Μεγάλη επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης αναμένεται το 2023 στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική (1,4%), προέβλεψε υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών, αναθεωρώντας ταυτόχρονα προς το καλύτερο την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη το 2022 (3,2%, από 2,7% τον Αύγουστο).
Καθώς «ο πόλεμος ανάμεσα στη Ρωσία και την Ουκρανία επηρεάζει αρνητικά την παγκόσμια ανάπτυξη», οι χώρες της Λατινικής Αμερικής θα συνεχίσουν το 2023 να «αντιμετωπίζουν δυσμενές διεθνές πλαίσιο, με προβλέψεις για επιβράδυνση της ανάπτυξης και του παγκόσμιου εμπορίου, άνοδο των επιτοκίων και μείωση της ρευστότητας», κατά τις νεότερες εκτιμήσεις της Οικονομικής Επιτροπής για τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική (ECLAC) του ΟΗΕ.
Σε εσωτερικό επίπεδο, οι χώρες της περιοχής θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν περίπλοκο περιβάλλον ως προς τις δημοσιονομικές και νομισματικές πολιτικές τους, επισήμανε η Επιτροπή αυτή των Ηνωμένων Εθνών, με έδρα το Σαντιάγο, την πρωτεύουσα της Χιλής.
«Μολονότι προβλέπεται εντός 2023 το τέλος» της αύξησης των κατευθυντήριων επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών για να τιθασευτεί ο πληθωρισμός, «οι συνέπειες της περιοριστικής πολιτικής στην ιδιωτική κατανάλωση και στις επενδύσεις θα παραμείνουν παρούσες όλη χρονιά», προέβλεψε ακόμη η ECLAC.
«Τα επίπεδα του δημόσιου χρέους θα παραμείνουν υψηλά σε πολλές χώρες», προειδοποιεί η Επιτροπή, εκτιμώντας ότι θα «χρειαστούν» μέτρα «για να ενισχυθεί η δημοσιονομική βιωσιμότητα».
Όλες οι υποπεριοχές αναμένεται να γνωρίσουν επιβράδυνση της ανάπτυξης την επόμενη χρονιά. Η νότια Αμερική θα τη δει να μειώνεται στο 1,2% το 2023 (από 3,4% φέτος), η κεντρική Αμερική και το Μεξικό στο 1,7% (από 2,5%), η Καραϊβική (πλην Γουιάνας) στο 3,1% (από 4,3%).
Η Νότια Αμερική θα τρωθεί επίσης από την «πτώση των τιμών των πρώτων υλών» και τη «μείωση του δυναμισμού της Κίνας», μεγάλης αγοράς για τις εξαγωγές ιδίως της Χιλής, της Βραζιλίας, του Περού, της Ουρουγουάης.
Για τις οικονομίες της κεντρικής Αμερικής και του Μεξικού, «ο χαμηλός δυναμισμός των ΗΠΑ, που είναι ο βασικός εμπορικός εταίρος τους και η κυριότερη πηγή εμβασμάτων (σ.σ. μεταναστών), θεωρείται πως θα πλήξει τόσο το εξωτερικό εμπόριο όσο και την ιδιωτική κατανάλωση».
Στις οικονομίες της Καραϊβικής, «ο πληθωρισμός έπληξε όχι μόνο το πραγματικό εισόδημα, και άρα την κατανάλωση, αλλά επίσης τα κόστη παραγωγής, με αρνητική επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών και στα έσοδα από τον τουρισμό», πρόσθεσε η Επιτροπή.