Kοινωνικοί εταίροι, εμπλεκόμενοι επιστημονικοί φορείς, αλλά και τα ερευνητικά ινστιτούτα υποβάλλουν τις προτάσεις τους, έως σήμερα, 20 Φεβρουαρίου, για την αύξηση του κατώτατου μισθού που αναμένεται να ισχύσει από την 1η Απριλίου.
Το ΚΕΠΕ συγκεντρώνει τις προτάσεις των κοινωνικών εταίρων και βάση αυτών θα κάνει την εισήγηση του έως τις 28 Φεβρουαρίου. Στη συνέχεια, ο Κωστής Χατζηδάκης θα αξιολογήσει την πρόταση των φορέων, σε συνεργασία με τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς και στις 10 Μαρτίου θα υποβάλει την εισήγησή του στο υπουργικό συμβούλιο.
Από την πλευρά της, η ΤτΕ έχει δημόσια τοποθετηθεί ότι οποιαδήποτε αύξηση κάτω του πληθωρισμού ( κάτω δηλαδή του 9,6%) είναι ρεαλιστική και δεν θα έχει δευτερογενείς επιπτώσεις στην οικονομία. Επομένως βάζει τον πήχη στα 784€ στο ανώτατο όριο.
Τι προτείνει ο ΣΕΒ
Αύξηση του κατώτατου μισθού, στα όρια του προβλεπόμενου πληθωρισμού για το 2023, ήτοι 5% με 6%, υπό αυστηρά αναγκαίες προϋποθέσεις όμως, όπως είναι η μείωση του μη μισθολογικού κόστους κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες άμεσα και κατά επιπλέον 3 μονάδες το διάστημα 2024-2025, προτείνει ο ΣΕΒ, σύμφωνα με πληροφορίες.
Στο υπόμνημα που υπέβαλε και το οποίο πλέον βρίσκεται στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) μαζί με τα υπομνήματα όλων των εμπλεκομένων στη διαδικασία φορέων και ινστιτούτων, σύμφωνα πάντα με πληροφορίες, ο ΣΕΒ επισημαίνει ως αναγκαίες επιδιώξεις την αύξηση του πραγματικά διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων, χωρίς όμως να τεθεί σε κίνδυνο, αλλά αντιθέτως να ενισχυθεί, η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Υπογραμμίζεται το γεγονός ότι η υψηλή φορολογία της εργασίας και το επίπεδο των ασφαλιστικών εισφορών –που διαχρονικά είναι υψηλότερο του μέσου όρου του ΟΟΣΑ– εξακολουθούν να συρρικνώνουν το πραγματικά διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων, να επιβαρύνουν το μη μισθολογικό κόστος και να δρουν ως αντικίνητρο για επίσημη εργασία. Και αναφέρεται πως η τελική πρόταση της πολιτείας, αφού λάβει συνδυαστικά υπόψη κοινωνικούς, οικονομικούς και αναπτυξιακούς παράγοντες, πρέπει να συνοδεύεται με μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης άμεσα, κατά 0,60 ποσοστιαίες μονάδες, ώστε να υλοποιηθεί η κυβερνητική δέσμευση μείωσης κατά 5 μονάδες στην κυβερνητική 4ετία, καθώς και με νέα, σταδιακή μείωση εισφορών κατά επιπλέον 3 μονάδες το 2024-2025. Με αυτόν τον τρόπο άλλωστε, η Ελλάδα θα αρχίσει να προσεγγίζει τον μέσο όρο μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ.
Είναι γνωστή η θέση του ΣΕΒ, πως μια αύξηση του μεικτού κατώτατου μισθού κατά 5% ή 6%, σε συνδυασμό με τη μείωση των εισφορών του εργαζομένου, μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικά μεγαλύτερη αύξηση των καθαρών αποδοχών των αμειβομένων με τον κατώτατο μισθό. Για παράδειγμα, εάν ο κατώτατος μισθός αυξηθεί κατά 5% και από 713 ανέλθει σε 748,5 ευρώ και οι εισφορές μειωθούν κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες, η πραγματική αύξηση θα είναι 7,4%, καθώς οι καθαρές αποδοχές του εργαζομένου θα ανέλθουν σε 660 ευρώ από 614 ευρώ τον μήνα που είναι σήμερα. Εάν η μείωση των εισφορών είναι κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες, τότε ο καθαρός κατώτατος μισθός θα διαμορφωθεί στα 667 ευρώ αυξημένος κατά 8,7%.
Τι προτείνουν οι άλλοι φορείς
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο ΣΕΤΕ προτείνει αυξήσεις έως 5,5% στα 753 ευρώ, η ΕΣΕΕ κοντά στο 7% ή στα 763 ευρώ, η ΓΣΕΒΕΕ 8%-10% (770-784 ευρώ).
ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ και ΣΕΤΕ δέχονται αύξηση στον κατώτατο μισθό, παράλληλα όμως ζητούν μείωση του μη ασφαλιστικού κόστους και της φορολογίας, ενώ προτείνουν να καταργηθεί το τέλος επιτηδεύματος.
Ήδη, η ΓΣΕΕ πρότεινε ο κατώτατος μισθός να κυμανθεί στα 826 ευρώ, Η ομοσπονδία των εργαζομένων αιτιολόγησε την πρόταση της, λέγοντας ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη και ο προσδοκώμενος για το 2023 πληθωρισμός, ο οποίος στον προϋπολογισμό τοποθετείται κοντά στο 5%.
Σύμφωνα με τη Γενική Συνομοσπονδία, η ραγδαία αύξηση του τιμαρίθμου και του κόστους ζωής στη χώρα μας από τον Ιούνιο του 2021 και μετά, για πρώτη φορά μάλιστα ύστερα από τουλάχιστον 24 χρόνια συνεχούς μεσοσταθμικής αποκλιμάκωσής του, επέδρασε αρνητικά στις συνθήκες διαβίωσης μεγάλου μέρους των νοικοκυριών. Οπως μάλιστα επισημαίνεται στη μελέτη του ινστιτούτου, το ποσοστό των μισθωτών που διαβιούν σε συνθήκες σοβαρής υλικής στέρησης, ύστερα και από την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 9,7% το 2022, αυξήθηκε κατά 0,2 μονάδες. Η προτεινόμενη από τη ΓΣΕΕ αύξηση του κατώτατου μισθού για το 2023 εκτιμάται ότι θα μειώσει το ποσοστό υλικής στέρησης κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του επιπέδου του 2022.