Στο υψηλότερο επίπεδο 40 ετών σκαρφάλωσε τον Οκτώβριο ο δομικός πληθωρισμός στην Ιαπωνία, λόγω της αδυναμίας του ιαπωνικού νομίσματος και των πιέσεων του κόστους εισαγωγών, με την κεντρική τράπεζα της χώρας να εμμένει στην πολιτική των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων.
Ο εθνικός δομικός δείκτης τιμών καταναλωτή κατέγραψε τον Οκτώβριο άνοδο 3,6% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους, υπερβαίνοντας τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων που περίμεναν ελαφρώς μικρότερη άνοδο, κατά 3,5%, αλλά και την άνοδο κατά 3% του Σεπτεμβρίου.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη άνοδο από τον Φεβρουάριο του 1982, όταν η κρίση στη Μέση Ανατολή που προκάλεσε ο πόλεμος Ιράν - Ιράκ διατάραξε τις προμήθειες πετρελαίου και προκάλεσε άνοδο των τιμών της ενέργειας.
Η άνοδος του δείκτη, ο οποίος εξαιρεί τις ασταθείς τιμές των φρέσκων τροφίμων αλλά περιλαμβάνει τα προϊόντα πετρελαίου, επιβεβαίωσε ότι ο πληθωρισμός παρέμεινε αρκετά υψηλότερα από τον στόχο του 2% που έχει θέσει η Τράπεζα της Ιαπωνίας, για έβδομο διαδοχικό μήνα.
Ωστόσο, οι οικονομολόγοι δεν αναμένουν ότι η κεντρική τράπεζα της χώρας θα ακολουθήσει την παγκόσμια τάση αύξησης των επιτοκίων, καθώς θεωρεί την επιτάχυνση του πληθωρισμού των τρέχον έτος ως παροδική ώθηση του κόστους που θα εξασθενίσει καθώς θα αμβλυνθεί το κόστος των εισαγωγών.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ιαπωνίας Χαρούχικο Κουρόντα επανέλαβε την Πέμπτη τη δέσμευσή του για διατήρηση της πολιτική τόνωσης για την επίτευξη αύξησης των μισθών και βιώσιμο και σταθερό πληθωρισμό. Η κεντρική τράπεζα της χώρας διατηρεί τα μακροπρόθεσμα επιτόκια γύρω στο μηδέν και τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια στο μείον 0,1%.
Ο Κουρόντα υποστήριξε ότι το παγκόσμιο κόστος των εμπορευμάτων αντιπροσωπεύει το ήμισυ του μεγέθους των αυξήσεων των τιμών στην Ιαπωνία.