Συνεχίζει την επιθετική οικονομική πολιτική η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, η οποία ανακοίνωσε την τρίτη διαδοχική αύξηση επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, που βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο εδώ και 40 χρόνια. Η επιθετική πολιτική θα συνεχισθεί και τους επόμενους μήνες, με τα μέλη της αρμόδιας επιτροπής ανοικτής αγοράς της Fed να προβλέπουν ότι το βασικό επιτόκιο θα φθάσει στο 4,4% στα τέλη του 2022 κα στο 4,6% το 2023, για να μειωθεί στο 3,9% το 2024.
Στην προσπάθειά της να μειώσει τον πληθωρισμό κοντά στα υψηλότερα επίπεδα από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, η κεντρική τράπεζα ανέβασε το επιτόκιο των ομοσπονδιακών κεφαλαίων της στο 3%-3,25%, το υψηλότερο από τις αρχές του 2008 μετά την τρίτη συνεχόμενη αύξηση κατά 0,75%
Οι αυξήσεις που ξεκίνησαν τον Μάρτιο και από το σημείο σχεδόν μηδέν σηματοδοτούν την πιο επιθετική σύσφιξη της Fed από τότε που άρχισε να χρησιμοποιεί το επιτόκιο κεφαλαίων μίας ημέρας ως κύριο εργαλείο πολιτικής της το 1990. Η μόνη σύγκριση ήταν το 1994, όταν η Fed αύξησε συνολικά 2,25 ποσοστιαίες μονάδες. θα αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια τον Ιούλιο του επόμενου έτους. Ο πρόεδρος της Fed Τζερόμ Πάουελ και οι συνάδελφοί του υπογράμμισαν τις τελευταίες εβδομάδες ότι είναι απίθανη μια μείωση των επιτοκίων το επόμενο έτος.
Τα μέλη της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτής Αγοράς αναφέρουν ότι αναμένουν ότι οι αυξήσεις των επιτοκίων θα έχουν συνέπειες. Το επιτόκιο των κεφαλαίων αντιμετωπίζει τα επιτόκια που χρεώνουν οι τράπεζες η μία στην άλλη για δανεισμό μίας ημέρας, αλλά διοχετεύεται σε πολλά χρεόγραφα με ρυθμιζόμενο επιτόκιο από τους καταναλωτές, όπως δάνεια μετοχικού κεφαλαίου, πιστωτικές κάρτες και αυτόματη χρηματοδότηση.
Στην ανακοίνωση που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η FOMC σηματοδοτεί τη συνέχιση των επιθετικών αυξήσεων, καταδεικνύοντας την αποφασιστικότητά της να επαναφέρει τον πληθωρισμό κοντά στον στόχο του 2%.
Οι τριμηνιαίες οικονομικές προβλέψεις της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ, εν τω μεταξύ, έδειξαν ότι η οικονομία επιβραδύνεται το 2022, με την ανάπτυξη να "σέρνεται” στο κλείσιμο του έτους στο 0,2%, πριν ανακάμψει στο 1,2% το 2023, πολύ χαμηλότερα όμως των δυνατοτήτων της οικονομίας. Το δε ποσοστό ανεργίας προβλέπεται να ανέβει στο 3,8% φέτος και στο 4,4% το 2023.
Όσο για τον πληθωρισμό, φαίνεται να επιστρέφει αργά κοντά στον στόχο του 2% που έχει θέσει η Fed το 2025. Ως εκ τούτου, δεν προβλέπονται μειώσεις των επιτοκίων τουλάχιστον πριν το 2024.
Μαζί με τις αυξήσεις των επιτοκίων, η Fed μείωσε το ποσό των ομολόγων που έχει συσσωρεύσει όλα αυτά τα χρόνια. Ο Σεπτέμβριος σηματοδότησε την αρχή μιας πλήρους «ποσοτικής σύσφιξης», όπως είναι γνωστό στις αγορές, με έσοδα έως και 95 δισεκατομμυρίων δολαρίων το μήνα από τα ομόλογα που λήγουν να επιτρέπονται από τον ισολογισμό 8,9 τρισεκατομμυρίων δολαρίων της Fed.
