Με κέρδη, αλλά μακριά από τα υψηλά ημέρας, ολοκλήρωσαν τη συνεδρίαση της Παρασκευής τα κυριότερα ευρωπαϊκα χρηματιστήρια, ακολουθώντας τον βηματισμό της Wall που πάτησε φρένο μετά το χθεσινό ράλι και μετά τα αρχικά κέρδη σταδιακά υποχώρησε στο "κόκκινο".
Έτσι, από τα ενδοσυνεδριακά υψηλά άνω του 2%, ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 έκλεισε στο +0,56% και στις 391,31 μονάδες, με τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας να προσθέτουν 2% και να ηγούνται των κερδών, ενώ με αρνητικό πρόσημο ολοκλήρωσε την ημέρα ο κλάδος πετρελαίου και φυσικού αερίου. Παρά τα σημερινά κέρδη, ο δείκτης δεν κατάφερε να σβήσει τις απώλειες στην εβδομάδα.
Στα επιμέρους ταμπλό, ο γερμανικός DAX κέρδισε 0,67% στις 12,437,81 μονάδες, ο γαλλικός CAC 40 πρόσθεσε 0,9% στις 5.931,92 μονάδες, ενώ ο βρετανικός FTSE 100 σημείωσε μικρά κέρδη της τάξης του 0,12% στις 6.858,79 μονάδες.
Στην περιφέρεια, ο ιταλικός FTSE MIB κέρδισε 0,7% στις 20.930,81 μονάδες, ενώ ο ισπανικός IBEX 35 ενισχύθηκε σε ποσοστό 0,46% στις 7.382,50 μονάδες.
Στις επιμέρους μετοχές, η Temenos κατρακύλησε κατά 19%, αφού ο ελβετικός όμιλος τραπεζικού λογισμικού μείωσε τις προβλέψεις του για το 2022.
Η UPM-Kymmene πρόσθεσε 5,7% αφού ο φινλανδικός δασοκομικός όμιλος ανακοίνωσε καλύτερα του αναμενόμενου αποτελέσματα για το γ' τρίμηνο και αναμένει ότι τα προσαρμοσμένα EBIT για το 2022 θα είναι καλύτερα σε σχέση με το 2021.
Την επενδυτική προσοχή συγκέντρωσαν σήμερα και οι δηλώσεις του Ρώσου προέδρου Βλαντιμιρ Πούτιν ότι δεν υπάρχει η ανάγκη για μαζικά χτυπήματα στην Ουκρανία και ότι η Ρωσία δεν θέλει να καταστρέψει τη χώρα. Ο Ρώσος πρόεδρος ανακοίνωσε παράλληλα ότι η μερική επιστράτευση ολοκληρώνεται και δεν πρόκειται να ακολουθήσει και νέα.
Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρέθηκαν και οι πολιτικές εξελίξεις στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά την παραίτηση του υπουργού Οικονομικών Κ. Κουαρτένγκ, ενώ λίγο πριν τις 4 μ.μ. (ώρα Ελλάδος), το πρωθυπουργικό γραφείο ανακοίνωσε ότι ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της χώρας, Τζέρεμι Χαντ θα είναι ο διάδοχός του στο βρετανικό ΥΠΟΙΚ.
Παράλληλα, η Λιζ Τρας ανακοίνωσε ότι εγκαταλείπει το σχέδιό της να μην αυξήσει τον φορολογικό συντελεστή των επιχειρήσεων, σε μια νέα στροφή 180 μοιρών σε ό,τι αφορά το πακέτο οικονομικών μέτρων της κυβέρνησης, προκειμένου να "καθησυχάσει τις αγορές".
Την Παρασκευή, η Τράπεζα της Αγγλίας αγόρασε ομόλογα ύψους 1,32 δισ. στερλινών, στην τελευταία δημοπρασία του προγράμματος έκτακτης αγοράς ομολόγων που εφάρμοσε.
Η μάχη των κεντρικών τραπεζών με τον πληθωρισμό αναμένεται πάντως να συνεχίσει να μονοπωλεί το επενδυτικό ενδιαφέρον καθώς τα στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας δείχνουν ότι οι ανοδικές πιέσεις επιμένουν και πλέον διαχέονται σε περισσότερους κλάδους της οικονομίας.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ και άλλα μέλη του Δ.Σ. της κεντρικής τράπεζας, ξεκαθάρισαν εξάλλου σήμερα ότι βασική προτεραιότητα της τράπεζας παραμένει να τεθεί υπό έλεγχο ο πληθωρισμός.
Μιλώντας στη συνεδρίαση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ουάσινγκτον η Λαγκάρντ δήλωσε σήμερα ότι το Δ.Σ. αναμένει να αυξήσει τα επιτόκια περαιτέρω στις επόμενες συνεδριάσεις του.
"Οι πιέσεις των τιμών εξαπλώνονται σε όλο και περισσότερους τομείς, ιδιαίτερα λόγω των επιπτώσεων του υψηλού ενεργειακού κόστους και των σημείων συμφόρησης στην εφοδιαστική αλυσίδα, αλλά επίσης εξαιτίας της ανάκαμψης της ζήτησης στον τομέα των υπηρεσιών", ανέφερε.
Από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λούις ντε Γκίντος τόνισε σήμερα ότι "οι φορείς της αγοράς θα πρέπει να έχουν εμπιστοσύνη στην αξιοπιστία της κεντρικής τράπεζας. Θα κάνουμε ότι είναι απαραίτητο για να φέρουμε τον πληθωρισμό πίσω στον στόχο του 2%, σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο".
Ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Σλοβακίας και μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ, Πήτερ Καζίμιρ δήλωσε εξάλλου ότι η κεντρική τράπεζα χρειάζεται να αυξήσει τα επιτόκια της στη λεγόμενη περιοριστική περιοχή προκειμένου να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό, ενώ ο κεντρικός τραπεζίτης της Σλοβενίας και μέλος της ΕΚΤ, Μπόστιαν Βάσλε σημείωσε ότι η τράπεζα πρέπει να αυξήσει τα επιτόκιά της κατά 75 μονάδες βάσης στις δύο εναπομείνασες συνεδριάσεις της για φέτος και στη συνέχεια να εξετάσει τη συρρίκνωση του ισολογισμού της το 2023.