Η Moodys επιβεβαίωσε την πιστοληπτική αξιολόγηση Βa3 για το ελληνικό αξιόχρεο, διατηρώντας τις σταθερές προοπτικές και διαψεύδοντας όσους ανέμεναν αναβάθμιση από τον οίκο, που διατηρεί την Ελλάδα τρεις βαθμίδες κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.
Να σημειωθεί ότι η Moody’s είχε εκδώσει την τελευταία αξιολόγηση για την Ελλάδα τον Νοέμβριο του 2020. Την είχε αναβαθμίσει σε Ba3 με σταθερό outlook δηλαδή τρεις βαθμίδες κάτω από την επενδυτική. Από την άλλη πλευρά η DBRS, που σήμερα διατήρησε την αξιολόγηση της χώρας, στις 18 Μαρτίου είχε αναβαθμίσει την Ελλάδα σε BB High γυρίζοντας παράλληλα το outlook σε σταθερό. Μας τοποθετεί μια βαθμίδα κάτω από την επενδυτική.
Η Fitch στις 8 Ιουλίου 2022 επιβεβαίωσε την βαθμολογία BB με θετικό outlook που είχε δώσει στις αρχές της χρονιάς, δυο βαθμίδες πριν την επενδυτική. Η S&P είχε αναβαθμίσει την Ελλάδα σε BB+ με σταθερό outlook στις 22 Απριλίου. Την τοποθετεί δηλαδή μια βαθμίδα πριν την επενδυτική.
Ρίσκο βαθιάς ύφεσης στην ευρωζώνη
Οπως αναφέρει ο οίκος, η απόφαση να επιβεβαιώσει το rating της Ελλάδας με σταθερές προοπτικές ισορροπεί μεταξύ των βελτιώσεων στα πιστωτικά θεμελιώδη της χώρας την τελευταία διετία, έναντι των επίμονων προκλήσεων που θέτει το ολοένα και πιο αντίξοο μακροοικονομικό περιβάλλον στην Ευρώπη.
Ειδικότερα, οι ελληνικές αρχές έχουν σημειώσει πρόοδο στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών, απελευθερώνοντας πόρους για δάνεια και στήριξη της οικονομίας. Επιπλέον, η ελληνική οικονομία έχει ανακάμψει γρήγορα από το οικονομικό σοκ της πανδημίας, ενώ οι προοπτικές για αύξηση των επενδύσεων είναι θετικές, δεδομένων των ευρωπαϊκών κεφαλαίων αλλά και των άμεσων ξένων επενδύσεων που αναμένεται να εισρεύσουν, στηρίζοντας την οικονομία.
Ωστόσο, υπάρχει μεγάλο ρίσκο βαθιάς ύφεσης στην ευρωζώνη, επίμονου πληθωρισμού, πιο παρατεταμένων διακοπών στις ενεργειακές προμήθειες, σφιχτότερης παγκόσμιας ρευστότητας και ενδεχόμενης απόσυρσης της στήριξης που παρέχει η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ.
Τυχόν επιβράδυνση στο momentum των μεταρρυθμίσεων σε τομείς όπως η δικαιοσύνη, η εκπαίδευση, το επιχειρηματικό περιβάλλον και οι αγορές εργασίας μετά τις επικείμενες εκλογές, θα επιβαρύνουν την οικονομία και θα επηρεάσουν την εκτίμηση της Moody's για την ισχύ των θεσμών στην Ελλάδα.
Επιπλέον, αν και η Moody's εκτιμά ότι η ισχυρή ανάπτυξη και τα μειούμενα πρωτογενή ελλείμματα θα οδηγήσουν το χρέους κάτω από το 180% του ΑΕΠ έως τα τέλη του 2022, η Ελλάδα θα έχει ακόμη ένα από τα μεγαλύτερα χρέη παγκοσμίως και η βιωσιμότητά του εξαρτάται από τη στήριξη των επίσημων πιστωτών. Ως αποτέλεσμα, οι όποιες μελλοντικέςε βελτιώσεις και η πλήρησ επιστροφή σε χρηματοδότηση από τις αγορές εξαρτώνται από τη διατήρηση συνετής δημοσιονομικής στάσης τα επόμενα χρόνια.
Οι τράπεζες και η ποιότητα ενεργητικού
Οι ελληνικές αρχές έχουν επιτελέσει πρόοδο στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε μονοψήφια ποσοστά, κάτι που επιτρέπει στις τράπεζες να στηρίξουν την οικονομία και σταδιακά να μειώσουν τα ρίσκα στον κρατικό ισολογισμό. Ο δείκτης NPEs για το τραπεζικό σύστημα διαμορφωνόταν στο 9,5% τον Ιούνιο, από 21,3% πριν από έναν χρόνο. Ωστόσο, είναι κατά πολύ ο υψηλότερος στην ευρωζώνη.