Τη δέσμευση της Federal Reserve να συνεχίσει τις αυξήσεις των επιτοκίων μέχρι να επιστρέψει ο πληθωρισμός κοντά στον στόχο του 2% και να χρησιμοποιήσει όλα τα εργαλεία που έχει στη διάθεσή της, διατηρώντας παράλληλα σταθερές τις μακροπρόθεσμες προσδοκίες, επανέλαβε ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, Τζερόμ Πάουελ.
Ο επικεφαλής της Fed τόνισε, ωστόσο ότι αυτό μπορεί να απαιτήσει μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ό,τι αναμενόταν και να πλήξει την αγορά εργασίας. "Η μείωση του πληθωρισμού είναι πιθανό να απαιτήσει μια διαρκή περίοδο ανάπτυξης με ρυθμό κατώτερο της τάσης. Και, πολύ πιθανόν [αυτό σημαίνει] κάποια άμβλυνση των συνθηκών στην αγορά εργασίας", τόνισε ο Πάουελ κατά τη διάρκεία της συνέντευξης Τύπου που ακολούθησε παραδοσιακά την απόφαση της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτής Αγοράς (FOMC) για τα επιτόκια.
Συμπλήρωσε ότι ο πληθωρισμός δεν έχει υποχωρήσει μέχρι τώρα τόσο όσο περίμενε η Fed. "Προσδοκούσαμε ότι θα αρχίσουμε να βλέπουμε τον πληθωρισμό να μειώνεται, κυρίως λόγω της επούλωσης σε επίπεδο προσφοράς", είπε. "Αλλά δεν έχει γίνει. Έχουμε δει κάποια επούλωση, αλλά ο πληθωρισμός δεν έχει στην πραγματικότητα μειωθεί". Ανέφερε ότι ο προτειμώμενος δείκτης πληθωρισμού της Fed, οι τιμές προσωπικών καταναλωτικών δαπανών, "σε τριμηνιαία, εξαμηνιαία και ετήσια βάση" είναι τώρα στο 4,8%, 4,5% και 4,8% αντίστοιχα.
"Αυτή είναι μια πολύ καλή εικόνα του πού βρισκόμαστε με τον πληθωρισμό και δεν είναι εκεί που θέλαμε", πρόσθεσε ο Πάουελ. "Πρέπει να συνεχίσουμε, και κάναμε σήμερα άλλη μια μεγάλη αύξηση καθώς πλησιάζουμε στο επίπεδο που πιστεύουμε ότι πρέπει να φτάσουμε. Ακόμα ανακαλύπτουμε ποιο είναι αυτό το επίπεδο".
Ο επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας έσπευσε, μάλιστα, να κατευνάσει τις προσδοκίες για επιστροφή κάποια στιγμή σε ορατό ορίζοντα σε καθεστώς αποκλιμάκωσης των επιτοκίων, προειδοποιώντας για τους κινδύνους που ενέχει η πρόωρη μείωσή τους και σημειώνοντας ότι "κάποια στιγμή” θα έρθει η ώρα και γι’ αυτό.
Πρόσθεσε ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα ήξερε εξαρχής ότι μπορεί να είναι δύσκολο να επιτύχει την "ήπια προσγείωση" της οικονομίας, εν μέσω της επιθετικής αύξησης των επιτοκίων στην προσπάθειά της να "δαμάσει" τον πληθωρισμό.
Ωστόσο, τόνισε ότι "κανείς δεν ξέρει εάν αυτή η διαδικασία θα οδηγήσει σε ύφεση και αν ναι πόσο βαθιά θα είναι αυτή". Όπως είπε, αυτό θα εξαρτηθεί από το πόσο γρήγορα θα μειωθούν οι πληθωριστικές πιέσεις στους μισθούς και στις τιμές, από το εάν οι προσδοκίες θα παραμείνουν σταθερές και από το εάν θα υπάρξει αύξηση της προσφοράς εργασίας.
Σημείωσε, πάντως, ότι οι πιθανότητες για μια ήπια προσγείωση της οικονομίας θα περιοριστούν εάν η νομισματική πολιτική πρέπει να γίνει ακόμη πιο περιοριστική ώστε να επιτευχθεί ο στόχος του 2% που έχει θέσει η Fed, συμπληρώνοντας μάλσιτα ότι η διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα μακροπρόθεσμα θα προκαλούσε "μεγαλύτερο πόνο".