Η επιβράδυνση του ρυθμού ενίσχυσης της απασχόλησης που καταγράφουν τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής τον Αύγουστο αναμένεται να συνεχιστεί τους υπόλοιπους μήνες του έτους αλλά και το 2023, τονίζει στην εβδομαδιαία ανάλυσή της "7 Ημέρες Οικονομία” η Eurobank.
Όπως σημειώνει Τους επόμενους μήνες του τρέχοντος έτους και κυρίως το 2023, σύμφωνα με τη Eurobank, ο ρυθμός αύξησης της απασχόλησης αναμένεται να επιβραδυνθεί καθότι θα έχει εξαλειφθεί πλήρως η ευνοϊκή επίδραση βάσης του 2021, θα έχει μειωθεί η ένταση της μεταπανδημικής ζήτησης και πιθανότατα θα έχουν εμφανιστεί οι επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει η Eurobank, σύμφωνα με την έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ για τον μήνα Αύγουστο 2022, το εποχικά προσαρμοσμένο ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα παρέμεινε σταθερό σε μηνιαία βάση στο 12,2% του εργατικού δυναμικού, ωστόσο σε ετήσια βάση υποχώρησε κατά 1,5 ποσοστιαίες μονάδες από 2,1 ποσοστιαίες μονάδες τον Ιούλιο 2022.
Στο 8μηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2022, το μέσο ποσοστό ανεργίας συρρικνώθηκε στο 12,7% από 15,7% το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι. Η Ελλάδα έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας μετά την Ισπανία στην Ευρωζώνη. Μαζί με τον υψηλό πληθωρισμό (11,2% τον Αύγουστο 2022 σύμφωνα με την τελευταία παρατήρηση της ΕΛΣΤΑΤ και 12,1% τον Σεπτέμβριο 2022 σύμφωνα με τις προκαταρτικές εκτιμήσεις της Eurostat) συνιστούν παράγοντες που επιδρούν αρνητικά στο επίπεδο και στην αγοραστική δύναμη του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.
Η απασχόληση, ένας εκ των τριών βασικών συντελεστών μεγέθυνσης μιας οικονομίας μαζί με το κεφάλαιο και την παραγωγικότητα, ανήλθε στα 4.105,4 χιλιάδες άτομα τον Αύγουστο 2022, επίπεδο παρόμοιο με εκείνο του Απριλίου 2011, σημειώνοντας ετήσια αύξηση 1,2% ή 46,8 χιλιάδες άτομα από 3,1% ή 123,3 χιλιάδες άτομα τον Ιούλιο 2022.
Στο 8μηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2022, λόγω της θετικής επίδρασης βάσης των πρώτων μηνών του προηγούμενου έτους και της ανάκαμψης της οικονομίας, η μέση ετήσια ενίσχυση της απασχόλησης διαμορφώθηκε στο 7,1% ή στα 267,0 χιλιάδες άτομα. Την ίδια περίοδο, η μέση ετήσια μείωση της ανεργίας ήταν 15,8% ή 113,7 χιλιάδες άτομα. Ως εκ τούτου, το εργατικό δυναμικό αυξήθηκε κατά μέσο όρο 3,4% ή 153,3 χιλιάδες άτομα, ενώ ο μη ενεργός πληθυσμός μειώθηκε κατά μέσο όρο 5,5% ή 185,2 χιλιάδες άτομα.
Τέλος, ο πληθυσμός της ηλικιακής ομάδας 15-74 ετών συνέχισε να συρρικνώνεται με έναν μέσο ετήσιο ρυθμό 0,4% ή 31,9 χιλιάδες άτομα στο 8μηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2022.
