινών προτύπων και σημάτων βιωσιμότητας θα συμβάλει στη μείωση του κινδύνου χρήσης ψευδεπίγραφης οικολογικής ταυτότητας (greenwashing). Τέλος, η εφαρμογή ψηφιακών τεχνολογιών στην πράσινη χρηματοδότηση μπορεί να στηρίξει περαιτέρω τη βιώσιμη ανάπτυξη, μέσω της αύξησης των χρηματοδοτικών πόρων και της μείωσης του κόστους πράσινης μετάβασης.
Οι μελέτες που δημοσιεύονται στο Οικονομικό Δελτίο απηχούν, όπως πάντοτε, τις απόψεις των συγγραφέων και όχι κατ’ ανάγκην της Τράπεζας της Ελλάδος.
Το τεύχος του Οικονομικού Δελτίου είναι διαθέσιμο στην αγγλική γλώσσα και σε ηλεκτρονική μορφή στον παρακάτω σύνδεσμο: Πεντηκοστό πέμπτο τεύχος του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος