Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένετα να συνεχίσει την πολιτική αύξησης των επιτοκίων, η οποία ξεκίνησε τον Ιούλιο. Στη συνεδρίαση της ΕΚΤ την ερχόμενη Πέμπτη, τα επιτόκια προβλέπεται να αυξηθούν τουλάχιστον κατά μισή ποσοστιαία μονάδα, ενώ δεν αποκλείεται μία ακόμα μεγαλύτερη αύξηση, κατά τρία τέταρτα της ποσοστιαίας μονάδας.
Η πίεση στους κόλπους της για μεγάλη αύξηση των επιτοκίων ενισχύθηκε μετά τα στοιχεία της Eurostat που έδειξαν ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη σκαρφάλωσε στο 9,1% τον Αύγουστο από 8,9% τον Ιούλιο.
Μετά τις μειώσεις στις ροές ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη, η ΕΚΤ εκτιμά ότι ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να αυξάνεται τους επόμενους μήνες για να υποχωρήσει από τις αρχές του 2023 και για τον λόγο δημιουργείται μία τάση για ταχύτερη αύξηση των επιτοκίων. Παράλληλα, είναι πιθανό η ανοδική τροχιά των επιτοκίων να κορυφωθεί σε επίπεδο υψηλότερο από το 1,5% έως 2% που αναμενόταν έως πρόσφατα.
Τα μέλη του Δ.Σ. της ΕΚΤ εμφανίζονται διχασμένα για το ύψος της παρέμβασης, με τις πιο ισχυρές χώρες όπως η Γερμανία, ο πληθωρισμός στην οποία βρέθηκε τον Αύγουστο σε υψηλό 50 ετών, να ζητούν δυναμικές κινήσεις. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, η οποία κάλεσε σε δραστικές αποφάσεις, ακόμα και εάν αυτό βυθίσει τις οικονομίες στην ύφεση.
Την ίδια ώρα, καμπανάκι χτυπούν οι αποδόσεις των ιταλικών και ελληνικών ομολόγων, με το «φάντασμα» της αύξησης των spreads να αρχίζει να στοιχειώνει εκ νέου την Ευρώπη. Ο συναγερμός από την αρνητική εικόνα της αγοράς και το sell off στα ομόλογα έχει πατηθεί, υπό τη σκιά και των κερδοσκοπικών κινήσεων από την πλευρά των επενδυτών. Ειναι ενδεικτικό ότι σε συνεχή επίθεση από τις αγορές βρίσκεται το ιταλικό χρέος εξαιτίας της πολιτικής αβεβαιότητας και του ρευστού οικονομικού κλίματος που προκαλεί η ενεργειακή λαίλαπα.