Μια πιο ευέλικτη πορεία μείωσης του χρέους κάθε κράτους-μέλους, με βάση τα ειδικά χαρακτηριστικά της οικονομίας, με μεσοπρόθεσμους στόχους που θα υποστηρίζονται από μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, η παραβίαση των οποίων θα επιφέρει οικονομικές κυρώσεις, προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως κεντρική αλλαγή του υφιστάμενου Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Ειδικότερα, στην πρόταση, που παρουσίασαν ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής κ. Βάλντις Ντομπρόβσκις και ο επίτροπος αρμόδιος για οικονομικά θέματα κ. Πάολο Τζεντιλόνι, προτείνεται η μετάβαση σε ένα πλαίσιο εποπτείας με βάση τους κινδύνους που διαφοροποιεί τις χώρες λαμβάνοντας υπόψη τις προκλήσεις του δημόσιου χρέους τους. Τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του προτεινόμενου πλαισίου της Επιτροπής. Θα ενσωματώσουν δημοσιονομικούς, μεταρρυθμιστικούς και επενδυτικούς στόχους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων για την αντιμετώπιση μακροοικονομικών ανισορροπιών όπου χρειάζεται, σε ένα ενιαίο ολιστικό μεσοπρόθεσμο σχέδιο, δημιουργώντας έτσι μια συνεκτική και εξορθολογισμένη διαδικασία.
Νέο σημείο αναφοράς για την αξιολόγηση της δημοσιονομικής πορείας των κρατών-μελών θα είναι οι καθαρές πρωτογενείς δαπάνες, δηλαδή αυτές που ελέγχονται από την κυβέρνηση, ώστε να γίνεται πιο απλός ο έλεγχος της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Αν η πρόταση της Κομισιόν περάσει και από τα κράτη-μέλη χωρίς αλλαγές, η Επιτροπή θα παρουσιάσει μια πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής αναφοράς, η οποία θα καλύπτει περίοδο τεσσάρων ετών, με βάση τη μεθοδολογία της ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους για κάθε κράτος μέλος. Αυτή η πορεία προσαρμογής αναφοράς θα πρέπει να διασφαλίζει ότι το χρέος των κρατών-μελών με σημαντικές ή μεσαίες προκλήσεις χρέους θα τεθεί σε μια εύλογη καθοδική πορεία και ότι το έλλειμμα θα παραμείνει αξιόπιστα κάτω από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕΠ.
Πώς θα λειτουργήσει
Στη συνέχεια, τα κράτη-μέλη θα υποβάλουν σχέδια που θα καθορίζουν τη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική τους πορεία και τις δεσμεύσεις προτεραιότητας για τη μεταρρύθμιση και τις δημόσιες επενδύσεις. Τα κράτη-μέλη θα μπορούσαν να προτείνουν μεγαλύτερη περίοδο προσαρμογής, επεκτείνοντας την πορεία της δημοσιονομικής προσαρμογής έως και τρία χρόνια, όταν η πορεία υποστηρίζεται από μια σειρά δεσμεύσεων μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων που υποστηρίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους και ανταποκρίνονται σε κοινές προτεραιότητες και στόχους της ΕΕ.
Ως τρίτο βήμα, η Επιτροπή θα αξιολογεί τα σχέδια, παρέχοντας θετική αξιολόγηση εάν το χρέος τοποθετηθεί σε καθοδική πορεία ή παραμείνει σε συνετή επίπεδα και το δημοσιονομικό έλλειμμα παραμείνει αξιόπιστα κάτω από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα. Το Συμβούλιο θα εγκρίνει τα σχέδια μετά από θετική αξιολόγηση από την Επιτροπή.
Τέλος, η Επιτροπή θα παρακολουθεί συνεχώς την εφαρμογή των σχεδίων. Τα κράτη-μέλη θα υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις προόδου σχετικά με την εφαρμογή των σχεδίων για τη διευκόλυνση της αποτελεσματικής παρακολούθησης και τη διασφάλιση της διαφάνειας.
Ένα ακόμη νέο στοιχείο που φέρνει η επιτροπή είναι η "ιδιοκτησία" των προγραμμάτων από τα κράτη-μέλη, αφού θα δοθεί η δυνατότητα για τον σχεδιασμό σε εθνικό επίπεδο τόσο της πορείας προσαρμογής όσο και των μεταρρυθμίσεων που πρέπει να γίνουν.
Από την άλλη μεριά, η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος με βάση το έλλειμμα (ΔΥΕ) θα διατηρηθεί, ενώ η ΔΥΕ που βασίζεται στο χρέος θα ενισχυθεί. Θα ενεργοποιείται όταν ένα κράτος-μέλος με χρέος άνω του 60% του ΑΕΠ παρεκκλίνει από τη συμφωνημένη πορεία δαπανών.
Οι μηχανισμοί επιβολής θα ενισχυθούν: η χρήση οικονομικών κυρώσεων θα γίνει πιο αποτελεσματική, με τη μείωση των προστίμων για τα κράτη-μέλη που παραβαίνουν τους κανόνες, αλλά θα συνδέονται με κοινοτικές πρωτοβουλίες, όπως το Ταμείο Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας και το ΕΣΠΑ 2021-2027. Η χρηματοδότηση της ΕΕ θα μπορούσε επίσης να ανασταλεί όταν τα κράτη-μέλη δεν έχουν λάβει αποτελεσματικά μέτρα, όχι μόνο για το χρέος αλλά και τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματός τους.
Επιπλέον, η καθυστέρηση συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια πιο περιοριστική πορεία προσαρμογής και, για τα κράτη-μέλη της ζώνης του ευρώ, στην επιβολή οικονομικών κυρώσεων.
Αντιμετώπιση ακραίων μακροοικονομικών ανισορροπιών
Βασικό στοιχείο των νέων δημοσιονομικών κανόνων θα είναι η εξάλειψη ακραίων μακροοικονομικών ανισορροπιών που καταγράφονται σε κάθε κράτος-μέλος. Στη κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να υπάρχει δέσμευση των κρατών-μελών να συμπεριλάβουν τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις που απαιτούνται για την πρόληψη ή τη διόρθωση ανισορροπιών στο εθνικό τους μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο.
Ο προληπτικός ρόλος των νέων δημοσιονομικών κανόνων θα ενισχυθεί σε ένα μακροοικονομικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από νέους και εξελισσόμενους κινδύνους. Συνεπώς, θα δοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα στις εξελίξεις των τάσεων και στο κατά πόσον έχουν εφαρμοστεί πολιτικές για την αντιμετώπιση των ανισορροπιών, κατά την αξιολόγηση του κατά πόσον οι ανισορροπίες έχουν διορθωθεί.