Η ομαλοποίηση αντανακλάται ήδη στην ισχυρότερη αύξηση των χορηγήσεων, κυρίως προς τις επιχειρήσεις. Η απόδοση του κλάδου καταναλωτικής πίστης παραμένει μέτρια. Την ίδια στιγμή, η ισχυρή αύξηση των καταθέσεων έχει οδηγήσει σε έναν από τον χαμηλότερο λόγο δανείων προς καταθέσεις στην ευρωζώνη, κάτι που στηρίζει τη ρευστότητα των τραπεζών.
Η κεφαλαιοποίηση παραμένει υψηλότερα των ελάχιστων απαιτήσεων, αλλά και μεταξύ των χαμηλότερων στην ευρωζώνη. Η Moody's εκτιμά ότι η ανάλωση κεφαλαίων λόγω τιτλοποιήσεων NPE θα είναι μικρή το 2022-3 καθώς οι περισσότερες συναλλαγές έχουν ήδη πραγματοποιηθεί και οι ελληνικές τράπεζες έχουν ήδη εγγράψει τις ζημιές τα προηγούμενα χρόνια.
Τα υψηλότερα επιτόκια και η ζήτηση για δάνεια ενισχύουν τις προοπτικές κερδοφορίας των τραπεζών. Ο οίκος αναμένει ότι οι τράπεζες θα αρχίσουν σταδιακά να καταβάλλουν συντηρητικά μερίσματα στους μετόχους καθώς επιστρέφουν σε κερδοφορία.
Η ισχυρή ανάπτυξη σκιάζεται από τον υψηλό πληθωρισμό και την επιβράδυνση
Η Ελλάδα έχει ανακάμψει ισχυρά από το σοκ της πανδημίας με αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ 8,4% σε ετήσια βάση το πρώτο εξάμηνο του 2022. Από το δεύτερο τρίμηνο, το πραγματικό ΑΕΠ ήταν 5% πάνω από το επίπεδό του για το τέταρτο τρίμηνο του 2019, πολύ υψηλότερο από το 1,8% για τη ζώνη του ευρώ και το 2,3% για την ΕΕ-27. Η Moody's προβλέπει αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 5,3% για φέτος, λόγω του πολύ ισχυρού τουρισμού, της εγχώριας κατανάλωσης και των επενδύσεων, αλλά και της βελτίωσης των εξαγωγών αγαθών.
Για το 2023, η Moody's προβλέπει απότομη επιβράδυνση της ανάπτυξης στο 1,8%, καθώς ο υψηλός πληθωρισμός θα αποδυναμώσει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και η αύξηση των επιτοκίων θα μπορούσε να επηρεάσει τις επενδύσεις. Ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 11,2% σε ετήσια βάση τον Αύγουστο, σημειώνοντας ελαφρά επιβράδυνση σε σύγκριση με τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, αλλά οι ρυθμοί δομικού πληθωρισμού συνεχίζουν να αυξάνονται, φτάνοντας το 4,2% τον Αύγουστο. Η Moody's προβλέπει μέσο πληθωρισμό κοντά στο 9% φέτος και περίπου 4% το 2023.
Τα επόμενα χρόνια, η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας θα υποστηριχθεί από επενδύσεις, τόσο μέσω κοινοτικών κεφαλαίων όσο και μέσω ιδιωτικών επενδύσεων. Στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης η Ελλάδα έχει πρόσβαση σε 30,5 δισ. ευρώ (17% του ονομαστικού ΑΕΠ του 2021) διαιρεμένο σε 12,7 δισ. δάνεια και £ 17,8 δισ. επιχορηγήσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι η Ελλάδα θα δει τα μεγαλύτερα οφέλη όσον αφορά την αύξηση της παραγωγής έως και 3,3% έως το 2026, βάζοντας τη χώρα στην κορυφή σε σύγκριση με άλλα κράτη μέλη της ΕΕ.
Οι εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ) βρίσκονται σε επίπεδα ρεκόρ, με αρκετά μεγάλα έργα να βρίσκονται σε εξέλιξη. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι καθαρές εισροές ΑΞΕ έφθασαν τα 5,1 δισ. (2,8% του ΑΕΠ) έναντι 2,9 δισ. (1,8% του ΑΕΠ) το 2020 και 4,5 δισ. (2,5%) το 2019. Για το πρώτο εξάμηνο του 2022, οι καθαρές εισροές ΑΞΕ έφθασαν τα 4,3 δισ. ευρώ αυξημένες κατά 60% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2021.
