Όταν ένας οίκος αξιολόγησης και γενικά όταν κάποιος λέει καλά πράγματα για τη χώρα, σπεύδουν οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι να σχολιάσουν και να ευλογίσουν τις πολιτικές τους. Οταν όμως οι προσδοκίες δεν επιβεβαιώνονται, τότε όλοι εξαφανίζονται. Ευτυχώς που ορισμένοι φορείς έρχονται να εξηγήσουν γιατί δεν επιβεβαίωσαν τις προσδοκίες και δεν προχώρησαν σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας ή των προοπτικών της χώρας έτσι ώστε να κατανοήσουμε τα εμπόδια και να πρπσπαθήσουμε να τα ξεπεράσουμε με τις ανάλογες πολιτικές.
Έτσι, και ο οίκος Moody's που δεν αναβάθμισε ούτε τις προοπτικές της χώρας την περασμένη Παρασκευή ήρθε με νέο report να εξηγήσει τους λόγους.
Ο οίκος αναφέρει πως η Ελλάδα είναι αντιμέτωπη με σημαντικές πιστωτικές προκλήσεις, όπως η μείωση του πολύ υψηλού επιπέδου χρέους κάτι που εξαρτάται από μια συνετή δημοσιονομική στάση για τα επόμενα χρόνια. Επίσης, θα πρέπει να προχωρήσει η ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων στον τομέα της διακυβέρνησης, καθώς και η συνεχής εστίαση στη βελτίωση του τραπεζικού τομέα, τη στιγμή που το μακροοικονομικό περιβάλλον στην Ευρώπη θέτει ολοένα και μεγαλύτερες προκλήσεις. Η Moody's δεν παραβλέπει, αλλά υπογραμμίζει τον πολτικό κίνδυνο, σημειώνοντας ότι θα είναι δύσκολο να σχηματιστεί κυβέρνηση στις επερχόμενες εκλογές.
Από διαρθρωτικής άποψης, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικά εμπόδια για τη διαρκή ισχυρή ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένων των διαρθρωτικά χαμηλών ποσοστών αποταμίευσης και επενδύσεων. Η σημερινή κυβέρνηση έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει ορισμένες από τις προκλήσεις, ιδίως εκείνες που συνδέονται με τις χαμηλές επενδύσεις, μειώνοντας τους αυξημένους φορολογικούς συντελεστές, χαλαρώνοντας τους επιχειρηματικούς κανονισμούς, βελτιώνοντας το πλαίσιο αδειοδότησης επενδύσεων και προωθώντας τις ιδιωτικοποιήσεις. Η αποτελεσματική απορρόφηση των κονδυλίων ανάκαμψης της ΕΕ θα είναι επίσης κρίσιμη για την ενίσχυση των επενδύσεων και τη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη, επισημαίνει ο οίκος.
Η Ελλάδα αντιμετωπίζει επίσης ένα εξαιρετικά δυσμενές δημογραφικό προφίλ, το οποίο επιδεινώθηκε από τη μετανάστευση μεγάλου ποσοστού νέων και καλά μορφωμένων κατά τα χρόνια της κρίσης. Το μερίδιο του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας στο σύνολο του πληθυσμού θα συρρικνωθεί σχεδόν κατά εννέα ποσοστιαίες μονάδες έως το 2050, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Eurostat. Αυτός είναι ο βασικός λόγος πίσω από τη συγκριτικά αδύναμη μακροπρόθεσμη δυνητική ανάπτυξη, την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προβλέψει σε 1,2% για την περίοδο 2019 έως 2070.
Παράλληλα, όπως επισημαίνει η Moody’s, το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία 10 χρόνια, ωστόσο παραμένει ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, ιδίως για τους νέους και τις γυναίκες. Η εισοδηματική ανισότητα είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ και, παρά τις βελτιώσεις από το 2015, το ποσοστό των ατόμων τα οποία κινδυνεύουν από τη φτώχεια είναι συγκριτικά υψηλό.
Σε ότι αφορά το χρέος, παρά την προβλεπόμενη μείωσή του, η Ελλάδα θα εξακολουθεί να έχει ένα από τα υψηλότερα χρέη παγκοσμίως τα επόμενα 3-5 χρόνια και η βιωσιμότητα του χρέους της εξαρτάται από τη στήριξη από τους επίσημους πιστωτές. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει πολύ υψηλές υποχρεώσεις, κυρίως από φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Για τον τραπεζικό τομέα σημειώνει ότι παρά τις σημαντικές βελτιώσεις, συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από συγκριτικά αδύναμη ποιότητα ενεργητικού, χαμηλή κερδοφορία και μεγάλο μερίδιο κεφαλαίων χαμηλότερης ποιότητας με τη μορφή αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων. Μαζί με το σχετικά μεγάλο τους μέγεθος, δημιουργούν μια μεγάλη πιθανή υποχρέωση που θα μπορούσε να αντικατοπτριστεί στον ισολογισμό της κυβέρνησης.¨όταν σε αυτόν συμπεριλαμβάνονται ο πολιτικός κίνδυνος, ο κίνδυνος ρευστότητας και η ευαισθησία σε εξωτερικά σοκ.
Πολιτικός κίνδυνος αυξάνεται
Η βαθμολογία κινδύνου πολιτικών γεγονότων αντικατοπτρίζει μια πιο σταθερή εσωτερική πολιτική κατάσταση μετά τις γενικές εκλογές του Ιουλίου 2019. Για πρώτη φορά από το 2009, ένα μόνο κόμμα - η Νέα Δημοκρατία - έλαβε την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών στο κοινοβούλιο. Η βαθμολογία παραμένει υψηλότερη από ό,τι σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, για να αντικατοπτρίζει την ανάγκη των επόμενων κυβερνήσεων να ακολουθήσουν συνετές δημοσιονομικές πολιτικές και να εφαρμόσουν περαιτέρω θεσμικές και διαρθρωτικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις, όπως συμφωνήθηκε με τους πιστωτές, σε ένα περιβάλλον ακόμη αδύναμης, αλλά βελτιωμένης θεσμικής ικανότητας.
"Ο σχηματισμός κυβέρνησης μετά τις επόμενες εκλογές - που πιθανότατα θα διεξαχθούν σε δύο γύρους γύρω στον Απρίλιο/Μάιο του 2023 - θα είναι δύσκολος, αν κρίνουμε από τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις, γεγονός που ενέχει τον κίνδυνο επιβράδυνσης της μεταρρυθμιστικής δυναμικής", επισημαίνει ο οίκος.
Σε ό,τι αφορά την ευαισθησία της Ελλάδας σε εξωτερικούς κινδύνους, βαθμολογείται επίσης με "a". Πριν από την πανδημία, η Ελλάδα κατάφερε να μειώσει σημαντικά το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, από περίπου 15% του ΑΕΠ στην κορύφωσή του το 2008 σε έλλειμμα μόλις 1,5% του ΑΕΠ το 2019. Ωστόσο, το σοκ που προκλήθηκε από τον κορονοϊό οδήγησε σε μια απότομη διεύρυνση (πάνω από 6% του ΑΕΠ το 2020) και οι υψηλές τιμές ενέργειας θα διατηρήσουν το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σε έλλειμμα τα επόμενα χρόνια, παρά τη βελτίωση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών.