Τέσσερις συμβάσεις που υπογράφηκαν το διάστημα 2005-2015 και αφορούν έργα εκσυγχρονισμού του σιδηροδρομικού δικτύου ερευνά εδώ και μήνες ο Οικονομικός Εισαγγελέας ο οποίος αναζητά ποινικές ευθύνες κρατικών αξιωματούχων από την ΕΡΓΟΣΕ, ως αναθέτουσας αρχής, αλλά και ιδιωτών από την πλευρά των εργοληπτών.
Η έρευνα αναζητά το ενδεχόμενο διάπραξης σοβαρότατων αδικημάτων όπως αυτό της απιστίας και ηθικής αυτουργίας σε αυτήν, από τις ανολοκλήρωτες συμβάσεις, τις ανανεώσεις και όλες τις κωλυσιεργίες που ουσιαστικά άφησαν ανεκτέλεστα μία σειρά από έργα.
Οι τέσσερις συμβάσεις αποτελούν ένα μέρος από το πλέγμα αναθέσεων που έχουν γίνει για υποδομές και μέτρα για την ασφάλεια της γραμμής.
Στο στόχαστρο της Οικονομικής Εισαγγελίας έχουν τεθεί:
1. Μία σύμβαση του 2005 που σχετίζεται σε εργασίες σηματοδότησης του εθνικού δικτύου
2. Δύο συμβάσεις του 2013 που αφορούν έργα ολοκλήρωσης και
3. Μία σύμβαση του 2015 που αφορά το σύστημα τηλεδιοίκησης ETCS
Οι συμβάσεις αφορούν διαφορετικά τμήματα του δικτύου.
Για την σύμβαση 717 που ήρθε στην επικαιρότητα καθώς αφορά την τηλεδιοίκηση όπως και τις επεκτάσεις ή ανανεώσεις της, με αρχή το έτος 2014, η Οικονομική Εισαγγελία είχε διενεργήσει έρευνα η οποία κατέληξε σε αρχειοθέτηση καθώς δεν προέκυψαν ενδείξεις για τη διάπραξη του ερευνώμενου αδικήματος της απιστίας.
Ωστόσο πριν περίπου έναν χρόνο η δικογραφία ανασύρθηκε από το αρχείο, ενόψει νέων στοιχείων σχετικά με το σκέλος που αφορά τη διάθεση ευρωπαϊκών κονδυλίων, το οποίο ερευνάται πλέον από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία.
Υπενθυμιζεται ότι ειδικός Εφέτης ανακριτής αναλαμβάνει την έρευνα για την τραγωδία στα Τέμπη, αναζητώντας ποινικές ευθύνες όλων των εμπλεκομένων και για άλλα αδικήματα.
Εκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τις καθυστερήσεις των έργων
Στην τελευταία έκθεσή του, το Ελεγκτικό Συνέδριο αναφέρεται στις καθυστερήσεις και παρατάσεις που παρατηρούνται στην εκτέλεση των δημοσίων έργων, οι οποίες φτάνουν «κατά μέσο όρο 2,5 φορές περισσότερο από όσο είχε αρχικά εκτιμηθεί», ενώ οι παρατάσεις αφορούν περίπου τα 2/3 των συνολικών έργων που ελέγχθηκαν.
Να σημειωθεί ότι στην έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αναφέρονται δύο περιπτώσεις καθυστερήσεων της εταιρείας «ΕΡΓΑ ΟΣΕ Α.Ε.».
Ο έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου διενεργήθηκε σε 24 φορείς και διεξήχθη από 1.1.2017 εως 31.3.2021. Έτυχαν επεξεργασίας 1.162 δημόσια έργα. Όλα τα έργα είχαν ανατεθεί κατόπιν δημόσιου διαγωνισμού. Μεταξύ των 24 φορέων που ελέχθησαν, είναι το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, οι εταιρείες ΕΡΓΑ ΟΣΕ Α.Ε., ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ Α.Ε., ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε., οι Περιφέρειες Αττικής, Θεσσαλίας και Πελοποννήσου, δήμοι, κλπ..
Σύμφωνα με το πόρισμα ελέγχου, «διαπιστώθηκαν πολύ μεγάλες καθυστερήσεις κατά την εκτέλεση των δημοσίων έργων. Χορηγήθηκαν παρατάσεις στα 2/3 του συνόλου των έργων (σε 779 από τα 1.162 έργα), ενώ η εκτέλεση των έργων αυτών διήρκησε κατά μέσο όρο 2,5 φορές περισσότερο από όσο είχε αρχικά εκτιμηθεί».
Κατά την έκθεση πάντα, «οι φορείς κατά κανόνα αποδέχονται τα αιτήματα παράτασης των αναδόχων και δεν αναζητούν την τυχόν ευθύνη τους για την επέλευση των καθυστερήσεων και δεν προκύπτει ότι η επίβλεψη των έργων ασκείται με την ενδεδειγμένη επιμέλεια», ενώ «η χορήγηση των παρατάσεων δεν αιτιολογείται με επάρκεια αλλά στερεοτυπικά», αναφέρει η έκθεση.
Παράλληλα, από το Ελεγκτικό Συνέδριο, διαπιστώθηκε σε ορισμένες περιπτώσεις ότι δεν είχαν εκπονηθεί πριν από τη δημοπράτηση του έργου κάποιες από τις απαιτούμενες μελέτες.
Στην συνέχεια, το Ελεγκτικό Συνέδριο υπογραμμίζει ότι «σε έργο αναβάθμισης σιδηροδρομικής γραμμής, η μη εκπόνηση πριν από τη δημοπράτηση, μελέτης πυροπροστασίας και μελέτης εφαρμογής κυκλοφοριακής εξασφάλισης ασφαλούς κυκλοφορίας συρμών, προκάλεσε καθυστέρηση 5 μηνών».
Ακόμη, η έκθεση αναφέρεται σε καθυστερήσεις, καθώς «δεν είχαν εκτελεσθεί οι απαιτούμενες προκαταρκτικές εργασίες πριν από τη δημοπράτηση του έργου, ενώ σε πολλές περιπτώσεις, τα έργα δημοπρατήθηκαν χωρίς να έχουν εκδοθεί οι απαιτούμενες άδειες και εγκρίσεις».
Ενδεικτικά αναφέρεται έργο αναβάθμισης σιδηροδρομικής γραμμής, «το οποίο εκτελέστηκε σε συνέχεια διαλυθείσας εργολαβίας και σημειώθηκε σημαντική καθυστέρηση μέχρι να ολοκληρωθεί η καταγραφή των εκτελεσθεισών, με τη διαλυθείσα σύμβαση, εργασιών, ενώ παρουσιάστηκαν προβλήματα και κατά τη διαδικασία ανάληψης και αξιοποίησης των υλικών της υπηρεσίας που θα ενσωματώνονταν στο έργο».
Τέλος, αναφέρει το Ελεγκτικό Συνέδριο, ότι «παρά τις καθυστερήσεις στα έργα συνεχιζόντουσαν οι χρηματοδοτήσεις, ανεξάρτητα αν προϋπόθεση της χρηματοδότησης ήταν η ολοκλήρωση του έργου».