Βάσει των παραπάνω αποτελεσμάτων, όπως τονίζει η Eurobank, τα συμπεράσματα που εξάγονται για την αγορά εργασίας στην Ελλάδα στο 8μηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2022 έχουν ως ακολούθως:
1. Με αφετηρία τον Μάιο 2021, το σταδιακό άνοιγμα των κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων είχε ως αποτέλεσμα την επιστροφή στο εργατικό δυναμικό πολλών δεκάδων χιλιάδων ατόμων που είχαν οδηγηθεί εκτός, ήτοι στον μη ενεργό πληθυσμό, λόγω των περιοριστικών μέτρων κατά της πανδημίας.
2. Τα άτομα που επέστρεψαν στο εργατικό δυναμικό, επέστρεψαν ως απασχολούμενοι και όχι ως άνεργοι. Σε αυτό συνετέλεσαν με άμεσο και έμμεσο τρόπο τα εκτεταμένα μέτρα στήριξης των ασκούντων την οικονομική πολιτική. Η αύξηση της απασχόλησης αφορούσε τους κλάδους που υπέστησαν τις μεγαλύτερες απώλειες κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Βάσει της τριμηνιαίας έρευνας εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, η ενίσχυση του αριθμού των απασχολουμένων το 1ο εξάμηνο 2022 σε σύγκριση με το 1ο εξάμηνο 2021 προήλθε κατά 77,5% από τον τριτογενή τομέα, με την κατηγορία των δραστηριοτήτων υπηρεσιών παροχής καταλύματος και εστίασης να έχει τη μερίδα του λέοντος.
3. Σε όρους εθνικολογιστικής μεγέθυνσης, ήτοι της μεθόδου βάσει της οποίας ο ρυθμός μεγέθυνσης μιας οικονομίας κατανέμεται στους επί μέρους παραγωγικούς συντελεστές και τη συνολική παραγωγικότητα, η απασχόληση στον τομέα των υπηρεσιών αναμένεται να έχει την υψηλότερη συνεισφορά στην αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας το 2022.
4. Το μέσο ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, ήτοι ο λόγος του εργατικού δυναμικού προς τον πληθυσμό, αυξήθηκε στο 60,1% το 8μηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2022 από 57,9% το 8μηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2021 και 56,5% το 8μηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2020. Το εν λόγω μέγεθος είναι ελαφρώς υψηλότερο από τον μακροχρόνιο μέσο όρο προ πανδημίας (59,1%) και η περαιτέρω ενίσχυσή του δύναται να αντισταθμίσει σε έναν βαθμό, τουλάχιστον για κάποια χρόνια, την αρνητική επίδραση του δημογραφικού προβλήματος στην απασχόληση.
Τους επόμενους μήνες του τρέχοντος έτους και κυρίως το 2023, σύμφωνα με τη Eurobank, ο ρυθμός αύξησης της απασχόλησης αναμένεται να επιβραδυνθεί καθότι θα έχει εξαλειφθεί πλήρως η ευνοϊκή επίδραση βάσης του 2021, θα έχει μειωθεί η ένταση της μεταπανδημικής ζήτησης και πιθανότατα θα έχουν εμφανιστεί οι επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης (ο δείκτης PMI μεταποίησης τον Σεπτέμβριο 2022 ήταν κάτω του ορίου των 50 μονάδων, έστω και οριακά, για τρίτο μήνα στη σειρά υποδηλώντας χειροτέρευση των λειτουργικών συνθηκών στον τομέα της μεταποίησης). Η αύξηση του κόστους παραγωγής λόγω των υψηλών τιμών της ενέργειας αποτελεί παράγοντα μείωσης της ζήτησης εργασίας εκ μέρους των επιχειρήσεων.
Τέλος, η αναμενόμενη επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της απασχόλησης θα οδηγήσει σε ταυτόχρονη μείωση του ρυθμού συρρίκνωσης του ποσοστού ανεργίας. Αυτό το σενάριο αποτυπώνεται στη μέση εκτίμηση της αγοράς (πηγή: Focus Economics, τεύχος Οκτωβρίου 2022) σύμφωνα με την οποία το μέσο ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα εκτιμάται στο 12,7% το 2022 και στο 12,2% το 2023.