Δυναμική απέκτησε η επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ευρωζώνη τον Φεβρουάριο χάρη στην ισχυρή ανάπτυξη του τομέα υπηρεσιών, η οποία ήταν πολύ ταχύτερη από το αναμενόμενο, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας που αποτελεί την τελευταία ένδειξη πως η περιοχή μπορεί να αποφύγει την ύφεση.
Ο δείκτης υπεύθυνων προμηθειών (PMI) της εταιρείας S&P Global, ο οποίος αποτελεί βαρόμετρο για την πορεία των επιχειρήσεων του μεταποιητικού τομέα και του τομέα υπηρεσιών, σκαρφάλωσε στις 52,3 μονάδες από 50,3 τον Ιανουάριο, δηλαδή πολύ υψηλότερα από τις 50 μονάδες που αποτελούν το όριο μεταξύ ανάπτυξης και συρρίκνωσης.
«Η επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ευρωζώνη αυξήθηκε πολύ ταχύτερα από το αναμενόμενο τον Φεβρουάριο, με την ανάπτυξη να φθάνει σε υψηλό 9μήνου, χάρη στην αναθέρμανση της δραστηριότητας στον τομέα των υπηρεσιών», δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος της S&P Global, Κρις Γουίλιαμς, προσθέτοντας ότι ο PMI του Φεβρουαρίου είναι σε γενικές γραμμές συνεπής με μία αύξηση του ΑΕΠ οριακά χαμηλότερη από το 0,3% στο α' τρίμηνο.
Η ζήτηση αυξήθηκε για πρώτη φορά από τα μέσα του 2022 και οι εταιρείες αύξησαν το προσωπικό τους, υποδηλώνοντας ότι η ανάκαμψη μπορεί να έχει συνέχεια.
Η δραστηριότητα στον κυρίαρχο τομέα των υπηρεσιών αυξήθηκε με τον ισχυρότερο ρυθμό από τον Ιούνιο, με τον PMI του τομέα να αυξάνεται στις 53 από τις 50,8 μονάδες, ξεπερνώντας όλες τις εκτιμήσεις που είχαν γίνει σε έρευνα του Reuters.
Με τον φόβο της ύφεσης να έχει υποχωρήσει, η αισιοδοξία των επιχειρήσεων για το μέλλον συνέχισε να αυξάνεται, με τον δείκτη προσδοκιών τους να αυξάνεται σε υψηλό 9μήνου, στις 61,5 μονάδες από 61,2 τον Ιανουάριο.
Ο δείκτης PMI για τη συνολική δραστηριότητα του τομέα υποχώρησε ελαφρά περισσότερο σε σχέση με τον Ιανουάριο, στις 48,5 από 48,8 μονάδες, κινούμενος χαμηλότερα από όλες τις προβλέψεις των αναλυτών.
Ωστόσο, ο δείκτης παραγωγής της μεταποίησης αυξήθηκε στις 50,4 από 48,9 μονάδες, για πρώτη φορά από τον Μάιο πάνω από τις 50 μονάδες.
Το κόστος εισροών αυξήθηκε οριακά, ενώ οι εργοστασιακές τιμές αυξήθηκαν με τον χαμηλότερο ρυθμό σχεδόν δύο ετών. Ο δείκτης τιμών παραγωγού υποχώρησε στις 58,3 από 61,6 μονάδες.
«Οι καθυστερήσεις στις παραδόσεις λόγω της πανδημίας που ταλαιπώρησαν τα εργοστάσια την περασμένη διετία έχουν δώσει θέση τους σε ταχύτερες ημερομηνίες παραδόσεων, κάτι που με τη σειρά του σημαίνει ότι η ‘δύναμη τιμολόγησης' μετατίθεται από τους προμηθευτές στους υπεύθυνους αγορών, επιβραδύνοντας την αύξηση στις τιμές των βιομηχανικών προϊόντων», σύμφωνα με τον επικεφαλής οικονομολόγο της S&P Global.