Σημαντική υποχώρηση του πληθωρισμού αλλά και απότομο φρενάρισμα στον ρυθμό ανάπτυξης, επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα αλλά και διεύρυνση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών προβλέπει ο ΟΟΣΑ στην έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, επαναλαμβάνοντας ορισμένες από τις κλασικές συστάσεις του για διεύρυνση της φορολογικής βάσης και ενθάρρυνση της διεύρυνσης της κεφαλαιακής βάσης του τραπεζικού συστήματος.
Στην έκθεσή του ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι ο ετήσιος εναρμονισμένος δείκτης πληθωρισμού θα συρρικνωθεί δραστικά φέτος στο 3,7% από 9,5% το 2022 και θα επιστρέψει σε φυσιολογικά επίπεδα στο 2,3% το επόμενο έτος.
Στο μέτωπο του ρυθμού ανάπτυξης εκτιμάται επέκταση της ελληνικής οικονομίας κατά 1,1% φέτος και 1,8% το 2024 από 5,1% το 2022, με τις εξαγωγές να υποχωρούν φέτος κατά 0,5% και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών να διευρύνεται σε 8,9% φέτος από 7,1% πέρυσι.
Το δημόσιο χρέος από 175,1% του ΑΕΠ το 2022 θα υποχωρήσει στο 170,7% φέτος και στο 163,6% το 2024, με τον ΟΟΣΑ να σημειώνει πως παρά τη μείωσή του παραμένει υψηλό, αν και η δομή του σε συνδυασμό με τα σταθερά επιτόκια που είναι κλειδωμένα σε χαμηλά επίπεδα για την εξυπηρέτησή του περιορίζουν την άμεση έκθεση στις αυξήσεις των επιτοκίων στην αγορά.
Όσον αφορά το πρωτογενές αποτέλεσμα, ο ΟΟΣΑ υιοθετεί την κυβερνητική εκτίμηση για πρωτογενές έλλειμμα 1,6% του ΑΕΠ το 2022, βάζοντας οριακά χαμηλότερα τον πήχη των προβλέψεων για το φετινό πρωτογενές πλεόνασμα στο 0,5% του ΑΕΠ. Για το 2024 προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ, πρόβλεψη την οποία συνοδεύει με συστάσεις για διατήρηση ετήσιου πρωτογενούς πλεονάσματος μεταξύ 1,5% και 2% για τα χρόνια μετά το 2023.
Στα «αγαπημένα» θέματα του ΟΟΣΑ, επί των φορολογικών, αφού διαπιστώνεται μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης φυσικών και νομικών προσώπων με παράλληλη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, ο Οργανισμός συνιστά οι μελλοντικές παρεμβάσεις επί των συντελεστών να εστιάσουν στη συντήρηση των εσόδων με παράλληλη διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Ζητά παράλληλα την τακτική δημοσίευση στοιχείων για τα κόστη και τα οφέλη όλων των φοροαπαλλαγών και επιδοτήσεων, με ιδιαίτερη έμφαση σε αυτές που αφορούν στα ορυκτά καύσιμα.
Για τον δημόσιο τομέα, η ελληνική κυβέρνηση καλείται να αποφύγει την αύξηση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, αξιοποιώντας μετατάξεις υπαλλήλων για την κάλυψη κενών σε διάφορους τομείς ενώ σε πολλά σημεία της έκθεσης αναδεικνύεται ο καταλυτικός ρόλος του Ταμείου Ανάκαμψης για την ελληνική οικονομία, με την επισήμανση πως στο διάβα του χρόνου τα τεχνικά προβλήματα υλοποίησης και ο βαθμός δυσκολίας να τρέξουν γρήγορα μεγάλα έργα θα αυξάνονται.
Για τις τράπεζες, ο ΟΟΣΑ προτείνει ενθάρρυνσή τους, ώστε να αυξηθεί η κεφαλαιακή τους βάση με αύξηση των οργανικών κερδών.
Όσον αφορά τις αμοιβές στον ιδιωτικό τομέα, η σύσταση αφορά ενδυνάμωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων σε κλαδικό επίπεδο, ως βασικό εργαλείο για τη διαμόρφωση των μισθών, εστιάζοντας στην υποστήριξη των κοινωνικών εταίρων να συνάψουν συμβάσεις σε επιχειρησιακό επίπεδο.