Σε υψηλά επίπεδα παραμένει ο πληθωρισμός στην Ευρώπη και στην Ελλάδα τον πρώτο μήνα του 2023, Ιανουάριο, καθώς σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat) διαμορφώθηκε στο 8,5% για την ευρωζώνη και στο 7,2% στην Ελλάδα.
Πριν ένα μήνα ο πληθωρισμός στην Ελλάδα ήταν 7,6% ενώ τον Νοέμβριο ήταν ακόμα υψηλότερα στο 8,8%. Η μέγιστη τιμή του στην Ελλάδα σε ετήσια βάση ήταν 12,1% τον περασμένο Σεπτέμβριο. Σε μηνιαία βάση, δηλαδή σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2022, οι τιμές τον Ιανουάριο του 2023 υποχώρησαν 0,5%.
Στην ευρωζώνη, ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 8,5% τον Ιανουάριο από 9,2% τον Δεκέμβριο και 10,1% τον Νοέμβριο. Πρόκειται για τον τρίτο διαδοχικό μήνα που κινείται καθοδικά στις χώρες του ευρώ.
Η αύξηση των τιμών βρίσκεται σε επιβράδυνση από τότε που κορυφώθηκε στο 10,6% τον Οκτώβριο, αλλά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει ήδη υποσχεθεί περισσότερες αυξήσεις επιτοκίων, φοβούμενη ότι χωρίς υψηλότερο κόστος δανεισμού, ο πληθωρισμός θα μπορούσε να εδραιωθεί πάνω από τον στόχο του 2%.
Στη συνεδρίαση της Πέμπτης, η τράπεζα είναι βέβαιο ότι θα αυξήσει τα επιτόκια κατά μισή ποσοστιαία μονάδα, στο 2,5% και το μεγαλύτερο ερώτημα είναι πόσο μεγαλύτερη σύσφιξη θα σηματοδοτήσει.
Από τα στοιχεία ωστόσο μπορεί να ενθαρρυνθούν κάποιοι αξιωματούχοι της ΕΚΤ που αρχίζουν να πιέζουν για χαλάρωση του ρυθμού αυξήσεων των επιτοκίων.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο δομικός πληθωρισμός, που εξαιρεί τις τιμές των τροφίμων και των καυσίμων, ο οποίος παρακολουθείται στενά από την ΕΚΤ για τις αποφάσεις της, επιταχύνθηκε στο 7% από 6,9%, ενώ ένα ακόμη πιο περιορισμένο μέτρο που παρακολουθεί επίσης η ΕΚΤ, διατηρήθηκε σταθερό στο 5,2% -σημείο που είναι ιστορικό υψηλό- υπερβαίνοντας τις προβλέψεις για επιβράδυνση στο 5,1%.
Ποιοι τομείς οδηγούν την άνοδο των τιμών
Εξετάζοντας τις κύριες συνιστώσες του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ, η ενέργεια αναμένεται να έχει τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό τον Ιανουάριο (17,2%, έναντι 25,5% τον Δεκέμβριο), ακολουθούμενη από τα τρόφιμα, το αλκοόλ και τον καπνό (14,1%, έναντι 13,8% τον Δεκέμβριο), τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (6,9%, έναντι 6,4% τον Δεκέμβριο) και τις υπηρεσίες (4,2% έναντι 4,4% τον Δεκέμβριο).