Μαζί με περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αυτό θα μπορούσε να ανυψώσει τη μακροπρόθεσμη δυνητική ανάπτυξη πάνω από το 1,2% που προβλέπεται για την περίοδο 2019-2070 στην Έκθεση για τη Γήρανση Πληθυσμού. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει ιδιαίτερα δυσμενή δημογραφικά στοιχεία, με το μερίδιο του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας στο σύνολο του πληθυσμού να προβλέπεται να συρρικνωθεί σχεδόν κατά εννέα ποσοστιαίες μονάδες έως το 2050. Μια επιβράδυνση της δυναμικής των μεταρρυθμίσεων σε τομείς όπως η δικαιοσύνη, η εκπαίδευση, το επιχειρηματικό περιβάλλον, οι αγορές εργασίας και το χρηματοπιστωτικό σύστημα μετά τις επόμενες εκλογές, που πιθανότατα θα διεξαχθούν στις αρχές του 2023, θα μπορούσε να επιβαρύνει την οικονομία και να επηρεάσει την εκτίμηση της Moody's για τη θεσμική δύναμη και τη διακυβέρνηση στην Ελλάδα.
Το χρέος
Η ισχυρή ονομαστική ανάπτυξη και η σταδιακή μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος οδήγησαν σε μείωση του δείκτη χρέους στο 193,3% του ΑΕΠ το 2021 από 206,3% το 2020. Η Moody's προβλέπει περαιτέρω πτώση κάτω από το 180% στα τέλη του τρέχοντος έτους. Ωστόσο, το δημόσιο χρέος παραμένει πολύ υψηλό και η βιωσιμότητα του εξαρτάται από την υποστήριξη των επίσημων πιστωτών, με μελλοντικές βελτιώσεις και πλήρη επιστροφή στις αγορές να εξαρτώνται από τη διατήρηση μιας συνετής δημοσιονομικής στάσης από τις αρχές τα επόμενα χρόνια.
Η τροχιά του δημόσιου χρέους της Ελλάδας είναι σχετικά ανθεκτική σε κραδασμούς, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Moody's. Η ασθενέστερη ανάπτυξη ή η βραδύτερη δημοσιονομική εξυγίανση είναι οι κύριοι κίνδυνοι για την προβλεπόμενη πορεία επιβάρυνσης του χρέους. Επιπλέον, οι ενδεχόμενες υποχρεώσεις που σχετίζονται με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι πολύ υψηλές, αλλά η Moody's βλέπει χαμηλή πιθανότητα αποκρυστάλλωσης στον ισολογισμό της κυβέρνησης στο βασικό του σενάριο.
Η ευνοϊκή δομή του χρέους της ελληνικής κυβέρνησης, που χαρακτηρίζεται από μακροπρόθεσμο μέσο όρο αποπληρωμής και υψηλό μερίδιο του δημόσιου χρέους να οφείλεται σε επίσημους πιστωτές με ευνοϊκούς όρους, προστατεύει σε μεγάλο βαθμό την Ελλάδα από την αύξηση των επιτοκίων και υποστηρίζει την διαχειρισιμότητα. Ένα μεγάλο ταμειακό απόθεμα κοντά στο 18% του ΑΕΠ μετριάζει περαιτέρω τους κινδύνους χρηματοδότησης.
Κατά την άποψη της Moody's, η κυβέρνηση παραμένει προσηλωμένη στους στόχους του πρωτογενούς ισοζυγίου της (έλλειμμα 2% του ΑΕΠ το 2022, πλεόνασμα περίπου 1% το 2023) που περιγράφονται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας. Η Moody's αναμένει μέσα πρωτογενή πλεονάσματα περίπου 1,5% του ΑΕΠ το 2023-25.
Ενεργειακές επιδοτήσεις που ξεκίνησαν ήδη στα τέλη του 2021 χρηματοδοτούνται σε μεγάλο βαθμό από τα έσοδα του συστήματος εμπορίας εκπομπών, αλλά το κόστος θα μπορούσε να αυξηθεί έως το 2023. Το σύνολο πρόσθετων μέτρων που ανακοινώθηκε πρόσφατα θα χρηματοδοτηθεί μέσω υψηλότερων εσόδων του προϋπολογισμού.
Η ισχυρή άνοδος των εσόδων αντανακλά την οικονομική ανάκαμψη, τον υψηλότερο πληθωρισμό και την αυξημένη αποδοτικότητα των εσόδων. Οι συνολικές δαπάνες ήταν περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ χαμηλότερες από ό,τι την ίδια περίοδο πέρυσι, καθώς τα μέτρα στήριξης της πανδημίας καταργήθηκαν σταδιακά και το ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού έδειξε έλλειμμα 4,1 δισ. ευρώ πολύ χαμηλότερο από τα 10,5 δισ. τους πρώτους οκτώ μήνες του 2021.